Στο δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας αλλά και στις πόλεις «φαντάσματα» της ελληνικής επαρχίας ως αποτέλεσμα της σταδιακής μείωσης των γεννήσεων, της οικονομικής δυσπραγίας και της μαζικής μετανάστευσης, αναφέρεται σε δημοσίευμά του το CNBC.
Ειδικότερα, δίνει το παράδειγμα της Λάστας, ενός χωριού στο νομό Αρκαδίας, όπου λόγω της έλλειψης πληθυσμού βρίσκεται ένα ιδιόμορφο καφενείο. Οι πελάτες πηγαίνουν, σερβίρονται μόνοι τους και αφήνουν στη συνέχεια την δωρεά τους απολαμβάνοντας το χώρο που είναι στολισμένος με τις μνήμες του παρελθόντος.
- Διαβάστε ακόμη - Economist: Κοντά στην κορυφή και το 2024 η ελληνική οικονομία
Σύμφωνα με το CNBC, η Λάστα είναι μία μόνο από τις εκατοντάδες ερημωμένες πόλεις και χωριά που βρίσκονται διάσπαρτα σε όλη την Ελλάδα. Οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η μείωση του πληθυσμού στην Ελλάδα που μόλις βγήκε από μία πολυετή κρίση σε συνδυασμό με το ότι δεν διαθέτει αρκετούς νέους ανθρώπους να στηρίξουν την οικονομία της αποτελούν σημαντικά εμπόδια για την ανάπτυξή της.
«Παρ' όλο που η Ελλάδα έχει πολύ σταθερή ανάπτυξη προς το παρόν, κοιτάζοντας το μέλλον, με λιγότερους ανθρώπους να κάνουν τη δουλειά, αυτό θα είναι δύσκολο να διατηρηθεί», δήλωσε ο Bert Colijn, επικεφαλής οικονομολόγος της ING.
«Υπαρξιακή απειλή» η μείωση των γεννήσεων
Η Ελλάδα έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά γεννήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Στο 1,3% βρίσκεται στο μισό του ποσοστού του 1950 και πολύ κάτω από το 2,1% που απαιτείται για την αντικατάσταση του πληθυσμού.
Πέρσι, στην χώρα καταγράφηκαν περίπου 71.400 γεννήσεις. Πρόκειται για τον χαμηλότερο αριθμό από όταν ξεκίνησαν οι καταγραφές πριν από σχεδόν έναν αιώνα και περίπου 6% λιγότερες σε σχέση με το 2022. Στην Ελλάδα για κάθε δύο θανάτους συμβαίνει περίπου μία γέννηση και το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 65 ετών είναι σχεδόν διπλάσιο από εκείνο των ηλικιών 0 έως 14 ετών. Το πρόβλημα επηρεάζει πιο έντονα ορισμένες περιοχές στην ηπειρωτική Ελλάδα αλλά και κάποια από τα νησιά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προειδοποίησε μάλιστα για «υπαρξιακή» απειλή για την κοινωνία, καθώς η Ελλάδα είναι πολύ πιο εκτεθειμένη από τις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες στις ευρύτερες δημογραφικές αλλαγές. «Η αλήθεια είναι ότι σήμερα ο λαός μας είναι από τους πιο ηλικιωμένους στην Ευρώπη», ανέφερε συγκεκριμένα στο δημογραφικό συνέδριο.
Λόγω του ότι οι ερημωμένες περιοχές και χωριά είναι συχνά απομακρυσμένες, είναι δύσκολο να υπολογιστεί ο ακριβής αριθμός τους, αλλά πρόσφατες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό γύρω στο 200. Πολλές από αυτές είναι σχεδόν ξεχασμένες και μόνο τα ερείπια των κτηρίων έχουν απομείνει για να θυμίζουν ότι κάποτε υπήρχε ζωή στα μέρη αυτά. Άλλες όπως η Λάστα δέχονται τουρίστες που επιθυμούν να βγουν εκτός της πεπατημένης και να ανακαλύψουν την άλλη πλευρά της Ελλάδας. Στην απογραφή του 2021, 12 κάτοικοι έμεναν στη Λάστα ενώ όταν την επισκέφθηκε το CNBC δεν είχε απομείνει πιθανότατα κανείς.
Απομεινάρια της κρίσης
Η δημογραφική κρίση της Ελλάδας έχει τις ρίζες της σε μεγάλο βαθμό στην κρίση του 2009 και τα χρόνια λιτότητας και οικονομικής δυσχέρειας που ακολούθησαν, με τον πληθυσμό να συρρικνώνεται κατά 1/4 στη δεκαετή διάρκειά της.
