Μπορεί οι ΗΠΑ να θέλουν την Huawei εκτός των 5G δικτύων τους, η Ευρώπη όμως δεν φαίνεται να έχει την ίδια γνώμη και επιλέγει να σιωπά στις αμερικανικές εκκλήσεις.
Πάει καιρός που τους πηχυαίους τίτλους των διεθνών μέσων ενημέρωσης καταλαμβάνει η εκστρατεία της Ουάσιγκτον «Clean Network», μιας εκστρατείας μέσω της οποίας προσπαθεί να αποκλείσει τους κινέζους προμηθευτές από την ανάπτυξη των δικτύων πέμπτης γενιάς. Παράγοντες της αγοράς ωστόσο, εκτιμούν ότι η επιτυχία της εν λόγω καμπάνιας θα εξαρτηθεί από την ευρωπαϊκή συμμετοχή, τονίζοντας μάλιστα ότι δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Κι αυτό γιατί πολλές ευρωπαϊκές χώρες δεν ενστερνίζονται τα επιχειρήματα που προβάλει η Αμερική για να αποκλείσει τον κινεζικό κολοσσό από την πώληση δικτυακού εξοπλισμού, όπως φαίνεται λιγότερο από τα λόγια τους και περισσότερο από τις πράξεις τους.
Αξίζει δε να σημειωθεί πως παρά τις έντονες πιέσεις που ασκούνται από τη κυβέρνηση των ΗΠΑ, η πλειονότητα των Ευρωπαϊκών χωρών δεν δείχνουν να συμμερίζονται τις Αμερικανικές αιτιάσεις. Και πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, που ταυτίζονται με τις θέσεις των ΗΠΑ κυρίως για λόγους πολιτικής, έχουν εκφραστεί θετικά προς τη κατεύθυνση μιας πιο ισορροπημένης στάσης στο θέμα του 5G,που δεν συμπεριλαμβάνει αποκλεισμό της Huawei, συνεκτιμώντας προφανώς, τις οικονομικές και τεχνολογικές επιπτώσεις από μια τέτοια απόφαση.
Για έχουμε μια πλήρη εικόνα του νέου επεισοδίου του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου να θυμίσουμε ότι στις 5 Αυγούστου, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο σύστησε στο ευρύ κοινό το «πρόγραμμα» με τίτλο «the Clean Network» - το «Καθαρό Δίκτυο» σε ελεύθερη μετάφραση. Σύμφωνα με τον ίδιο, στόχος του προγράμματος ήταν να προστατεύσει τις αμερικανικές υποδομές από δυνητικές παρεμβάσεις του κινεζικού κουμμουνιστικού κόμματος και των κινεζικών εταιρειών.
Το εν λόγω πρόγραμμα και οι υποενότητές του («Clean Carrier», «Clean Store», «Clean Apps», «Clean Cloud» και «Clean Cable») τους δηλαδή επιδιώκουν να δημιουργήσουν ένα «Καθαρό δικτυακό φρούριο», το οποίο δεν περιλαμβάνει κινεζικό hardware, software ή προμηθευτές.
Παρότι βέβαια το πρόγραμμα ήταν αμερικανικό, με την ανακοίνωση του ο υπουργός Εξωτερικών κάλεσε τους συμμάχους των ΗΠΑ να μετάσχουν σε αυτό, για να δημιουργήσουν από κοινού ένα «παγκόσμιο», αλλά χωρίς την Κίνα, Καθαρό Δίκτυο. Για να επιτευχθεί δηλαδή το παγκόσμιο ενιαίο μέτωπο θα πρέπει οι ΗΠΑ να πάρουν με το μέρος τους τους Ευρωπαϊους συμμάχους– δηλαδή να τους πείσουν να χτίσουν υποδομές 5G χωρίς να χρησιμοποιήσουν εξοπλισμό κινεζικών εταιρειών. Εάν η Ευρώπη δεν ακολουθήσει λοιπόν, το όνειρο του Πομπέο για ένα Καθαρό Δίκτυο, το πρόγραμμα Clean Network θα μείνει στο χαρτιά...
Κι αν αναρωτιέστε γιατί το βάρος πέφτει στην Ευρώπη να θυμίσουμε πως αποτελεί αφενός τη μεγαλύτερη εσωτερική αγορά στον κόσμο, στην οποία φιλοξενούνται πολλοί εκ των σημαντικότερων συμμάχων της Αμερικής κι αφετέρου «το μεγάλο στοίχημα» των κινεζικών κολοσσών τεχνολογίας, στο οποίο έχουν επενδύσει αμέτρητους πόρους.
Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ προσπαθούν να παρακάμψουν την κινεζική προηγμένη τεχνολογία, και μάλλον δεν θα είναι και η τελευταία που δεν θα το επιτύχουν. Κάτι που γίνεται αντιληπτό από τις πρώιμες «απαντήσεις» των ευρωπαίων.
