Η βαθύτερη επιθυμία μας για επαφή με όλες τις μορφές ζωής, έγινε δημοφιλής από τον βιολόγο και ερευνητή, Έντουαρντ Όσμπορν Γουίλσον, και το βιβλίο του «Biophilia», το 1984. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, αναπτύσσεται η θεωρία ότι από τη στιγμή που εξελίχθηκε ο άνθρωπος ως είδος στη φύση, εκεί νιώθει πως είναι το «σπίτι» του, εκεί αισθάνεται ειρηνικά. Και σήμερα, τα ερευνητικά στοιχεία καταλήγουν σε ένα κοινό συμπέρασμα: η φύση, μας κάνει καλό.
Μια μεγάλη μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Έξετερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, έδειξε ότι η επαφή με τη φύση για 120 λεπτά την εβδομάδα, έκανε τους ανθρώπους να αναφέρουν ότι ένιωθαν πιο υγιείς και πιο ευτυχισμένοι. Άλλες μελέτες, έχουν καταλήξει στο ότι οι άνθρωποι, όχι μόνο αισθάνονται λιγότερο ανήσυχοι και αγχωμένοι αφού παρατηρούν τη φύση γύρω τους, αλλά νιώθουν πιο ήρεμοι, πιο χαρούμενοι, ακόμα και ενθουσιασμένοι. Με απλά λόγια, κάθε μορφή σύνδεσης με το φυσικό περιβάλλον, είναι ο πιο αποτελεσματικός και οικονομικός τρόπος για να διώξουμε το άγχος και το στρες από τη ζωή μας.
Σε ό,τι αφορά στην οικονομική διάσταση του όρου, με βάση τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, ο φυσιολατρικός τουρισμός ή οικοτουρισμός, ως ακρογωνιαίος λίθος της βιοφιλίας έχει και σημαντική οικονομική επιρροή. Υπολογίζεται, πως παράγει έσοδα που ξεπερνούν τα 600 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Παράλληλα, προσφέρει οικονομική αξία 44 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή περισσότερο από το μισό του συνολικού ΑΕΠ του κόσμου.
Διαβάστε περισσότερα στο jenny.gr