Μετά την επιβεβαίωση της νίκης Λάσετ στο αξίωμα του προέδρου του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος CDU και δια επιστολικής ψήφου των συνέδρων ανοίγει η αυλαία του προεκλογικού αγώνα για την διεκδίκηση του χρίσματος για την καγκελαρία στις βουλευτικές του Σεπτεμβρίου με βασικό και αναπάντητο για την ώρα το ερώτημα, εάν ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας και πρόεδρος πλέον της Χριστιανιανοδημοκρατικής Ένωσης CDU θα είναι μαζί και ο υποψήφιος καγκελάριος.
Το ερώτημα δεν θα ετίθετο καν, εάν ο Μάρκους Ζέντερ, πρωθυπουργός της Βαυαρίας και πρόεδρος του αδελφού Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος CSU από την έναρξη της πανδημίας δεν έδειχνε με την συμπεριφορά του υπερβάλλοντα “ακτιβισμό” σαν να θέλει να υπενθυμίσει ότι είναι κι αυτός “παρών” και διαθέσιμος, όταν έρθει η ώρα της κάλπης.
Τι λέει η γλώσσα των δημοσκοπήσεων
Στην καυτή πρώτη φάση της πανδημίας δεν περνούσε ημέρα που να μην αποσπά την δημόσια προσοχή, να μην δίνει τον τόνο κάνοντας συνεχώς δηλώσεις και δημιουργώντας δεδομένα, να μονοπωλεί τη δημόσια προσοχή, πότε διαχωρίζοντας τη στάση του από τις κοινές αποφάσεις καγκελαρίου/τοπικών πρωθυπουργών και συμπαρασύροντας τους ομολόγους σε πιο αυστηρά μέτρα κατά του κορωνοϊού, πότε αναζητώντας συμμάχους στο πρόσωπο του αυστριακού καγκελαρίου, του συναδέλφου του Βίλφριντ Κρέτσμαρ, από το κόμμα των Πρασίνων και τέλος της ίδιας της καγκελαρίου Μέρκελ. Με δημοσκοπικούς όρους ο Μάρκους Ζέντερ θεωρείται ο νικητής όχι μόνο της επιδημιολογικής κρίσης αλλά ήδη υποψήφιος καγκελάριος των χριστιανικών κομμάτων. Σύμφωνα με το πολιτικό βαρόμετρο του ARD του περασμένου Μαΐου, το 53% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θεωρεί τον Ζέντερ κατάλληλο ως υποψήφιο από το αδελφό Χριστιανοκοινωνικό κόμμα για την καγκελαρία.
Από τότε μέχρι και σήμερα ο Βαυαρός πρωθυπουργός συνέχισε στην ίδια τροχιά αυτοπροβολής προφανώς για να συντηρήσει ζωηρό το ενδιαφέρον στο πρόσωπό του, μέχρις ότου αναδειχθεί ο νέος πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος στις 16 Ιανουαρίου. Με την επικράτηση Λάσετ στο κομματικό συνέδριο κλείνει μεν μια εκκρεμότητα ενός χρόνου στην αρχηγία της παράταξης, αλλά τίθεται επί τάπητος με πιο επιτακτικό τρόπο ποιος εκ των δύο πολιτικών θα δώσει τελικά τη μάχη για την καγκελαρία. Και πάλι ο Ζέντερ συγκεντρώνει την προτίμηση των Γερμανών. Σε δημοσκόπηση του ομίλου έρευνας Kantar για λογαριασμό του δημοσιογραφικού ομίλου Funke το 43% των ερωτηθέντων δίνει τις περισσότερες πιθανότητες στον Ζέντερ και μόνο ένα 21% στον Άρμιν Λάσετ.
