«Αντίστροφη μέτρηση» για την υπογραφή της υπουργικής απόφασης που θα καθορίζει το ύψος του νέου κατώτατου μισθού στην Ελλάδα, ο οποίος θα επηρεάσει τις αμοιβές του 34% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, καθώς και το ύψος μιας σειράς επιδομάτων (γάμου, ανεργίας, μητρότητας, μαθητείας ΟΑΕΔ κλπ.).
Οι κοινωνικοί εταίροι έχουν καταθέσει τις σχετικές εκθέσεις τους στην αρμόδια Επιτροπή Διαβούλευσης ήδη από τον Μάιο, ενώ στα χέρια του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη είναι το πόρισμα του ΚΕΠΕ για «πάγωμα» του κατώτατου μισθού (650 ευρώ μικτά από τον Φεβρουάριο του 2019).
Σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr, το βασικό σενάριο που εξετάζει η κυβέρνηση αφορά την διατήρηση του κατώτατου μισθού στα ίδια επίπεδα έως το τέλος του έτους, δεδομένης και της δημοσιονομικής πίεσης που ασκεί η επίδραση της πανδημίας στην οικονομία.
Σύμφωνα με τον νόμο, άλλωστε, το ύψος των κατώτατων αποδοχών πρέπει να καθορίζεται «λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών».
Η αύξηση του κατώτατου μισθού -απ' ότι φαίνεται- θα μπει στο τραπέζι των συζητήσεων από τις αρχές του 2022 και θα συνδυαστεί με την εφαρμογή της (ήδη ψηφισμένης) μείωσης κατά 0,5% των εισφορών υπέρ της επικουρικής ασφάλισης.
Μέσα στο επόμενο 15νθήμερο ο κ. Χατζηδάκης θα πρέπει να εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο τις νέες κατώτατες αποδοχές για φέτος.
Υπενθυμίζεται πως το Γραφείο Προϋπολογισμού πρόσφατα είχε εκφράσει την άποψη πως ο κατώτατος μισθός δεν θα πρέπει να μείνει παγωμένος αλλά θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί από φέτος, ενώ και η ΓΣΕΕ επιμένει για την αύξησή του στα 751 ευρώ.
Οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων
Υπερ του «παγώματος» του κατώτατου μισθού για έναν ακόμη χρόνο ήταν και οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων επί των πορισμάτων που κατέθεσαν στην αρμόδια Επιτροπή Διαβούλευσης. Τα πορίσματα που κατέθεσαν αναφέρουν τα εξής:
ΓΣΕΕ: Για το 2021, η πρόταση της ΓΣΕΕ είναι ο κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 751 ευρώ και στη συνέχεια να προσαρμοστεί στο 60% του διάμεσου μισθού βάσει των στοιχείων του ΟΟΣΑ, δηλαδή στα 809 ευρώ.
Όπως αναφέρει η Συνομοσπονδία στο πόρισμά της, «ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της απόλυτης και της σχετικής φτώχειας, καθώς είναι υπερβολικά χαμηλός για να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Η εξασφάλιση ενός επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης καθιστά άμεση την ανάγκη αύξησής του κατά 159 ευρώ μηνιαίως σε δεκατετράμηνη βάση».
Σύμφωνα με την ΓΣΕΕ, 17 κράτη μέλη της ΕΕ έχουν ήδη αυξήσει τον κατώτατο μισθό από την 1/1/2021, 3 κράτη μέλη τον διατήρησαν σταθερό στο ύψος του 2020, ενώ χώρες όπως η Γαλλία και η Μάλτα προχώρησαν σε αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 1% για συμβολικούς λόγους προκειμένου να ανέβει η ψυχολογία της αγοράς.
Μόνο στην Ελλάδα οι διαπραγματεύσεις αναβλήθηκαν την προηγούμενη χρονιά και ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να είναι παγωμένος στο ύψος του 2019. Επίσης, από τις 17 χώρες που αύξησαν τον κατώτατο μισθό το 2021, οι 14 τον είχαν αυξήσει και το 2020 σε σχέση με το 2019.
ΣΕΒ: Αντίθετοι με την προοπτική αύξησης του κατώτατου μισθού φέτος δηλώνουν οι εκπρόσωποι του βιομηχανικού κόσμου, δίνοντας έμφαση στην ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους. «Τουλάχιστον για όσο διαρκούν οι άμεσες αρνητικές επιδράσεις της πανδημίας, το 2021 δεν κρίνεται σκόπιμο να γίνουν αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατου μισθού, ειδικά μεγάλης κλίμακας», υποστηρίζει στο πόρισμά του ο Σύνδεσμος.
