Μεγάλο μέρος της απόστασης για την εξυγίανση των ισολογισμών τους έχουν διανύσει οι ελληνικές συστημικές τράπεζες από το περιβάλλον «ασφυξίας» του 2015 με τα capital controls, εκτιμούν οι αναλυτές της Bank of America.
Από τότε, η θέση χρηματοδότησης/ρευστότητας των τραπεζών έχει βελτιωθεί σημαντικά ενώ στο μηδέν έφτασε και η εξάρτησή τους από τον Μηχανισμό Έκτακτης Ρευστότητας (ELA). Παράλληλα, οι συστημικές τράπεζες επωφελήθηκαν από τη συνεχιζόμενη μείωση του κόστους χρηματοδότησης αλλά δεδομένης της ασύμμετρης θέσης τους (με εξαίρεση την Εθνική Τράπεζα, οι περισσότερες έχουν αναφέρει δείκτη κάλυψης ρευστότητας LCR μικρότερο του 100% μέχρι τα μέσα του 2019) η ευαισθησία στις μεταβολές των επιτοκίων αποτέλεσε ένα δευτερεύον ζήτημα. Δεδομένων λοιπόν, των ισχυρών εισροών καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα που άγγιξε τα 11 δισ. ευρώ το 2020 και της αλλαγής του «μείγματος» με περισσότερους τρεχούμενους λογαριασμούς και όψεως και λιγότερες αποταμιεύσεις, η BofA υποστηρίζει ότι όλες οι τράπεζες θα μπορέσουν να επωφεληθούν από την αύξηση των επιτοκίων.
Ωστόσο, η προοπτική αύξησης των επιτοκίων από την πλευρά της ΕΚΤ αποτελεί ένα πιο μακρινό σενάριο σε σύγκριση με τις κεντρικές τράπεζες στην περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Έτσι, η Eurobank παρουσιάζοντας τον πιο διαφοροποιημένο γεωγραφικά χαρτοφυλάκιο assets μέσω των θυγατρικών της, καθώς η Βουλγαρία καλύπτει το 10% των δανείων, η Κύπρος το 5% και η Σερβία το 3%, μπορεί να επωφεληθεί από πιθανές αυξήσεις των επιτοκίων σε αυτές τις αγορές. Αυτό φυσικά θα αποτελέσει μια αρνητική χροιά για τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα (
Όπως εκτιμά η BofA, μια αύξηση κατά 100 μ.β στην καμπύλη αποδόσεων ενισχύει τα έσοδα των τραπεζών περίπου 5% κατά μ.ο με την Εθνική να προσεγγίζει το 9% το 2021 έναντι 5% της Eurobank και 3% της Τράπεζας Πειραιώς.
Πέραν αυτού, οι αναλυτές του αμερικανικού οίκου προτιμούν τη μετοχή της Eurobank και έπειτα της Εθνικής Τράπεζας δίνοντας σύσταση «buy» ενώ διατηρούν την επιφυλακτικότητά τους για τον τίτλο της Τρ. Πειραιώς με σύσταση υποαπόδοσης («underperform»).
Από Ανδρέα Βελισσάριο, [email protected]