Άνθρωπος των συνθέσεων ο Λάσετ
Οι τοπικές εκλογές σε δύο κρατίδια, στη Βάδη Βυρτεμβέργη και Ρηνανία Παλατινάτο τον Μάρτιο, δεν αφήνουν περιθώρια στους απογοητευμένους από την συντηρητική πτέρυγα, κυρίως υποστηρικτές του ηττηθέντος Φρίντριχ Μερτς από το επιχειρηματικό κατεστημένο, για εσωκομματικό “αντάρτικο” κατά του Λάσετ. Το κόμμα πρέπει να οδηγηθεί ενωμένο προς την κάλπη. Ο ίδιος ο Λάσετ εμφανίζεται χαλαρός. Σε συνέντευξη στην Frankfurter Allgemeine Zeitung στις 22.01, είπε ότι η απόφαση θα ληφθεί από κοινού με τον Ζέντερ μετά την έκβαση των δύο εκλογικών αναμετρήσεων, όχι επί τη βάσει δημοσκοπήσεων, αλλά του ποιος εκ των δύο συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες να οδηγήσει στη νίκη την Χριστιανική Ένωση. “Ξέρουμε και οι δύο ότι τα δημοσκοπικά ευρήματα είναι σημαντικά, αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν τη μοναδική βάση για τέτοιες αποφάσεις. Θα βρούμε μαζί την καλύτερη λύση για τη Χριστιανική Ένωση”. Σε αυτήν τη “μάχη” ο Λάσετ έχει το ατού ότι θεωρείται συνεχιστής της Μέρκελ. Υποσχέθηκε ότι θα κρατήσει το κόμμα, που αν γίνονταν εκλογές την ερχόμενη Κυριακή, θα συγκέντρωνε σύμφωνα με την τελευταία παγγερμανική δημοσκόπηση το 35,8%, των ψήφων, στον κεντρώο χώρο.
Είναι άνθρωπος χαμηλών τόνων, των συνθέσεων και όχι των συγκρούσεων και έχει αποδείξει ότι ξέρει να κερδίζει εκλογές. ΄Αλλωστε στις τοπικές εκλογές του 2017 στη Ρηνανία Βεστφαλία κατάφερε να εκπαραθυρώσει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα στο ίδιο το προπύργιό του και να αναλάβει πρωθυπουργός σε κυβέρνηση συνεργασίας με τους Φιλελεύθερους FDP. Σε πολλές τηλεοπτικές πρόσφατες συνεντεύξεις ο Άρμιν Λάσετ αποκάλυψε ότι θα μπορούσε κάλλιστα να φανταστεί συγκυβέρνηση με το FDP και σε παγγερμανικό επίπεδο.
Προλειαίνει το έδαφος για κυβέρνηση συνεργασίας με τους Πράσινους;
Ο Μάρκους Ζέντερ από την πλευρά του κρατά κλειστά τα χαρτιά του και δείχνει να μην βιάζεται. Αμέσως μετά την επικράτηση Λάσετ στο κομματικό συνέδριο του CDU έσπευσε να τον συγχαρεί και να διαβεβαιώσει ότι οι αποφάσεις για την λεγόμενη “ερώτηση Κ” , του ποιος θα ηγηθεί της προεκλογικής μάχης της Χριστιανικής Ένωσης για την καγκελαρία, θα συμφωνηθεί από κοινού μετά τις τοπικές εκλογές του Μαρτίου στα δύο ομόσπονδα κρατίδια. Υπάρχουν ωστόσο ορισμένοι από την Ένωση που ανησυχούν για το πολιτικό στιλ του Ζέντερ. Πόσο εφαρμόσιμη είναι η νέα πολιτική γραμμή που γίνεται ιδιαίτερα αισθητή με την εμμονή του στην προστασία του κλίματος; Το εννοεί στα σοβαρά; Θέλει να εκμεταλλευτεί την συγκυρία της μεγάλης επικαιρότητας που έχει το θέμα; Ή μήπως προλειαίνει το έδαφος για μια μετεκλογική συνεργασία με το κόμμα των Πρασίνων, σε περίπτωση που αναδειχθεί υποψήφιος καγκελάριος και κερδίσει τις εκλογές;
Για πολλούς Χριστιανοδημοκράτες ο διασπαστικός του ρόλος και η εμφανής έχθρα του απέναντι στον προκάτοχό του στην πρωθυπουργία της Βαυαρίας και στην προεδρία του CSU Χορστ Ζέεχοφερ αποτελεί κακό οιωνό και προηγούμενο για να του εμπιστευτούν ένα τόσο υψηλό αξίωμα. Πολλοί από το περιβάλλον του τον περιγράφουν ως κάποιον που δεν είναι ποτέ ευχαριστημένος με ό,τι έχει. Αλλά και η πλειοψηφία των Βαυαρών τον θέλει να παραμείνει στο Μόναχο, εκτός του ότι δεν διαφαίνεται ποιος από το κόμμα θα μπορούσε να τον διαδεχθεί εκεί. Αρνητικό για τον Ζέντερ θεωρείται ότι στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας δεν έγινε καγκελάριος κανένας υποψήφιος από το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα. Και οι δύο πολιτικοί που το επιχείρησαν (Φραντς Γιόζεφ Στράους το 1980 και Έντμουντ Στόιμπερ το 2002) απέτυχαν παταγωδώς.
