Οι κατώτατοι μισθοί σε όλες τις χώρες της ΕΕ θα πρέπει να εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και εργασίας, ενώ τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, είναι η απόφαση των ευρωβουλευτών.
Με 505 ψήφους υπέρ, 92 ψήφους κατά και 44 αποχές, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε την Τετάρτη νέους νομοθετικούς κανόνες με στόχο τον καθορισμό επαρκών κατώτατων μισθών στην ΕΕ.
Η νέα οδηγία της ΕΕ, που συμφωνήθηκε με το Συμβούλιο τον Ιούνιο, έχει ως στόχο να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης όλων των εργαζομένων στην ΕΕ και να εξασφαλίσει την οικονομική και κοινωνική πρόοδο. Οι νέοι κανόνες καθορίζουν ορισμένες στοιχειώδεις προδιαγραφές όσον αφορά την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία ή στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διασφαλίζουν την καλύτερη πρόσβαση των εργαζομένων σε έννομα μέσα προστασίας των κατώτατων μισθών.
Η νέα οδηγία θα ισχύει για όλους τους εργαζόμενους που έχουν σύμβαση εργασίας ή σχέση απασχόλησης στην ΕΕ. Οι χώρες της ΕΕ στις οποίες ο κατώτατος μισθός προστατεύεται ήδη αποκλειστικά μέσω συλλογικών συμβάσεων δεν υποχρεούνται να εισαγάγουν τους νέους κανόνες στο εθνικό τους δίκαιο ούτε να επιβάλουν την καθολική ισχύ αυτών των συμφωνιών
Αξιολόγηση της επάρκειας των κατώτατων μισθών
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της απόφασης, ο καθορισμός του κατώτατου μισθού παραμένει αρμοδιότητα των κρατών μελών. Στο εξής, όμως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εθνικοί κατώτατοι μισθοί τους θα επιτρέπουν στους εργαζομένους να ζουν αξιοπρεπώς, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος ζωής και το γενικό επίπεδο των αμοιβών. Για να αξιολογείται κατά πόσον οι ισχύοντες κατώτατοι μισθοί είναι επαρκείς, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν ένα καλάθι βασικών αγαθών και υπηρεσιών σε πραγματικές τιμές ή να ορίζουν ότι αυτό αντιστοιχεί στο 60 % του ακαθάριστου διάμεσου μισθού και στο 50 % του ακαθάριστου μέσου μισθού.
Στήριξη των συλλογικών διαπραγματεύσεων
Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις σε κλαδικό και διακλαδικό επίπεδο αποτελούν ουσιαστικό παράγοντα για την επίτευξη επαρκών κατώτατων μισθών και για τον λόγο αυτό χρειάζεται να προωθηθούν και να ενισχυθούν. Τα κράτη μέλη στα οποία καλύπτεται από συλλογικές διαπραγματεύσεις λιγότερο από το 80% των εργαζομένων θα πρέπει να καταρτίσουν σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους ένα σχέδιο δράσης με στόχο την αύξηση αυτού του ποσοστού.
Παρακολούθηση και δικαίωμα έννομης προστασίας
Η νέα οδηγία υποχρεώνει τις χώρες της ΕΕ να θεσπίσουν ένα σύστημα επιβολής, το οποίο θα περιλαμβάνει μηχανισμούς αξιόπιστης παρακολούθησης, ελέγχους και επιτόπιες επιθεωρήσεις, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση και να αντιμετωπίζονται φαινόμενα όπως η καταχρηστική ανάθεση υπεργολαβιών, η ψευδοαυτοαπασχόληση, η μη καταγραφή υπερωριών και η εντατικοποίηση της εργασίας.
Δηλώσεις
Ο συνεισηγητής Dennis Radtke (ΕΛΚ, Γερμανία) ανέφερε μετά την ψηφοφορία: «Η σημερινή κατάσταση καταδεικνύει για άλλη μια φορά ότι χρειαζόμαστε μια λειτουργική και ισχυρή κοινωνική εταιρική σχέση στην Ευρώπη. Η πολιτική δεν μπορεί να δώσει ολοκληρωμένη απάντηση σε όλες τις πτυχές αυτής της κρίσης.»
Η συνεισηγήτρια Agnes Jongerius (Σοσιαλιστές, Ολλανδία) δήλωσε: «Τα κόστη διαβίωσης, ενέργειας και στέγασης έχουν εκτοξευθεί. Τα νοικοκυριά δυσκολεύονται πραγματικά να τα βγάλουν πέρα. Δεν έχουμε χρόνο να χάσουμε, οι αμοιβές για τους εργαζομένους πρέπει να γίνουν ξανά επαρκείς. Η παρούσα οδηγία καθορίζει τα πρότυπα για τι σημαίνει επαρκής κατώτατος μισθός. Ταυτόχρονα, δίνουμε ώθηση στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, έτσι ώστε περισσότεροι εργαζόμενοι να προστατεύονται καλύτερα.»