Οι ευρωαγορές δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν την πίεση αφενός ενόψει της επόμενης συνεδρίασης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve) που ξεκινά την Τρίτη και αφετέρου της ΕΚΤ την Πέμπτη έκαναν «πρεμιέρα» για την εβδομάδα με απώλειες.
Η διήμερη συνεδρίαση θα ολοκληρωθεί με την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (FOMC) της κεντρικής τράπεζας να ανακοινώνει την τελευταία της απόφαση για τα επιτόκια με τους αναλυτές να εκτιμούν πως θα αυξηθούν κατά 25 μονάδες βάσης.
Οι αξιωματούχοι της Fed δεσμεύτηκαν να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό και αναμένουν ότι τα υψηλότερα επιτόκια θα παραμείνουν σε ισχύ μέχρι να σημειωθεί μεγαλύτερη πρόοδος σε αυτή τη «μάχη», σύμφωνα με τα πρακτικά που δημοσιεύθηκαν στις 04/01/2023 από τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου της FOMC.
Παράλληλα, μέσα από τα πρακτικά δίνεται «σήμα» για νέες αυξήσεις επιτοκίων καθώς οι φορείς άσκησης της νομισματικής πολιτικής υποστηρίζουν πως αυτές οι «άνοδοι» θα «είναι κατάλληλες για την επίτευξη των στόχων της FOMC», ενώ κανένα μέλος της Επιτροπής δεν αναμένει μειώσεις επιτοκίων το 2023, παρά τις όποιες κινήσεις της αγοράς.
Στη συνάντηση όπου οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αύξησαν το βασικό τους επιτόκιο άλλη μισή ποσοστιαία μονάδα, εξέφρασαν τη σημασία της διατήρησης της συσταλτικής νομισματικής πολιτικής όσο ο πληθωρισμός παραμένει απαράδεκτα υψηλός.
«Οι συμμετέχοντες γενικά παρατήρησαν ότι θα έπρεπε να διατηρηθεί μια περιοριστική πολιτική μέχρις ότου τα στοιχεία παράσχουν βεβαιότητα ότι ο πληθωρισμός βρεθεί σε σταθερή καθοδική πορεία στο 2%, κάτι που είναι πιθανό να πάρει κάποιο χρόνο. Λαμβάνοντας υπόψη το επίμονο και απαράδεκτα υψηλό επίπεδο πληθωρισμού, αρκετά μέλη τόνισαν ότι η ιστορική εμπειρία προειδοποιεί κατά της πρόωρης χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής» επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, η αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης θεωρείται σχεδόν σίγουρη την Πέμπτη, αφού τόσο η Κριστίν Λαγκάρντ όσο και τα στελέχη του Δ.Σ. φαίνονται διατεθειμένοι να ακολουθήσουν τη γραμμή που χάραξαν τον περασμένο Δεκέμβριο.
Πλέον, οι αναλυτές αναρωτιούνται για το αν οι κεντρικοί τραπεζίτες θα αποφασίσουν περαιτέρω σύσφιξη κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάρτιο ή θα αφήσουν ανοιχτή την πιθανότητα μίας περιορισμένης αύξησης (π.χ. 25 μονάδες βάσης), όπως τονίζεται σε δημοσίευμα του Bloomberg. Υπάρχουν, βέβαια, σημαντικές ενδείξεις πως η ΕΚΤ θα πρέπει να συνεχίσει την επιθετική αύξηση των επιτοκίων της. O πληθωρισμός βρίσκεται πολύ παραπάνω από τον στόχο του 2% της ΕΚΤ παρά την πρόσφατη μείωσή του, ενώ ο δομικός πληθωρισμός έχει καταγράψει αύξηση.
Η κίνηση των δεικτών
- Ο Stoxx 660 διολίσθησε 0,17% στις 454 μονάδες
- O Euro Stoxx 50 υποχώρησε 0,45% στις 4.159 μονάδες
- Στο Λονδίνο ο FTSE 100 ενισχύθηκε 0,25% στις 7.784 μονάδες.
- Στη Φρανκφούρτη ο DAX έπεσε 0,16% στις 15.126 μονάδες.
- Στο Παρίσι ο CAC 40 κατέγραψε απώλειες 0,21% στις 7.082 μονάδες.
- Ο FTSE MIB στο Μιλάνο έχασε 0,38% στις 26.335 μονάδες
- Ο IBEX 35 στη Μαδρίτη έκλεισε στις 9.049 μονάδες με -0,12%
Μάκρο
Στο «μέτωπο» των μάκρο, βελτίωση εμφάνισε ο δείκτης οικονομικού κλίματος που καταρτίζει για την Ευρωζώνη η Κομισιόν κατά τον Ιανουάριο, ενώ αμετάβλητος και σε αρνητικό έδαφος παρέμεινε ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώθηκε στις 99,9 μονάδες έναντι 97,1μονάδων προηγουμένως και ενώ οι αναλυτές που συμμετείχαν σε έρευνα του Reuters ανέμεναν να φτάσει στις 97 μονάδες. Πρόκειται για τον τρίτο συνεχόμενο μήνα ανόδου και το υψηλότερο επίπεδο που έχει βρεθεί ο δείκτης από τον Ιούνιο του 2022.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης έμεινε αμετάβλητος στις -20,9 μονάδες. Ο δείκτης εμπιστοσύνης για τον κλάδο της βιομηχανίας διαμορφώθηκε στις 1,3 μονάδες έναντι -1,5 μονάδων και ενώ οι αναλυτές ανέμεναν μια μέτρηση στις -0,6 μονάδες. Ο δείκτης εμπιστοσύνης για τον κλάδο των υπηρεσιών διαμορφώθηκε στις 10,7 μονάδες έναντι 6,3 μονάδων προηγουμένως και ενώ οι αναλυτές ανέμεναν μια μέτρηση στις 7,9 μονάδες.
Στη Γερμανία η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,2%, το δ' τρίμηνο του 2022, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία που ανακοίνωσε η στατιστική υπηρεσία της χώρας, αποδίδοντας την εξέλιξη αυτή στη χαμηλή ιδιωτική κατανάλωση. Tαυτόχρονα, στην Ισπανία, ο πληθωρισμός κατέγραψε απρόσμενη άνοδο τον Ιανουάριο, «καθοδηγούμενος» από τις υψηλές τιμές καυσίμων. Ειδικότερα, σσε ετήσιο επίπεδο ο πληθωρισμός -εναρμονισμένος με τις τιμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης- διαμορφώθηκε στο 5,8%. έναντι 5,5% τον Δεκέμβριο.