Η εικόνα που έχουν οι πολίτες για τη φαρμακοβιομηχανία και πώς αυτή μπορεί να «ΜΕΤΑ-εξελιχθεί» στη μετά την πανδημία εποχή ήταν ένα από τα κύρια θέματα που συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια του 13ου Συνεδρίου Φαρμακευτικού Management, με τίτλο «METAPHARMA: Μαζί διαμορφώνουμε το Μέλλον της Υγείας».
Σχετική έρευνα, την οποία παρουσίασε ο Διευθύνων Σύµβουλος της MRB Hellas, κ. Δηµήτρης Μαύρος, κατέδειξε μία βελτιωμένη εικόνα για τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις μετά την πανδημία, χωρίς όμως η βελτίωση αυτή να είναι θεαματική, καθώς από τη μία πλευρά αναφέρονται ως «δέντρο της ζωής», από την άλλη όμως εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως κερδοσκοπικοί οργανισμοί. Πάντως, η αναγνώριση της θετικής συμβολής τους στην ανθρώπινη ζωή, που αναδείχθηκε στην περίοδο της υγειονομικής κρίσης, φαίνεται να αμβλύνει σημαντικά την κριτική διάθεση.
Στην επίδοση των φορέων στην πανδημία Covid-19, οι φαρμακευτικές εταιρείες ήρθαν στην 4η θέση, μετά τους φαρμακοποιούς, τα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα και τον προσωπικό/οικογενειακό γιατρό. Όσον αφορά στο βαθμό εμπιστοσύνης των πολιτών, η φαρμακοβιομηχανία φαίνεται να χάνει έδαφος συγκριτικά με άλλους κλάδους - σε σχέση με το 2017 - κυρίως λόγω της εξωστρεφούς πολιτικής που ακολούθησαν οι κλάδοι αυτοί, μέσω οργανωμένων δράσεων Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ).
Αναφορικά με το σύστημα υγείας, προκύπτει ότι το αφήγημα του «ηρωικού ΕΣΥ» κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας τείνει να «ξεθωριάσει», καθώς οι αναφορές στην ποιότητα και την αφοσίωση του ιατρικού προσωπικού φαίνεται να υπερκαλύπτονται από τις δομικές αδυναμίες (υποδομές, προσωπικό). Μάλιστα, η έρευνα ανέδειξε και ερωτηματικά ως προς την αρτιότητα της αντιμετώπισης των περιστατικών Covid-19 κατά τα επόμενα κύματα και κατέδειξε διαφορές μεταξύ του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως η «Υγεία/Περίθαλψη/Πανδημία» κατάλαβε την πρώτη θέση στη λίστα με τα πιο σημαντικά προβλήματα της χώρας.
Σχολιάζοντας τα ευρήματά σχετικά με τη δημόσια εικόνα των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, ο κ. Κωνσταντίνος Παναγούλιας, Αναπληρωτής Πρόεδρος ΣΦΕΕ, Αντιπρόεδρος ΒΙΑΝΕΞ Α.Ε., ανέφερε: «Στη δεοντολογία βρισκόμαστε στο υψηλότερο επίπεδο που μπορεί να βρίσκεται ένας κλάδος. Τα στελέχη των φαρμακευτικών εταιρειών ακολουθούν ηθικές αρχές οι οποίες είναι δεσμευτικές, ακολουθούν κώδικα δεοντολογίας και ελέγχονται για την εφαρμογή τους. Δυστυχώς δεν έχουμε καταφέρει να περάσουμε την εμπιστοσύνη στην κοινωνία. Ωστόσο, έχουμε και τα ελαφρυντικά μας. Ο κλάδος ήταν πάντα στοχοποιημένος από την Πολιτεία. Συχνά γινόμαστε αντικείμενο πολιτικής διαμάχης, σκανδαλολογίας κ.ο.κ.».
Ο κ. Γρηγόρης Καρέλος, Aντιπρόεδρος ΕΦΕΧ, Γενικός Διευθυντής Johnson & Johnson CHC, σχολίασε: «Όσο περισσότερα γνωρίζει η κοινωνία για το τι κάνουν οι εταιρείες, τόσο θετικότερος θα είναι και ο αντίκτυπος που έχουμε». Ο ίδιος αναφέρθηκε στις καινοτομίες των φαρμακευτικών προϊόντων ευρείας χρήσης όπως και στην στρατηγική ενέργεια του ΕΦΕΧ να διεξάγει μόνιμη καμπάνια ενημέρωσης του κοινού. «Θα έχουμε μία σταθερή επικοινωνία με το κοινό σχετικά με το πώς μπορεί να γίνει αποτελεσματικότερη η πρόληψη ασθενειών και η αντιμετώπιση ήπιων συμπτωμάτων», τόνισε.
Ο Πρόεδρος του ΕΟΔΥ, κ. Θεοκλής Ζαούτης, ανέφερε: «Αν θέλουμε να αποκτήσουμε εμπιστοσύνη στα δεδομένα της δημόσιας υγείας, της φαρμακοβιομηχανίας και της χρήσης φαρμάκων θα πρέπει να προχωρήσουμε σε μία πολιτική ανοιχτών δεδομένων». Υπάρχει ένας κλάδος που δεν έχει αξιοποιηθεί ακόμα στην Ελλάδα, η Φαρμακοεπιδημιολογία, δηλαδή η μελέτη της χρήσης και της αποτελεσματικότητας ενός φαρμάκου στους πληθυσμούς. Ένας φορέας σαν τον ΕΟΔΥ, μαζί με τον ΕΟΦ, θα μπορούσε να επεκτείνει αυτόν τον κλάδο, ο οποίος θα μπορέσει να παρέχει ψηφιοποιημένα δεδομένα, που θα εξασφαλίσουν περισσότερη εμπιστοσύνη στη χρήση φαρμάκων.»
