Τους στόχους του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού για το 2024 σε συνάρτηση με τον υπό συζήτηση κρατικό προϋπολογισμό της ίδιας περιόδου παρουσίασε στην ομιλία του στη Βουλή ο ΥΠΑΙΘΑ Κυριάκος Πιερρακάκης.
Ο κ. Πιερρακάκης οριοθέτησε την στοχοθεσία του υπουργείου στο τρίπτυχο «επαγγελματική εκπαίδευση, ανοιχτό σχολείο, «ελεύθερο πανεπιστήμιο», το οποίο οδηγεί στην σχεδόν εκ βάθρων αναδιοργάνωση της σχολικής και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην προοπτική αυτές οι μεγάλες αλλαγές να μπορούν να εξυπηρετήσουν την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και να στηρίξουν εκ του ασφαλούς την δεδομένη κοινωνική κινητικότητα, μέσω της εκπαίδευσης.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο κ. Πιερρακάκης αναφέρθηκε στην ομιλία του "σε επαγγέλματα που χρειάζεται να τα ανακαλύψουμε, σήμερα δεν τα γνωρίζουμε", σημειώνοντας με αυτό τον τρόπο τις συγκλονιστικές αλλαγές που επιφυλλάσσει η πρόοδος της τεχνολογίας στην κοινωνία στην αμέσως επόμενη πενταετία ήδη.
Ο υπουργός ανέφερε πως στις προβλέψεις του προϋπολογισμού η παιδεία είναι απολύτως ικανοποιημένη με μια αύξηση της τάξης των 255 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ αν υπολογιστεί η αθροιστική αύξηση από το 2019 αυτή ανέρχεται σε πάνω από 15% και προσεγγίζει το 16%.
Ολόκληρη η ομιλία του κ. Πιερρακάκη έχει ως εξής:
«Έχουν περάσει παραπάνω από δεκατρία χρόνια από τότε που η χώρα μας ξεκίνησε να παλεύει με τα κύματα της κρίσης χρέους. Όλα αυτά τα χρόνια περάσαμε πολλά, και τώρα, δεκατρία και παραπάνω χρόνια μετά, έχουμε τον πρώτο προϋπολογισμό στον οποίο το αξιόχρεο της χώρας έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα. Ταυτόχρονα, έχουμε μία συνθήκη κατά την οποία οι ρυθμοί ανάπτυξης της χώρας μας είναι πολλαπλάσιοι του ευρωπαϊκού μέσου όρου, όπου το χρέος της χώρας μας αποκλιμακώνεται και οι ευρωπαϊκές προοπτικές είναι εν συνόλω, ευοίωνες. Κι αυτή είναι μία πολύ μεγάλη κατάκτηση, πρωτίστως του ελληνικού λαού, γιατί ειδικά, κατά τη δίνη της οικονομικής κρίσης, το βάρος υπήρξε δυσβάσταχτο. Αυτή τη στιγμή όμως, έχουμε όλοι μαζί την ευθύνη να χτίσουμε το αύριο και να το χτίσουμε όσο γρηγορότερα και με όσο μεγαλύτερη ορμή γίνεται.
Σε ό,τι αφορά την Παιδεία, οι αριθμοί του προϋπολογισμού είναι χαρακτηριστικοί, ο προϋπολογισμός για την Παιδεία είναι προσαυξημένος κατά 255 εκατ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι, ενώ, αν κάνουμε τη σύγκριση με το 2019, η αύξηση είναι άνω του 15%, προσεγγίζει το 16%. Αυτό δείχνει, αντανακλά, το ενδιαφέρον του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, τη συνολική δέσμευση της Κυβέρνησης να επιταχύνουμε σε ό,τι αφορά την Παιδεία και σε ό,τι αφορά τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, επενδύοντας σε αυτήν. Τώρα, σε ό,τι αφορά την πολιτική για την Παιδεία, η οποία υπηρετείται από τον προϋπολογισμό και υπηρετεί τον προϋπολογισμό, θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω κάνοντας πολύ γρήγορα πέντε παραδοχές, σε σχέση με το πώς πρέπει να αντιλαμβανόμαστε την Παιδεία:
Η πρώτη είναι ότι οι αλλαγές στην Παιδεία παίρνουν χρόνο, γιατί είναι σαν ένας σπόρος όπου θέλει αρκετές προϋποθέσεις για να δεις το αποτέλεσμά του στην πορεία.