Η Γερμανία υποστηρίζει σιωπηρά την Huawei
Η Γερμανία, ο οικονομικός γίγαντας της Ευρώπης και η μεγαλύτερη αγορά τηλεπικοινωνιών, έχει ήδη αποφασίσει εσωτερικά να μην αποκλείσει την Huawei. Αρκεί να αναφέρουμε ότι στις 11 Αυγούστου, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικτύων της Γερμανίας (BNetzA) και το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ασφάλειας Πληροφοριών (BSI) δημοσίευσαν το τελικό σχέδιο προτύπων ασφαλείας για την κατασκευή δικτύων 5G από γερμανικούς φορείς εκμετάλλευσης. Στο ογδοντασέλιδο αυτό έγγραφο δεν υπάρχει ούτε μία ρήτρα που να αφορά τη Huawei.
Η Βρετανία περιμένει την κατάλληλη ευκαιρία
Αν και το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρητικά συμμορφώθηκε ευθύς εξαρχής με τις προτάσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, εξακολουθεί να αντιτίθεται στην απομάκρυνση της Huawei από τα δίκτυα 5G, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα.
Τον Ιούλιο, η βρετανική κυβέρνηση ανέφερε ότι το δίκτυο 5G της χώρας θα πρέπει να έχει αφαιρέσει τον εξοπλισμό της Huawei έως το 2027, ενώ οι νέες αγορές κινεζικού εξοπλισμού για τα 5G δίκτυα θα απαγορευτούν αρχής γενομένης από το 2021.
Παρά την συμμόρφωση στο αμερικανικό πρόσταγμα, ο χρονικός ορίζοντας των 7 ετών και η εξαμηνιαία περίοδος μέχρι να τεθεί σε ισχύ η απαγόρευση κινεζικών προμηθειών αποτελεί την καλύτερη διέξοδο. Κι αυτό γιατί οι πάροχοι μπορούν να προμηθευτούν τον απαραίτητο εξοπλισμό για τα 5G δίκτυα έως το τέλος του χρόνου, ο οποίος θα τους καλύπτει μέχρι την αντικατάσταση του 5G από το 6G σε περίπου επτά χρόνια από σήμερα. Κάτι τέτοιο απέχει μακράν από τον όραμα του Πομπέο για «μηδενική-Κίνα».
Ανοιχτή πόρτα στην Κίνα αφήνουν Γαλλία και Ισπανία
Από πλευράς της η Γαλλική κυβέρνηση έστειλε την μπάλα στο γήπεδο των παρόχων.
Όπως διευκρινίζει η Γαλλία οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι που έχουν συνεργαστεί με την Huawei μπορούν να συνεχίσουν να το πράττουν έως και το 2028. Όσοι δε, δεν έχουν συνεργαστεί ακόμη με τον κινεζικό τεχνολογικό κολοσσό είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν μια μελλοντική συνεργασία με τον μόνο περιορισμό πως αυτή θα διαρκέσει έως το 2028.
Ξεκάθαρη στάση υπέρ του κινεζικού κολοσσού κρατά η ισπανική κυβέρνηση, η οποία ήδη από τον Μάιο, επιβεβαίωσε ότι οι συσκευές της Huawei είναι «ασφαλείς και αξιόπιστες και συμμορφώνονται με τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς».
Η Ευρώπη λέει όχι σε ένα «Καθαρό Δίκτυο»
Οι Ευρωπαίοι φαίνονται απαθείς να ασπαστούν το αμερικανικό όραμα για ένα «καθαρό δίκτυο», κι αυτό γιατί είναι απογοητευμένοι που οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν το δικό τους όραμα για ένα «ανοιχτό διαδίκτυο».
Η απάθεια των Ευρωπαίων απέναντι στο δίκτυο «με μηδενική κινεζική υποστήριξη» που προτείνουν οι ΗΠΑ αντικατοπτρίζει και κάτι ακόμα: την έντονη ανησυχία τους ότι μόλις το «Καθαρό Δίκτυο» του Πομπέο γίνει πραγματικότητα, ο κυβερνοχώρος θα σπάσει στη μέση: το ένα μισό θα κυριαρχείται από την Κίνα και το άλλο από τις ΗΠΑ και η Ευρώπη, η οποία θα βρίσκεται κάπου στη μέση, θα οδηγηθεί σε μια τεχνολογική άβυσσο. Κάπως έτσι, η σιωπή τους θα μπορούσε να μεταφραστεί σε ένα ξεκάθαρο «όχι» στις εκκλήσεις του Πομπέο για ένα «Καθαρό Δίκτυο».