Με υψηλότερες τιμές αναμένεται να υποδεχτούν τα ελληνικά ξενοδοχεία τους πελάτες τους φέτος το καλοκαίρι, σε μια προσπάθεια να ισοσκελίσουν την αύξηση του ενεργειακού κόστους και των πρώτων υλών. Καθώς μάλιστα οι επιχειρηματίες του κλάδου ποντάρουν στο ισχυρό brand name που έχει χτίσει η χώρα μετά την πανδημία, οι φετινές αυξήσεις εκτιμάται ότι θα κυμανθούν σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με πέρυσι, πριμοδοτώντας και πάλι, κυρίως τις πεντάστερες μονάδες.
Κατά 20% υψηλότερες οι τιμές στα πεντάστερα
Ειδικότερα, σύμφωνα με παράγοντες της ξενοδοχειακής αγοράς που μίλησαν στο insider.gr, ήδη οι τιμοκατάλογοι των ξενοδοχείων παρουσιάζουν μια μεσοσταθμική αύξηση της τάξης του 6% με 8%. Στην περίπτωση δε των ξενοδοχείων πολλών αστέρων που εδράζονται σε δημοφιλείς προορισμούς της χώρας, όπως στη Μύκονο και τη Σαντορίνη, οι ανατιμήσεις κινούνται παράλληλα με την διαπραγματευτική ισχύ και ανά περιπτώσεις φτάνουν και το 20%.
Φυσικά οι αυξήσεις δεν αφορούν μόνο στα ξενοδοχεία, αλλά επεκτείνονται και στις μεταφορές. Ενδεικτικές είναι οι πρόσφατες δηλώσεις του γενικού Διευθυντή της Διεθνούς Ένωσης Αερομεταφορών, Γουίλι Γουόλς, ο οποίος προέβλεψε περαιτέρω αύξηση στις τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων και το 2023. Ενώ μάλιστα στις υπερατλαντικές πτήσεις οι ανατιμήσεις θα φτάσουν εσχάτως το 5%, στις ενδοευρωπαϊκές αναμένονται υψηλότερες καθώς η ανάκτηση της χωρητικότητας των αεροπορικών εταιρειών συνεχίζει να υστερεί σε σχέση με την αναζωπύρωση της ζήτησης.
Στα ύψη τα λειτουργικά κόστη
Οι όποιες αυξήσεις έρχονται σε συνέχεια της ισχυρής δυναμικής του ελληνικού τουρισμού που καταγράφηκε την προηγούμενη χρονιά και της υψηλής ζήτησης που αναμένεται να καταγραφεί και την τρέχουσα. Δεν οφείλονται όμως αποκλειστικά εκεί. Έχουν την αιτία τους και στις ευρύτερες πληθωριστικές πιέσεις που παρατηρούνται στην αγορά, οι οποίες αυξάνουν αισθητά τα κόστη, ειδικά στην περίπτωση των ξενοδοχείων και των αερομεταφορών.
Τα λειτουργικά κόστη έχουν πραγματικά εκτιναχθεί, επεσήμανε χαρακτηριστικά παράγοντας της ξενοδοχειακής αγοράς μιλώντας στο insider.gr. Σύμφωνα με τον ίδιο, το ενεργειακό κόστος έχει πλέον διπλασιαστεί ενώ η αύξηση στις τιμές των πρώτων υλών αγγίξει πια το 42%. Σε αυτό το πλαίσιο οι επιχειρηματίες του κλάδου έχουν εδώ και καιρό επισημάνει ότι η όποια επιστροφή στα μεγέθη του 2019, μπορεί να φέρει τα επιθυμητά έσοδα στα κρατικά ταμεία αλλά να μην αποδειχθεί αρκετή για να επιστρέψουν οι επιχειρήσεις σε υψηλή κερδοφορία. Ειδικά εφόσον έρχεται μετά από δύο πανδημικές χρονιές που εκμηδένισαν την ζήτηση, συσσωρεύοντας ζημιές στην τελευταία γραμμή του ισολογισμού των τουριστικών επιχειρήσεων.
Αλλάζει το τουριστικό μείγμα
Η ανοδική πορεία των τιμών αναμένεται να ευνοήσει μερικώς την αλλαγή τουριστικού μοντέλου που επιδιώκεται στον κλάδο και η οποία στοχεύει στην προσέλκυση τουριστών υψηλότερων εισοδημάτων. Την ίδια στιγμή βέβαια θα μπορούσε να αποκλείσει από την τουριστική αγορά τους Έλληνες τουρίστες αλλά και τους διεθνείς επισκέπτες της μεσαίας τάξης, οι οποίοι βλέπουν ήδη το διαθέσιμο εισόδημα τους να περιορίζεται εξαιτίας των ανατιμήσεων σε βασικά αγαθά.
Αυτός είναι και ο λόγος που παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι μεγάλοι κερδισμένοι και της επόμενης χρονιάς θα είναι τα πεντάστερα και τα τετράστερα, ενώ τα ξενοδοχεία χαμηλότερης κατηγορίας και η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα που παραμένει η ραχοκοκαλιά της Ελλάδας, θα βρεθεί σε δυσμενέστερη θέση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το προβάδισμα του τουρισμού πολυτελείας έγινε αισθητό ήδη από το 2021 και διογκώθηκε το 2022. Αρκεί να αναφέρουμε αν και μειοψηφία στο ξενοδοχειακό χαρτοφυλάκιο, καθώς το 60% των 10.000 ξενοδοχείων της χώρας είναι κάτω των 3 αστέρων, τα ξενοδοχεία 4 και 5 αστέρων πρωταγωνίστησαν τις δύο προηγούμενες χρονιές τόσο σε πληρότητες όσο και τιμολογιακά.
Σύμφωνα με έρευνα του ειδικευμένου στον τουρισμό συμβουλευτικού οίκου Mabrian, το καλοκαίρι του 2022, οι αυξήσεις στα ξενοδοχεία έως και τριών αστέρων κυμάνθηκαν μεταξύ 2%-5% σε σχέση με το 2021 και έφτασαν στο 11% στην περίπτωση των πεντάστερων. Αντίστοιχα σε σχέση με την προπανδημική χρονιά του 2019, οι αυξήσεις έφτασαν στο 30% για τα ξενοδοχεία τριών αστέρων και ξεπέρασαν το 100% για τα πεντάστερα.