Σύσταση «overweight» για τις μετοχές των τριών εκ των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θέτει η JP Morgan, καθώς όπως σημειώνει ο αμερικανικός οίκος, οι προοπτικές για τον κλάδο έχουν μετατοπιστεί αισθητά προς τα πάνω, καθώς συνέχισαν και εν μέσω πανδημίας τις προσπάθειές τους για την εξυγίανση των ισολογισμών τους από τον υψηλό όγκο NPEs (μειώνοντας τα NPEs κατά 17 δισ. ευρώ περίπου, ή το 1/4 προ πανδημίας και κατά 60 δισ. ευρώ από τα υψηλά του 2016).
Έτσι, η JP Morgan θέτει τιμές στόχους για την Alpha Bank στα 1,50 ευρώ (upside 40%), για τη Eurobank στα 1,10 ευρώ (upside 42%), και την Εθνική Τράπεζα στα 3,30 ευρώ (upside 46%). Από την άλλη, για τη μετοχή της Τράπεζας Πειραιώς που διατηρεί «ουδέτερη» σύσταση, η τιμή στόχος ορίζεται στα 1,90 ευρώ (upside 40%). Όπως σημειώνει, οι εγχώριες τράπεζες διαπραγματεύονται με δείκτη τιμής προς ενσώματη λογιστική αξία, P/TBV στο 0,43x για το 2022 ή με discount 40% σε σύγκριση με τις αντίστοιχες τράπεζες της Ευρωζώνης, με παρόμοια προφίλ εκτιμώμενου ROTE για το 2022 - 2023, κάτι που ο οίκος χαρακτηρίζει ως αδικαιολόγητο, αλλά αντανακλά σε μεγάλο βαθμό το αυξημένο κόστος κεφαλαίου που η αγορά αποτιμά στο 18% κατά μ.ο έναντι του 12% που χρησιμοποιεί η JP Morgan στα μοντέλα της και του 10% για την Ευρώζωνη.
Όπως σημειώνει, οι τράπεζες έχουν οικοδομήσει ένα σταθερό ιστορικό εκτέλεσης κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. με την JP Morgan να αναμένει τη συνέχιση της υλοποίησης των σχεδίων μετασχηματισμού σε συνδυασμό με τα πρώτα σημάδια βιώσιμης κερδοφορίας, ώστε να μειωθεί η πίεση στο cost of equity.
Παράλληλα, οι δείκτες NPE αναμένεται να συγκλίνουν με τα ευρωπαϊκά επίπεδα έως τις αρχές του επόμενου έτους, ανοίγοντας το δρόμο για την εξομάλυνση του κόστους κινδύνου, με πρόσθετη ώθηση στα κέρδη από την επιτάχυνση της δυναμικής της αύξησης των δανείων και των περαιτέρω ευκαιριών για έσοδα από προμήθειες και κέρδη λειτουργικής αποδοτικότητας. Όπως σημειώνει η JP Morgan, μετά από χρόνια απομόχλευσης, η αύξηση των δανείων των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να επιταχυνθεί τα επόμενα χρόνια, με υγιέστερους ισολογισμούς, βελτίωση της ζήτησης για δάνεια και την επικείμενη δρομολόγηση μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου «Ελλάδα 2.0».
Επιπλέον, η εκκαθάριση άλλων 40 δισ. ευρώ από τους ισολογισμούς των τραπεζών παραμένει ένα σημαντικό μέγεθος, ιδίως δεδομένης της μεταβλητότητας που σχετίζεται με την πανδημία. Ωστόσο, ο αμερικανικός οίκος εκτιμά ότι οι κίνδυνοι εκτέλεσης των στόχων των τραπεζών είναι σχετικά περιορισμένοι, με τα περισσότερα βάρη να είναι ήδη πίσω, και περιλαμβάνουν τη νομική και επιχειρησιακή συγκρότηση μιας λειτουργικής δευτερογενούς αγοράς NPEs στην Ελλάδα, τη νομοθέτηση και την έναρξη του προγράμματος «Ηρακλής» και την ουσιαστική πρόοδο στο επίπεδο του πτωχευτικού κώδικα. Επιπλέον, οι χαμηλές αποδόσεις των κρατικών ομολόγων και οι αυξανόμενες τιμές στο real estate προσφέρουν ώθηση στις αποτιμήσεις, όπως επισημαίνει η JP Morgan.
Έτσι, ο αμερικανικός οίκος αναμένει ότι τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών θα επεκταθούν με 7% CAGR (μέση ετήσια αύξηση) για την περίοδο 2020-2023, το οποίο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το -3% που καταγράφηκε την περίοδο 2016 - 2019. Η αύξηση των δανείων παρέχει σημαντική ώθηση στα βασικά μεγέθη των τραπεζών, η οποία διαφορετικά δοκιμάζεται από τα χαμηλά επιτόκια και την εξυγίανση των NPEs, και εκτιμά ότι αυτή η πρόσθετη αναπτυξιακή ώθηση προσθέτει έως και 2% στο μέσο όρο του δείκτη ROTE έως το 2023.
Σε συνδυασμό με την εξομάλυνση του κόστους κινδύνου και την περαιτέρω αύξηση των προμηθειών και της αποδοτικότητας, αναμένει ότι οι δείκτες ROTE του κλάδου θα φθάσουν το 8% - 9% έως το 2023.
H JP Morgan εκτιμά ότι οι ελληνικές τράπεζες προσφέρουν μια ενδιαφέρουσα διαφοροποίηση στα χαρτοφυλάκια, δεδομένης του πολλά υποσχόμενου μακροοικονομικού «recovery story» και των ξεχωριστών bottom-up χαρακτηριστικών της κάθε μετοχής. Επιπλέον, ξεχωρίζει τις Alpha Bank και Eurobank για τον προσανατολισμό προς την ανάπτυξη και τη διεθνή παρουσία τους, τον αμυντικό ισολογισμό και την κεφαλαιακή άνεση της Εθνικής Τράπεζας καθώς και το ιστορικό επίτευξης στόχων της Τράπεζας Πειραιώς στη διαδικασία μετασχηματισμού της.
Κοιτώντας μπροστά, η συνέχιση της εκτέλεσης των σχεδίων μείωση των NPEs, τα πρώτα σημάδια επιτάχυνσης της αύξησης των δανείων με την έναρξη του «Ελλάδα 2.0», καθώς και το περαιτέρω re-rating των ευρωπαϊκών τραπεζών, θα μπορούσαν να αποτελέσουν καταλύτες για τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών, σύμφωνα με τη JP Morgan.