Η δεύτερη παραδοχή είναι το ότι, η μεταπολεμική συνθήκη, σε ό,τι αφορά την ελληνική οικογένεια, και έχει να κάνει με την κοινωνική κινητικότητα της χώρας. Η κάθε οικογένεια επένδυσε το είναι της για να μπορέσει να σπουδάσει τα παιδιά της και να μπορέσει να δει τα παιδιά της να έχουν ένα καλύτερο μέλλον από τους γονείς και από τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Κι αυτή η συνθήκη συνεχίζεται και σήμερα. Αυτό είναι που υπηρετούμε και σήμερα. Αλλά, τα μέσα δια των οποίων το επιτυγχάνουμε, αλλάζουν γιατί ο κόσμος γύρω μας κινείται και κινείται διαρκώς.
Τρίτη παραδοχή, η Παιδεία δεν είναι μόνο ιμάντες κοινωνικής κινητικότητας, είναι και γεννήτρια μέλλοντος. Γιατί, οι σημερινοί μαθητές είναι οι αυριανοί επαγγελματίες, οι αυριανοί καθηγητές, οι αυριανοί εργαζόμενοι και αν δει κανείς, οποιαδήποτε διεθνή έρευνα, πρέπει, το εκπαιδευτικό σύστημα σε κάθε χώρα να προετοιμάσει τους μαθητές, ειδικά τους πολύ πιο νέους, που μόλις τώρα, ας πούμε, μπαίνουν στο Δημοτικό, για επαγγέλματα που σε πολύ μεγάλο βαθμό, δεν υπάρχουν.
Τέταρτη παραδοχή, όλο αυτό γίνεται ενώ έχουμε πρώτον: τεχνολογική επιτάχυνση, μία μεγάλη τεχνολογική αλλαγή παλιά έπαιρνε είκοσι-τριάντα χρόνια ή και περισσότερο, τώρα, οι τεχνολογικές αλλαγές όπως αυτές της τεχνητής νοημοσύνης θα εκτυλιχθούν σε πενταετίες και ταυτόχρονα έχουμε αλλαγές στο δημογραφικό. Το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, η ζωή, δηλαδή, των τριών φάσεων, εκπαίδευση, εργασία, σύνταξη όπως είχε δομηθεί στο μεταπολεμικό μοντέλο, ανατρέπεται, υπό την έννοια ότι κάθε τέσσερα χρόνια, κερδίζουμε ένα χρόνο προσδόκιμου ζωής. Άρα, τυχερά να είναι τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα στη χώρα μας, έχουν άνω του 50% πιθανότητες να φτάσουν τα 100, με αυτό συνεχιζόμενο. Άρα, θα κάνουν περισσότερες από μία καριέρες. Και υπ’ αυτή την έννοια, θα πρέπει να μπορέσουμε να υπηρετήσουμε με μεγαλύτερο δυναμισμό αυτές τις εναλλαγές.
Και τέλος, όλοι τρέχουμε μαζί. Παράδειγμα: αν δει κανείς τα οικονομικά στοιχεία όπως την Τσεχία, το 2000 πριν μπούμε στο ευρώ, η Τσεχία είχε το μισό κατά κεφαλήν ΑΕΠ από εμάς. Σήμερα, η Τσεχία έχει 30% μεγαλύτερο ΑΕΠ από εμάς. Και αυτό, είναι κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης και του βάθους που αυτή είχε, παρά τις μεγάλες ταχύτητες που καταφέραμε να αναπτύξουμε τα τέσσερα τελευταία χρόνια που κάλυψαν ένα κομμάτι του χάσματος.
Όλες αυτές οι παραδοχές μαζί, οριοθετούν το πεδίο στο οποίο θα ασκηθεί η εκπαιδευτική πολιτική, ανάμεσα σε άλλα. Πολύ σύντομα, θα αναφέρω ότι οι στόχοι μας είναι σε τρία κεφάλαια.
