Εκείνο που πρέπει να γίνει κατανοητό μετά τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία είναι ότι η κανονικότητα σε ό, τι αφορά διεθνείς συνθήκες, οικονομική πολιτική, γεωπολιτικές ισορροπίες κ.λ.π. δεν μπορεί πλέον να είναι αυτή που αφήσαμε πίσω μας.
Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλούνται πλέον να αντιμετωπίσουν τις ιστορικές τους ευθύνες λαμβάνοντας άμεσες αποφάσεις. Αποφάσεις που μπορεί να χρειαστεί να ανατρέψουν φιλοσοφίες, λογικές και βηματισμούς με τους οποίους μέχρι τώρα πορεύονταν οι ευρωπαϊκές οικονομίες.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν ήρθε σε μία ασυννέφιαστη εποχή. Ήρθε σε μία στιγμή κατά την οποία η Ευρώπη - όπως και η παγκόσμια κοινότητα άλλωστε - έχει πληγεί βάναυσα από τις συνέπειες των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, η οποία - ειρήσθω εν παρόδω - εδώ είναι ακόμη, δεν έφυγε....
Σε αυτή λοιπόν την συγκυρία όπου οι οικονομίες στην ευρωζώνη πασχίζουν, και όχι ιδιαίτερα επιτυχημένα σε όλα τα πεδία, να συνέλθουν από την πανδημική κρίση, τα νέα δεδομένα που δημιουργεί το Ουκρανικό, και οι σοβαρές παρενέργειές του, θέλουν πια αναγκαστικά τους Ευρωπαίους ηγέτες προ πολύ σοβαρών προβλημάτων και διλημμάτων.
Οι ηγέτες καλούνται να διαχειριστούν, πέρα από το γεωπολιτικό, και το πολύ σοβαρό πλέον ζήτημα της επιβίωσης των κοινωνών τους. Και τούτο σε μία εποχή που η ανάπτυξη δεν μπορεί να στηρίζεται σε rebοund από τα τάρτατα, αλλά απαιτεί πλέον ένα πλέγμα παρεμβάσεων και επιλογών στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής.
Αν πριν υπήρχαν συζητήσεις για αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας και στη γενικότερη οικονομική πολιτική της Ευρώπης, σήμερα με έναν πληθωρισμό που τα δομικά του χαρακτηριστικά δείχνουν ότι ήρθε για να μείνει ωθούμενος κυρίως από την ενεργειακή κρίση, αλλά βεβαίως όχι μόνο από αυτή, καθίσταται επιτακτική η απάντηση σε δομικά ερωτήματα: Τι Ευρώπη θέλουμε; Με ποιες κεντρικές εξουσίες; Με ποια στόχευση στην αναπτυξιακή της πολιτική; Και όλα αυτά υπό το πρίσμα και των διαφορετικών επιπέδων προσαρμογής που απαιτούνται στις χώρες της ΕΕ.
Και υπάρχει κάτι πολύ σημαντικό ακόμη: αν αυτή η περιπέτεια οδηγήσει – ας ελπίσουμε πρόσκαιρα – σε συνθήκες που θα συμβάλουν στη φτωχοποίηση οικονομικών ομάδων, καλό είναι να αναρωτηθούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες ποια πλευρά μπορεί να αντέξει περισσότερο σε αυτή τη δυσμενή – και προφανώς απευκταία - εξέλιξη. Οι Δυτικές κοινωνίες ή η Ρωσική; Το αναφέρουμε αυτό γιατί με αφορμή την υπόθεση του Swift, πολλά έχουν ειπωθεί και γραφθεί γύρω από την αποτελεσματικότητα ενός οικονομικού και χρηματοδοτικού εμπάργκο της Ρωσίας. Ας σκεφτούμε λοιπόν αμφίπλευρά τις συνέπειες.
Σεν κάθε περίπτωση ωστόσο, ο χρόνος που θα ακολουθήσει μετά την όποια κατάληξη αυτής της απεχθούς πολεμικής περιπέτειας θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμος για τις κοινωνίες και για την οικονομία. Ας ελπίσουμε ότι θα επιλεγούν οι καλύτερες δυνατές πολιτικές και θα ληφθούν οι αποφάσεις που θα συμβάλουν αφενός στην αποκλιμάκωση του φαινομένου και αφετέρου σε μία προοπτική Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης χωρίς – αν αυτό ακόμη παίζει ως σενάριο … - μυωπικά γυαλιά ή αποκλεισμούς.