Από τη χθεσινή «αιμορραγία» της αγοράς με απώλειες 7,43%, στη σημερινή βίαια ανοδική κίνηση και στον περιορισμό των ζημιών των τελευταίων ημερών, εν αναμονή βέβαια των απαντήσεων μεταξύ ΗΠΑ - Κίνας.
Το ΧΑ περιμένει τα νεότερα από τον οίκο FTSE Russell. Η αναβάθμιση από τη Moody's φαίνεται να αποτελεί διέξοδο για τον FTSE για τη μετάβαση της αγοράς στις ανεπτυγμένες αγορές, έως τον Σεπτέμβριο του 2025 (υποθέτοντας ότι θα ληφθεί η απόφαση για αναβάθμιση στην ενδιάμεση ενημέρωση στις 8 Απριλίου). Βέβαια, οι index providers αρέσκονται στο να παίρνουν περισσότερο χρόνο σε περιπτώσεις αναβαθμίσεων, εν αντιθέσει με τις υποβαθμίσεις, οπότε θα μπορούσαν να προτείνουν μια αναβάθμιση το 2026. Αν η αναβάθμιση στις αναπτυγμένες αγορές θα είναι θετική ή αρνητική, μένει να φανεί, με την Ελλάδα να αποτελεί «ένα μικρό ψάρι σε μια πολύ μεγαλύτερη λίμνη», με στάθμιση μόλις στο 0,07% στις αναπτυγμένες αγορές έναντι 0,60% στις αναδυόμενες αγορές, αλλά ενδεχομένως να συγκεντρώσει πάνω της ένα μεγαλύτερο «φάσμα» επενδυτών.
Ακόμη πιο σημαντική κρίνεται η ετυμηγορία της MSCI. Εάν ο index provider εντάξει το Χρηματιστήριο Αθηνών σε «watch list» για αναβάθμιση, θα υπάρξει ένα «sweet spot» (άκρως ελκυστικό σημείο εισόδου) όπου οι active traders τόσο από τις ανεπτυγμένες όσο και από τις αναδυόμενες αγορές θα μπορούν να τοποθετηθούν στην αγορά. Συνεπώς η ένταξη σε «watch list» θα αποτελέσει το βασικό «καταλύτη» (αυτό προεξοφλείται σταδιακά) για το flow των active traders στα δύο πεδία αγορών (ανεπτυγμένες - αναδυόμενες) και εάν και όποτε τελικώς η εγχώρια αγορά αναβαθμιστεί, εκτιμάται ότι θα υπάρξει ένα αρκούντως ικανοποιητικό μέγεθος εισροών από την πολύ μεγαλύτερη επενδυτική «δεξαμενή» των ανεπτυγμένων αγορών που θα αντισταθμίσει τυχόν εκροές που θα προκύψουν από funds που δραστηριοποιούνται στις αναδυόμενες αγορές.
Παρά τη σημερινή αντίδραση που εν μέρει καλύφθηκε ένα μέρος των ζημιών των τελευταίων ημερών, οι τράπεζες απέχουν σχεδόν 20% από τα πρόσφατα πολυετή υψηλά τους.
Ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε άνοδο 6,19% στις 1.570,53 μονάδες, με τον τζίρο στα 304 εκατ. ευρώ περίπου. Ράλι 6,69% για τον FTSE 25 και εκτίναξη 8,31% για τον τραπεζικό στις 1.440,91 μονάδες. Δυνατή αντίδραση καταγράφεται επίσης στις ξένες αγορές με τον DAX στο +3,13% και τον FTSE 100 στο +3,51%. Ράλι και στην Αμερική με τον S&P 500 στο +3,81% και τον Dow Jones να κερδίζει περίπου 1.400 μονάδες.
Στις τράπεζες στράφηκε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, με την Alpha να επιστρέφει πάνω από τα 2 ευρώ, με άνοδο 9,87%, την Πειραιώς στο 9,81% και τα 4,60 ευρώ, την Eurobank στο 8,92% και τα 2,235 ευρώ και την ΕΤΕ στο 5,58% και τα 8,588 ευρώ, έχοντας κρατήσει μερικώς χθες. Εκτίναξη 12,75% για Optima στα 13,44 ευρώ, με την Κύπρου στο 4,37% και τα 5,26 ευρώ.
Ισχυρή άνοδος 7,49% για τη ΔΕΗ στα 12,63 ευρώ, με τον ΟΠΑΠ να κάνει επίσης ράλι 7,15% στα 17,68 ευρώ, την Ελλάκτωρ στο 9,44%, την Aegean στο 6,69% και την Lamda στο 6,43%. Κέρδη πέριξ του 5,5%-6% για Metlen, MOH και ΕΛΠΕ, ενώ κατά 4,83% ενισχύθηκε ο ΟΤΕ. Κέρδη 4,95% για Τιτάν και 4,99% για ΓΕΚ. Ηπιότερα κέρδη 2,94% για Jumbo.