«Στο πλαίσιο της ταχύτερης οικονομικής ανάκαμψης που έχει ανάγκη σήμερα η Ελληνική οικονομία, και για την υποστήριξη του διαθεσίμου εισοδήματος και της απασχόλησης των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, προτείνεται να δοθεί προτεραιότητα δημιουργίας και αξιοποίησης ενδεχόμενου δημοσιονομικού χώρου για την μείωση του μη μισθολογικού κόστους, ειδικά σε σχέση με τη φορολογία της εργασίας και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, με μέτρα μόνιμης διάρκειας, ώστε να αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημα όσων αμείβονται με τον κατώτατο μισθό» τονίζει.
ΓΣΕΒΕΕ: Στην βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων την επόμενη μέρα εστιάζει η πρόταση της ΓΣΕΒΕΕ για το ύψος του νέου κατώτατου μισθού. Όπως υποστηρίζει «σε αυτό το εξαιρετικά ρευστό περιβάλλον προέχει η διάσωση των επιχειρήσεων και η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Ως εκ τούτου οποιαδήποτε μεταβολή που αυξάνει το κόστος λειτουργίας μπορεί να αποβεί καθοριστική τόσο για την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων όσο και για την διατήρηση των θέσεων εργασίας».
Η ΓΣΕΒΕΕ παραμένει σταθερή στη θέση της για αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, μέσω της αποφασιστικής συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων (εργοδοτών και εργαζομένων) στον καθορισμό του κατώτατου μισθού.
ΕΣΕΕ: Εκτός πραγματικότητας χαρακτηρίζει ο εμπορικός κόσμος της χώρας την συζήτηση για ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού, λόγω του ρευστού και γεμάτου προκλήσεις οικονομικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
«Ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού σήμερα θα είχε ως αποτέλεσμα να πληγεί η βιωσιμότητα των ΜμΕ, οι οποίες είναι ο σημαντικότερος εργοδότης της χώρας, ενώ θα επέφερε ισχυρές αναταράξεις σε θέσεις εργασίας που αμείβονται με τον κατώτατο (νέοι εργαζόμενοι και ευέλικτες μορφές απασχόλησης) ή σε ήδη σκληρά δοκιμαζόμενους κλάδους» αναφέρει στο υπόμνημά της.
ΣΕΤΕ: «Ραντεβού» για το 2022 δίνει ο Σύνδεσμος Τουριστικών Επιχειρήσεων σε ότι αφορά την συζήτηση αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, ενώ για φέτος υποστηρίζει την διατήρησή του στα σημερινά επίπεδα.
Όπως αναφέρει στο υπόμνημά του προς την Επιτροπή, «οι καλές προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας το 2021 και ακόμη περισσότερο το 2022 δικαιολογούν απολύτως την πολιτική της διατήρησης του κατώτατου μισθού κατά το τρέχον έτος στα σημερινά επίπεδα. Η εκτίμησή μας είναι ότι το 2022 η ταχύτερη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και η συμβολή των νέων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών πόρων θα οδηγήσει σε μια σημαντική βελτίωση του ΑΕΠ και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και θα δημιουργήσει ένα προσφορότερο και ευνοϊκό πλαίσιο για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού».
ΣΒΕ: Να παραμείνει και την επόμενη χρονιά ο κατώτατος μισθός στο ύψος των 650 ευρώ, αλλά να συνοδεύεται απαραίτητα από φορολογικές ελαφρύνσεις των χαμηλόμισθων ζητά ο Σύνδεσμος, καλώντας την κυβέρνηση να εξετάσει πιθανά άλλα μέτρα τα οποία θα βελτιώνουν το εισόδημα των εργαζόμενων.
«Το γενικότερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, ουσιαστικά υπαγορεύει την αδυναμία του οικονομικού συστήματος να υποστηρίξει και να τροφοδοτήσει μία αύξηση του κατώτατου μισθού, χωρίς να μειωθεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας» τονίζουν οι βιομήχανοι της Βόρειας Ελλάδος και αναφέρουν πως οι επιχειρήσεις είναι αυτές που θα κληθούν τελικά να επωμισθούν αφενός την αύξηση που θα συμφωνηθεί και αφετέρου το μη μισθολογικό κόστος που θα προκύψει από αυτήν την αύξηση.