Εκείνοι που επλήγησαν περισσότερο ήταν οι νέοι. Συγκεκριμένα το α' τρίμηνο του 2013, η ανεργία των νέων άγγιξε το 59,5% υπερδιπλάσια από το προηγούμενο εθνικό υψηλό του 27%. Την ίδια περίοδο, μετανάστευσαν στο εξωτερικό 400.000 άτομα ή 9% του εργατικού δυναμικού της χώρας.
Σήμερα, περισσότερο από το μισό του πληθυσμού (53%) της Ελλάδας κατοικεί στην πρωτεύουσα και στην ευρύτερη περιοχή του νομού Αττικής, αλλά και στην Θεσσαλονίκη. Άλλες περιοχές συμπεριλαμβανομένων των νησιών καταγράφουν συνεχή μείωση του πληθυσμού τα τελευταία χρόνια.
Κάποιοι άλλοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η μείωση του πληθυσμού της χώρας ανάγεται ακόμη πιο πίσω, στην κρίση του 1980. Τότε, η μείωση των γεννήσεων οδήγησε έκτοτε σε λιγότερες γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και έτσι οι γυναίκες ηλικίας 20 έως 40 ετών είναι σήμερα 150.000 λιγότερες από ότι πριν από πέντε χρόνια.
Πρωτοβουλίες για την ενίσχυση του πληθυσμού
Η πρόβλεψη της κυβέρνησης είναι ότι ο πληθυσμός μπορεί να μειωθεί από 10,4 εκατ. σήμερα σε 7,5 εκατ. μέχρι το 2050.
- Διαβάστε ακόμη: Μητσοτάκης για δημογραφικό: Υπαρξιακό στοίχημα για το μέλλον μας, αποκαρδιωτικά τα στοιχεία του 2022
Τον Οκτώβριο, ο Κ. Μητσοτάκης με το αρμόδιο υπουργείο ανακοίνωσαν ότι θα δαπανηθούν 20 δισ. ευρώ έως το 2035 για κίνητρα που θα ανακόψουν τη μείωση του πληθυσμού, όπως επιδόματα τέκνων, ενισχυμένες γονικές άδειες και φορολογικές ελαφρύνσεις.
«Χρειαζόμαστε ένα σοκ. Χρειαζόμαστε κάτι που να δημιουργεί, ξέρετε, ένα αίσθημα ασφάλειας και αισιοδοξίας, ιδίως στον νεότερο πληθυσμό», δήλωσε η Ζαχαράκη, υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογενειακών Υποθέσεων, στο CNBC.
Ωστόσο, ο Colijn υποστηρίζει ότι δεν είναι βέβαιο πως τα μέτρα θα είναι αρκετά για να αλλάξουν την υπάρχουσα τάση και ότι πιθανότατα θα χρειαστούν σημαντικές αλλαγές πολιτικής για να υποστηριχθούν οι δημογραφικές αλλαγές, δίνοντας ως παράδειγμα την παροχή κινήτρων στους νέους να παραμείνουν στην Ελλάδα αλλά και τον επαναπατρισμό όσων έχουν φύγει στο εξωτερικό.
Το Δημογραφικό επιβαρύνει την οικονομική ανάπτυξη
«Η δημογραφική συρρίκνωση της Ελλάδας βρίσκεται σε αντίθεση με τις πολύ βελτιωμένες πλέον οικονομικές προοπτικές της χώρας», καταλήγει το CNBC.
Οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι η δημογραφική μείωση θα μπορούσε τελικά να υπονομεύσει μακροπρόθεσμα αυτή την ανάπτυξη.
«Οι δημογραφικές εξελίξεις είναι καθοριστικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη. Έχει να κάνει με το πόσα εργατικά χέρια έχεις διαθέσιμα και τι έργο μπορούν να παράγουν», δήλωσε ο Colijn, υπογραμμίζοντας μια «ισχυρή συσχέτιση» μεταξύ της αύξησης του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Η Ελλάδα δεν είναι μόνη της σε αυτό το φαινόμενο: Η δημογραφική συρρίκνωση είναι ένα ζήτημα που αντιμετωπίζουν πολλές ανεπτυγμένες χώρες. Η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, με ποσοστά γονιμότητας 1,2 και 0,72 το 2023, αντίστοιχα, είναι από τα πιο γνωστά παραδείγματα.
«Βρισκόμαστε σήμερα εν μέση μιας πρωτοφανούς δημογραφικής μετάβασης, κατά την οποία η παγκόσμια αύξηση του πληθυσμού επιβραδύνεται συνεχώς, με ελάχιστα εμφανή σημάδια ότι η τάση πρόκειται να αλλάξει», έγραψε ο Jim Reid, παγκόσμιος επικεφαλής μακροοικονομικών ερευνών της Deutsche Bank.