Στο επίκεντρο των επενδυτών βρίσκονται οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ των δύο οικονομικών υπερδυνάμεων που κλιμακώνονται, μετά την κίνηση Τραμπ να ανεβάσει εάν δεν κάνει πίσω η Κίνα στους πρώτους δασμούς, το επίπεδο των δασμών στο 50%. Το «tit for tat» παιχνίδι των δύο δυνάμεων για το ποιος τελικά θα κάνει πίσω και θα διαπραγματευθεί, προκαλεί ισχυρή αβεβαιότητα και επιφυλάξεις από την πλευρά των επενδυτών που απέχουν από την ανοδική αντίδραση των αγορών. Όπως δήλωσε το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου «η απειλή των ΗΠΑ να κλιμακώσουν τους δασμούς στην Κίνα είναι ένα λάθος πάνω σε άλλο ένα λάθος. Αν οι ΗΠΑ επιμείνουν στον δικό τους δρόμο, η Κίνα θα παλέψει μέχρι τέλους».
Σύμφωνα με το Politico, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Σκοτ Μπέσεντ πέταξε στη Φλόριντα την Κυριακή για να ενθαρρύνει τον Πρόεδρο Τραμπ να εστιάσει το μήνυμά του στη διαπραγμάτευση ευνοϊκών εμπορικών συμφωνιών - διαφορετικά κινδυνεύει να υπάρξει μεγαλύτερο κραχ στη Wall Street. Ο Μπέσεντ είπε στον Τραμπ ότι οι αγορές θα παραμείνουν σε κίνδυνο εκτός κι αν αρχίσει να δίνει μεγαλύτερη έμφαση στο να μιλάει για το τέλος των δασμών - κερδίζοντας συμφωνίες με άλλες χώρες. «Οι αγορές θα συνεχίσουν να γκρεμίζονται αν δεν μετατοπιστείτε», δήλωσει, «δεν πρόκειται να εγκαταλείψετε την πολιτική, αλλά πρέπει να μιλήσετε για διαπραγματεύσεις και ποιο είναι το τελικό παιχνίδι».
Ωστόσο, η συμβουλή του Μπέσεντ φαίνεται ότι ενθάρρυνε τον Τραμπ να περιορίσει τις πιο απολυταρχικές δηλώσεις του και να ανοίξει επισήμως την πόρτα για διαπραγματεύσεις με ορισμένες χώρες. «Έχουμε πολλές πολλές χώρες που έρχονται να διαπραγματευτούν συμφωνίες μαζί μας και θα είναι δίκαιες συμφωνίες», είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους στο Οβάλ Γραφείο τη Δευτέρα το απόγευμα, προτού θολώσει ξανά τα νερά λέγοντας ότι θα υπάρξουν και «μόνιμοι δασμοί» και «διαπραγματεύσεις», που είπε ότι «μπορεί και τα δύο να είναι αλήθεια».
«Για τις χώρες που δεν αντιδρούν, βρισκόμαστε σε ένα μέγιστο επίπεδο δασμών. Και ελπίζω ότι, μέσω καλών διαπραγματεύσεων, το μόνο που θα κάνουμε είναι να δούμε τα επίπεδα να πέφτουν. Αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από τις άλλες χώρες», είπε ο Αμερικανός ΥΠΟΙΚ, τονίζοντας πως «οι διαπραγματεύσεις θα είναι σκληρές».
Όλοι κινούνται στους ρυθμούς και στη ρητορική του προστατευτισμoύ του Ν. Τραμπ. Με σύνθημα «Make Volatility Great Again» (εκτόξευση του δείκτη VIX στις 60,13 μονάδες) και με τη λογική του «καρότου και του μαστιγίου» ο Ντόναλντ Τραμπ ενεργοποίησε μια σειρά από εξουθενωτικούς δασμούς σε ένα κύκλο βασικών εμπορικών εταίρων, με τους οποίους επεδιώκει τη σύναψη εμπορικών, και όχι μόνο, συμφωνιών, ενώ σε μια μακροπρόθεσμη βάση, δεν αποκλείεται μια συμφωνία τύπου Plaza, για την περαιτέρω αποδυνάμωση του δολαρίου.
Ευρύτερα ωστόσο, η στρατηγική Τραμπ εδράζεται στον έλεγχο της καμπύλης αποδόσεων (αναχρηματοδότηση χρέους 7 τρισ. δολαρίων) και στην αποδυνάμωση της Κίνας. Μέχρι τα τέλη του 2026, οι ΗΠΑ πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν περίπου 7,2 τρισ. δολάρια σε ομόλογα που λήγουν, με το μεγαλύτερο μέρος αυτού του χρέους να έχει εκδοθεί μεταξύ 2020 - 2022 όταν τα επιτόκια ήταν κοντά στο 0,5% - 1,5%. Πλέον, η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς είναι κοντά στο 4% (έχοντας φτάσει κοντά στο 4,6% στα τέλη του τετάρτου τριμήνου του 2024). Μια αύξηση κατά 100 μονάδες βάσης οδηγεί σε μια επιπλέον επιβάρυνση περίπου 90 δισ. δολαρίων κατ' έτος σε τόκους. Οι δασμοί λειτουργούν ως «τροχοπέδη» στην οικονομική ανάπτυξη. Χαμηλότερη ανάπτυξη, χαμηλότερες προσδοκίες για τον πληθωρισμό, χαμηλότερα yields στο πιο μακρύ άκρο της καμπύλης αποδόσεων. Οι δασμοί αποτελούν μια οικονομική μηχανική και όχι στη διατήρηση του εμπορικού πολέμου.