«Ραβασάκι» για έλεγχο πήραν οι πρώτοι 800 φορολογούμενοι που βρέθηκαν να έχουν δηλώσει στην εφορία εισοδήματα λιγότερα από 10.000 ευρώ και να έχουν καταναλωτικές δαπάνες που φθάνουν και τις 300.000 ευρώ μέσα στο ίδιο έτος.
Οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι πέρασαν για εξηγήσεις από την εφορία αλλά οι ισχυρισμοί που επικαλέστηκαν για να δικαιολογήσουν τις ακάλυπτες από το εισόδημα τους δαπάνες δεν έπεισαν τις φορολογικές αρχές με αποτέλεσμα να εκδοθεί εντολή για τακτικό έλεγχο σε βάθος πενταετίας.
Συνολικά διασταυρώθηκαν 80 εκατ. δεδομένα σε 3,8 εκατ. φορολογικές δηλώσεις του 2022 με ετήσια οικογενειακά εισοδήματα έως 10.000 ευρώ όπου εντοπίστηκαν 440.000 φορολογούμενοι με αποκλίσεις, εκ των οποίων σε περίπου 20.000 περιπτώσεις εντοπίστηκαν μεγάλες διαφορές. Πάντως όπως αναφέρουν αρμόδιοι παράγοντες όσοι εντοπίσθηκαν με σημαντικές διαφορές εισοδήματος και δαπανών δεν θεωρούνται φοροφυγάδες καθώς δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο λαθών στα στοιχεία των διασταυρώσεων.
Οι αποκλίσεις στα εισοδήματα και τις καταναλωτικές δαπάνες των φορολογούμενων προέκυψαν μετά από διασταυρώσεις:
- των τόκων των καταθέσεων και των repos που απέκτησε το φυσικό πρόσωπο κατά το προηγούμενο έτος, και του φόρου που παρακρατήθηκε
- των αγορών που έγιναν σε καταστήματα λιανικής και σούπερ μάρκετ
- των τραπεζικών λογαριασμούς που αθροιστικά εντός του έτους εμφάνισαν κινήσεις άνω των 100.000 ευρώ.
- των χρηματικών ποσών που καταβλήθηκαν για τοκοχρεολυτική απόσβεση δανείων (στεγαστικά, καταναλωτικά κ.λπ.).
- των δαπανών για ασφαλιστικά συμβόλαια ζωής, θανάτου, προσωπικών ατυχημάτων και ασθένειας
- του κόστους των νοσηλίων σε ιδιωτικά θεραπευτήρια
- των δαπανών για δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία
- του κόστους της σταθερής και της κινητής τηλεφωνίας, του ηλεκτρικού ρεύματος και της ύδρευσης όταν υπερβαίνει το ποσό των 1.000 ευρώ
- των πληροφοριών από αλλοδαπές αρχές, μέσω της Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας (DAC1), για μισθούς, συντάξεις, διοικητικές αμοιβές και εισόδημα από ακίνητα, με τις υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος
- των πληροφοριών από αλλοδαπές αρχές, μέσω της Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας (FATCA), για τόκους και μερίσματα αλλοδαπής με τις υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.