Το πρώτο κεφάλαιο είναι η στοχευμένη επαγγελματική εκπαίδευση. Αυτό θα είναι και το πρώτο νομοθέτημα το οποίο θα φέρουμε στη Βουλή με τον νέο χρόνο. Η επαγγελματική εκπαίδευση είναι ζητούμενο στη χώρα μας από τις αρχές του 20ου αιώνα. Εάν δει κανείς ομιλίες του Ελευθέριου Βενιζέλου μιλώντας για την τότε τεχνική εκπαίδευση διαπιστώνει ότι το συνέδεε πάρα πολύ στενά με την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Αυτό το πέτυχαν περισσότερο τα κράτη της κεντρικής Ευρώπης από τα κράτη της νότιας Ευρώπης.
Τώρα καλούμαστε κι εμείς, με μία σειρά από μεταρρυθμιστικές ενέργειες που θα χτίσουν πάνω σε όσα κάναμε την τελευταία τετραετία, να δομήσουμε 60 στοχευμένες δομές τύπου «campus» στην επαγγελματική εκπαίδευση σε όλη τη χώρα, να τα προικίσουμε με 114 εκατομμύρια ευρώ - μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης- με νέο εξοπλισμό στα επαγγελματικά εργαστήρια και με 130 νέους οδηγούς κατάρτισης στα ΙΕΚ (δηλαδή νέα επαγγέλματα) τα οποία θα μετονομάσουμε σε Σχολές Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης. Η ιδέα θα είναι αυτά τα «campuses» να μπορέσουν να λειτουργήσουν πιο στοχευμένα ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε τοπικής οικονομίας και σε συνάρτηση με τις ανάγκες της αγοράς, ευρύτερα.
Δεύτερος στόχος είναι το «ανοιχτό σχολείο». Το ανοιχτό σχολείο έχει να κάνει με όλες εκείνες τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες συντελούνται στο πλαίσιο το οποίο ανέφερα πριν, ενός κόσμου που τρέχει. Άρα, εγώ θα πω ότι σε ό,τι αφορά όχι μόνο τα σχολεία αλλά και την επαγγελματική εκπαίδευση και τα Πανεπιστήμια πρέπει να κάνουμε μία παραδοχή. Η εποχή της αυταρέσκειας τελείωσε. Πρέπει να ξεκινήσει η εποχή της περιέργειας, για να μπορέσουμε να διδαχθούμε από όλα εκείνα τα καλά παραδείγματα τα οποία υπάρχουν διεθνώς και να εφαρμόσουμε τις καλύτερες δυνατές πρακτικές για να πάμε όσο το δυνατόν καλύτερα.
Μας προβληματίζουν τα αποτελέσματα της PISA σε ό,τι αφορά τα σχολεία, δεν περιμέναμε όμως την PISA να μας το πει. Διότι, όλες οι μεταρρυθμιστικές ενέργειες που έχουν γίνει την τελευταία τετραετία συντελούν ακριβώς στο να υπάρξει αντιστροφή αυτής της φοράς, παρά την επίδραση του covid-19 όπως υπήρξε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Άρα, σε ό,τι αφορά την Πρωτοβάθμια και την Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ο στόχος μας είναι να επενδύσουμε στα σχολεία, περισσότερο, με:
νέα βιβλία, πολλαπλά συγγράμματα από το 2025,
να πάμε μάθημα-μάθημα, σχολείο-σχολείο και να κάνουμε πολύ στοχευμένες αλλαγές είτε αυτό αφορά για παράδειγμα την λογοτεχνία όπου θέλουμε να έχουμε πλήρη λογοτεχνικά βιβλία είτε αφορά την πληροφορική όπου θέλουμε να έχουμε διεθνείς πιστοποιήσεις της πληροφορικής στο σχολείο και
να μπορέσουμε να κάνουμε το σχολείο μία γεννήτρια κοινωνικού κεφαλαίου με περισσότερο εθελοντισμό, με περισσότερη διάθεση προσφοράς συνολικά της σχολικής κοινότητας (στην ευρύτερη τοπική κοινότητα αλλά και εθνικά). Και με μία ευρύτερη διάθεση το σχολείο να μπορέσει να αναταχθεί. Είναι ζητούμενο για πάρα πολλές χώρες της Ευρώπης. Είναι ζητούμενο και για εμάς. Θα αναλυθούν όλα αυτά –αναλυτικότερα- τους επόμενους μήνες.