«Η ψηφιοποίηση είναι η μεγάλη πρόκληση όλου του συστήματος υγείας στην Ελλάδα. Αν ανάγουμε το επίπεδο ψηφιοποίησης που έχουμε στη χώρα μας, είμαστε στη δεκαετία του ’70 στην υπόλοιπη Ευρώπη. Έχουμε συστήματα ατάκτως ειρημένα, με αδυναμία συνεργασίας. Δύο είναι οι μεγάλες προκλήσεις: η διασυνδεσιμότητα των συστημάτων και η διασύνδεση των ελληνικών συστημάτων με τα ευρωπαϊκά. Για να πάρουμε αποφάσεις πλέον σε όλα τα επίπεδα πρέπει να έχουμε real world data και real world evidence. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μία παγκόσμια συνεργασία», σχολίασε ο Πρόεδρος του ΕΟΦ, κ. Δημήτρης Φιλίππου.
Την αξία της ψηφιοποίησης στα νοσοκομεία επεσήμανε ο κ. Σωκράτης Μητσιάδης, Διοικητής Γενικού Νοσοκοµείου «Σωτηρία». Ο ίδιος τόνισε ότι «για πρώτη φορά κατά την περίοδο της πανδημίας το Εθνικό Σύστημα Υγείας λειτούργησε ως ενιαίο Σύστημα Υγείας». Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, επεσήμανε ότι αποκάλυψαν τις δυσκαμψίες του συστήματος, υπογραμμίζοντας ότι αυτή η συγκυρία είναι μία χρυσή ευκαιρία για το ΕΣΥ, προκειμένου να αλλάξει με τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.
Μιλώντας για την εικόνα των φαρμακευτικών εταιρειών στα μάτια των ασθενών, ο κ. Δηµήτρης Κοντοπίδης, Αντιπρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Ασθενών, ανέφερε ότι «οι χρονίως πάσχοντες είναι γνώστες της αξίας του φαρμάκου», απενοχοποιώντας την έννοια του κέρδους: «Για ποιο λόγο να μην έχεις μεγαλύτερο κέρδος, όταν το επανεπενδύεις για να δώσεις περισσότερη υγεία; Αυτό που θέλουμε εμείς είναι η αξία να επιστρέφει στον ασθενή. Αυτό μπορεί να γίνει όταν χρησιμοποιούνται σωστά, δίκαια και με προτεραιότητες οι πεπερασμένοι πόροι. Η ψηφιακή υγεία και ο μετασχηματισμός, όταν γίνει σωστά, μπορεί να μας δώσει αυτή την οικονομία κλίμακας και τη μεγάλη απόδοση».
Η «οπτική» του ακαδημαϊκού και διαφημιστικού χώρου
Την «οπτική» του ακαδημαϊκού και του διαφημιστικού χώρου ανέπτυξαν στο Expert Forum που ακολούθησε οι κ.κ. Γεώργιος Μπάλτας, Καθηγητής τµήµατος Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας, Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών, Διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών και Αντώνης Κόχειλας, Global CEO, Ogilvy Advertising.
«Το κλειδί στην επικοινωνία με το κοινό και τους επαγγελματίες υγείας είναι η ειλικρίνεια. Το κοινό μπορεί να κατανοήσει εάν του μιλήσεις με το σωστό τρόπο. Το φάρμακο είναι ένα αγαθό γι’ αυτόν που δέχεται την ευεργεσία των ιδιοτήτων του αλλά είναι προϊόν γι’ αυτόν που το παράγει. Γιατί ενσωματώνει πόρους, τεχνολογία, ανθρώπινο δυναμικό και οποιαδήποτε επιστημονική έρευνα στον τομέα ενέχει υψηλό ρίσκο. Να γίνει η παραδοχή ότι οι εταιρείες είναι οικονομικοί οργανισμοί, που θέλουν πωλήσεις και κέρδη, τα οποία όμως χρησιμοποιούνται για την προαγωγή των φαρμάκων και τη βελτίωση της ζωής όλων», σχολίασε ο κ. Μπάλτας.
Σύμφωνα με τον κ. Κόχειλα, εάν κερδηθεί μερίδα της κοινής γνώμης ο κλάδος θα μπορεί να διαπραγματευτεί καλύτερα με την Πολιτεία και να αξιώσει μια πιο δίκαιη φορολόγηση. «Αν έχεις την ταμπέλα του “κακού παιδιού” είναι πολύ δύσκολο να διεκδικήσεις ό,τι δικαιωματικά σου ανήκει. Αν όμως αποτάξεις αυτήν την ταμπέλα και γίνεις ένας κλάδος που έμπρακτα συνεισφέρει, τότε το κράτος οφείλει να σου φερθεί και αυτό πιο δίκαια. Η καλή φήμη χτίζεται αποτελεσματικά εάν στοχεύσεις στη δημιουργία της χωρίς να περιμένεις απλά να έρθει», εξήγησε.