Μια κοινοπραξία επενδυτών με επικεφαλής την BlackRock συμφώνησε να αγοράσει πλειοψηφικά μερίδια σε δύο μεγάλα λιμάνια της Διώρυγας του Παναμά, μετά τις πιέσεις του Ντόναλντ Τραμπ για την υποτιθέμενη κινεζική επιρροή στην ζωτικής σημασίας υδάτινη οδό.
Σύμφωνα με την συμφωνία, η CK Hutchison με έδρα το Χονγκ Κονγκ, θα πουλήσει όλες τις μετοχές της Hutchison Port Holdings και της Hutchison Port Group Holdings στην κοινοπραξία σε μια συμφωνία αξίας σχεδόν 23 δισεκατομμυρίων δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων χρέους. Η κοινοπραξία θα αποκτήσει το 90% της εταιρείας που κατέχει και διαχειρίζεται τα δύο λιμάνια στον Παναμά.
Η συμφωνία θα δώσει επίσης στην κοινοπραξία BlackRock μερίδιο 80% των θυγατρικών λιμένων της CK Hutchison, δηλαδή τον έλεγχο σε 43 λιμάνια σε 23 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των λιμανιών Balboa και Cristobal, που βρίσκονται στα δύο άκρα της διώρυγας του Παναμά. Η εταιρεία διαχειρίζεται επίσης λιμάνια στο Μεξικό, την Ολλανδία, την Αίγυπτο, την Αυστραλία, στη νοτιοανατολική Ασία, και τη Μέση Ανατολή.
Το υπόλοιπο 20% κατέχει η εταιρεία λιμενικής PSA, η οποία ανήκει στην Temasek, το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Σιγκαπούρης.
Η συμφωνία, η οποία θα πρέπει να εγκριθεί από την κυβέρνηση του Παναμά, αποτελεί το μεγαλύτερο deal υποδομών στην ιστορία της BlackRock μετά την εξαγορά πέρυσι της Global Infrastructure Partners έναντι περίπου 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σε μία προσπάθεια να ενισχύσει το αποτύπωμά της στα εναλλακτικά περιουσιακά στοιχεία.
Περίπου το 70% της θαλάσσιας κυκλοφορίας που διασχίζει τη Διώρυγα του Παναμά ξεκινά ή καταλήγει στα λιμάνια των ΗΠΑ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχτισαν το κανάλι στις αρχές του 1900, καθώς αναζητούσαν τρόπους για να διευκολύνουν τη διέλευση εμπορικών και στρατιωτικών πλοίων μεταξύ των ακτών τους. Η Ουάσιγκτον παραιτήθηκε από τον έλεγχο της πλωτής οδού προς τον Παναμά στις 31 Δεκεμβρίου 1999, βάσει συνθήκης που υπογράφηκε το 1977 από τον Πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ. Ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι ο Κάρτερ έδωσε «ανόητα» το κανάλι.