Τέλος, πολιτική μας είναι το «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο». «Ελεύθερο» γιατί; Γιατί πρέπει να απελευθερωθεί από τα δεσμά της κρατικής γραφειοκρατίας και από τα δεσμά του κρατικού μονοπωλίου. Πιστεύουμε ότι το δημόσιο Πανεπιστήμιο είναι η ναυαρχίδα αυτής της στρατηγικής. Η διεθνοποίηση του δημοσίου Πανεπιστημίου που έχει ξεκινήσει πολύ σθεναρά την τελευταία τετραετία θα συνεχιστεί με ένταση. Ο στόχος είναι να μπορέσουμε από τους 40.000 Έλληνες φοιτητές που σπουδάζουν αυτή τη στιγμή στο εξωτερικό, η πλειοψηφία τους να μπορεί να βρει το εκπαιδευτικό της πεπρωμένο στη χώρα μας. Και, ταυτόχρονα, να μπορέσουμε να φέρουμε όσο το δυνατόν περισσότερους ξένους φοιτητές εδώ. Θα πω ένα παράδειγμα: είμαστε η 8η χώρα στον αριθμό των Αμερικανών φοιτητών που σπουδάζουν εδώ, αλλά αυτό δεν συντελείται μέσω του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστημίου.
Πρέπει, λοιπόν, να μπορέσουμε ακόμη και τα μικρά προγράμματα, τα αγγλόφωνα μαθήματα του Erasmus θα πω εγώ, να τα παρέχουν τα δημόσια Πανεπιστήμια και σε ξένους φοιτητές υπέρ του δημοσίου Πανεπιστημίου. Και πρέπει σίγουρα να διευκολύνουμε τους πρυτάνεις και τα συμβούλια διοίκησης. Για μία αλλαγή στον Προϋπολογισμό σε κάθε ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο εντός του budget - ακόμη και για ένα ευρώ- χρειάζεται η υπογραφή του Υπουργού Παιδείας. Τέτοιου τύπου αλλαγές νομίζω ότι είναι κοινή συνισταμένη ότι πρέπει να τις κάνουμε. Ταυτόχρονα επιθυμούμε, κάνοντας αυτό και επενδύοντας μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης πάρα πολύ σημαντικά και στοχευμένα ποσά στα δημόσια Πανεπιστήμια, να απελευθερώσουμε το χώρο της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και από το κρατικό μονοπώλιο όπως συμβαίνει σε κάθε άλλη χώρα. Νομίζω ότι έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον αυτό να μπορέσουμε να το κάνουμε με κανόνες, εύρυθμα, λειτουργικά και με πάρα πολύ αυστηρά ποιοτικά κριτήρια.
Διότι, και κλείνω με αυτή τη σκέψη, στις αρχές, που μιλήσαμε για την εκκίνηση της ελληνικής κρίσης το 2010, υπάρχει ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον χαρακτηριστικό άρθρο που έχει γράψει ο Thomas Friedman, αρθρογράφος των New York Times, ο οποίος είχε δει την τότε Κυβέρνηση, είχαμε μόλις υπογράψει το πρώτο Μνημόνιο, και λέει ότι: εγώ δεν θα παρακολουθώ όλες αυτές τις ορολογίες που τότε είχαν μπει στη ζωή μας, τα Spread ή το έλλειμμα ή οτιδήποτε άλλο, δεν θα κοιτάζω τα μακροοικονομικά μεγέθη, εγώ, θα κοιτάζω κάτι άλλο για να δω πως τα πάει η Ελλάδα, θα κοιτάζω τι κάνουν οι νέοι Έλληνες. Αν τους δεις να φεύγουν» καταλήγει το άρθρο «πούλα ελληνικά ομόλογα. Αν τους δεις να μένουν και κάποιους να έρχονται, ξεκίνα να αγοράζεις».
Αυτό ξεκίνησε να αντιστρέφεται τα τελευταία χρόνια. Έχουμε όλοι το εθνικό καθήκον, την ευθύνη να το αντιστρέψουμε περαιτέρω για να μπορέσουμε να απελευθερώσουμε το συνολικό δυναμικό της χώρας μας στο οποίο εκ των πραγμάτων, η Παιδεία παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο, όχι μόνο κοινωνικό, όχι μόνο οικονομικό αλλά και σε ό,τι αφορά την ήπια ισχύ της χώρας μας. Κι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, επειδή ο προϋπολογισμός υπηρετεί όλες αυτές τις προτεραιότητες, σας καλώ να τον υπερψηφίσετε».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