Έχει πλέον φτάσει η ώρα για σοβαρές και καθοριστικές αποφάσεις από την πλευρά της κυβέρνησης για να ανακουφίσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις που πλέον στενάζουν υπό το βάρος του ενεργειακού κόστους. Η αποσπασματική επιδοματική πολιτική δεν αποδίδει καρπούς. Η κοινωνία χρειάζεται ένα ουσιαστικό μήνυμα στήριξης. Όπως λοιπόν συνέβη στην Κύπρο, στην Πορτογαλία, αλλά από την Πέμπτη και στην Ιρλανδία, έτσι πρέπει να γίνει και στην Ελλάδα. Ο λόγος για μία φορολογική παρέμβαση στην αγορά καυσίμων.
Μία παρέμβαση προσωρινού χαρακτήρα που θα συνοδεύεται με μέτρα θωράκισης της αγοράς από κερδοσκοπικές κινήσεις και τάση απορρόφησης του οφέλους που θα προκύψει. Ιδιαίτερα από μία κυβέρνηση που εξελέγη με βασική εντολή την μείωση των φόρων...
Προφανώς και η κίνηση αυτή δεν συνιστά μία εύκολη απόφαση. Είναι απολύτως κατανοητά τα δημοσιονομικά διλήμματα, αλλά και η δύσκολη – διαπραγματευτικά – θέση της Ελλάδας.
Αλλά και οι καιροί - για τους πολίτες και για τον επιχειρηματικό κόσμο - είναι επίσης πολύ δύσκολοι. Και θα γίνουν, όπως όλοι λένε, δυστυχώς δυσκολότεροι. Δεν λέμε, καλά είναι τα επιδόματα, και προφανώς σε «κανονικούς» καιρούς είναι χρήσιμο εργαλείο άσκησης κοινωνικής πολιτικής. Υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι γίνεται η εκάστοτε στήριξη στοχευμένα και με όρους δικαιοσύνης.
Ωστόσο, τώρα δεν υπάρχει κανονικότητα.
Ειδικά στην Ελλάδα που οι φόροι για παράδειγμα στη βενζίνη είναι τόσο υψηλοί που αποτελούν το 60% περίπου της τελικής τιμής. Μιλάμε για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, αλλά και για τον ΦΠΑ (24%) που επιβάλλεται επιπλέον αυτού.
Να θυμίσουμε πως είμαστε από τις χώρες με τους πιο υψηλούς φόρους στη βενζίνη στην ΕΕ. Αλλά και πως είμαστε από τα κράτη με το πιο χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ΕΕ και έτσι με την πιο μεγάλη ευαλωτότητα γιατί καταναλώνουμε ένα – συγκριτικά - πιο μεγάλο μέρος του εισοδήματός μας...
Τα στοιχεία του Φεβρουαρίου για τον πληθωρισμό που αυξήθηκε κατά 7,2% (με προοπτική για 8% και βάλε τον Μάρτιο), δείχνουν τα καύσιμα ως την πιο ισχυρή πηγή ανατιμήσεων μαζί με το αέριο. Η άνοδος στο πετρέλαιο θέρμανσης φτάνει στο 41,5% (από 36% τον Ιανουάριο) και στο πετρέλαιο κίνησης στο 28,26%. Το πρόβλημα εύχονται βέβαια όλοι να είναι παροδικό. Ωστόσο, όπως έγινε και επισήμως σαφές από την ΕΚΤ και στη Σύνοδο Κορυφής προς το παρόν και θα υφίσταται και θα εντείνεται.
Κατά συνέπεια, μία παρέμβαση – προσωρινού έστω χαρακτήρα – είναι αναγκαία. Γιατί το κρεσέντο ανόδου των τιμών καυσίμων καθώς μεταφέρεται στην αλυσίδα προϊόντων και υπηρεσιών, προκαλεί κι άλλες παρενέργειες: Κάνει την ακρίβεια να «ριζώνει» πιο γρήγορα, αλλά και τις καταναλωτικές προσδοκίες να επιδεινώνονται ακόμη περισσότερο. Και σε τελευταία ανάλυση συμβάλλει τα μέγιστα στη φτωχοποίηση της κοινωνίας!