Και με τον Λάσετ και με τον Ζέντερ
Πώς όλα αυτά τα διλήμματα αντανακλούν στην Αθήνα; Δεν είναι καν διλήμματα. Ο Έλληνας πρωθυπουργός ήταν ανάμεσα στους πρώτους ξένους αξιωματούχους που συνεχάρησαν τον Άρμιν Λάσετ για την ανάδειξή του σε πρόεδρο του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Σε ανάρτησή του στο twitter ο Κυριάκος Μητσοτάκης του ευχήθηκε καλή επιτυχία και τον αποκάλεσε “φίλο Άρμιν, με τον οποίο μοιραζόμαστε τις ίδιες αξίες στην μεγάλη οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος”. Το Μέγαρο Μαξίμου από καιρό είχε διαβάσει σωστά τη δυναμική Λάσετ για υψηλότερα αξιώματα μέσα στο Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, και γιατί όχι, στην καγκελαρία. Έτσι, τον περασμένο Μάρτιο, στο περιθώριο του Γερμανοελληνικού Επιχειρηματικού Φόρουμ στο Βερολίνο Μητσοτάκης και Λάσετ είχαν την πρώτη συνάντηση γνωριμίας. Το καλοκαίρι του 2020, ακολούθησε η επεισοδιακή επίσκεψη Λάσετ στη Λέσβο και η συνάντηση με τον Μητσοτάκη στην Αθήνα. Από το εύρος των θεμάτων που συζητήθηκαν και υπό τη σημερινή οπτική γωνία, θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν μια ενημέρωση των ελληνικών θέσεων σε έναν εν αναμονή καγκελάριο.
Η ελληνική κυβέρνηση διατηρεί ωστόσο σχέσεις φιλίας και με το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα της Βαυαρίας ήδη από τότε που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Είτε μέσω κλειστών συγκεντρώσεων του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Μόναχο, όπου είχε την ευκαιρία να χτίσει σχέσεις φιλίας με τον άτυχο Μάνφρεντ Βέμπερ, ο οποίος δεν κατάφερε να γίνει υποψήφιος του ΕΛΚ το 2019 για την θέση του προέδρου της Κομισιόν, αλλά και με άλλες ευκαιρίες που δημιούργησε πολυπράγμων Έλληνας δικηγόρος με άριστες διασυνδέσεις στο CSU. Μια χαρακτηριστική πινελιά έδωσε ο ίδιος ο ομοσπονδιακός υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζέεχοφερ, που προέρχεται από το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα. Όταν τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου τον επισκέφθηκε στο Βερολίνο ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς, ο Ζέεχοφερ του ζήτησε κατά τη διάρκεια της ζωντανής συνέντευξης τύπου να του παρουσιάσει τα σχέδια της Κομισιόν για ένα νέο προσφυγικό κατάλυμα μετά την πυρκαγιά στη Μόρια. Ο Σχοινάς δίστασε επισημαίνοντας ότι σε λίγα λεπτά θα ενημέρωνε επ΄ αυτού τον Κυριάκο Μητσοτάκη και δεν ήθελε να προτρέξει ενημερώνοντας πρώτα τους δημοσιογράφους. “Α, ναι, τον Κυριάκο Μητσοτάκη, το ξέρω αρκετά καλά, να του δώσετε χαιρετίσματα” ήταν η απάντηση του Ζέεχοφερ.
Πηγή: DW