Από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής κινδυνεύουν τα τραπεζικά συστήματα της Νότιας Ευρώπης, με τις ελληνικές τράπεζες να βρίσκονται στην πρώτη θέση, όπως επισημαίνει η S&P Global Market Intelligence, εξαιτίας των τοξικών δανείων από προηγούμενες κρίσεις.
Έχοντας ως βάση τα κλιματικά stress tests που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι τράπεζες της Ν. Ευρώπης, που ήδη επιβαρύνονται από τα τοξικά δάνεια των προηγούμενων κρίσεων, είναι εκείνες που απειλούνται με τις υψηλότερες ζημιές στα δάνεια εξαιτίας των φυσικών κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Συγκεκριμένα, τα stress tests έδειξαν ότι ένα ποσοστό υψηλότερο του 60% των τραπεζικών δανείων στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία εκτείθενται σε υψηλό φυσικό κίνδυνο, όπου ορίζεται ως πιθανότητα άνω του 1% η εταιρεία να υποστεί πιέσεις από τις επιπτώσεις μίας πυρκαγιάς ή μίας πλημμύρας μέσα σε διάστημα ενός έτους.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με την Standard & Poor's βρίσκεται στη χειρότερη θέση, καθώς πάνω από το 90% των δανείων αντιμετωπίζει φυσικό κίνδυνο, όταν ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος διαμορφώνεται γύρω στο 20%.
O Stefan Nedialkov, διευθυντής της Citigroup Global Markets, ανέφερε στην S&P Global Market Intelligence πως «το κανάλι του πιστωτικού κινδύνου είναι αυτό που μας ανησυχεί περισσότερο για τις τράπεζες. Και αυτό σημαίνει ότι λόγω της μετάβασης σε μια νέα πράσινη οικονομία και λόγω του υψηλότερου φυσικού κινδύνου για τους υποκείμενους δανειολήπτες, αυξάνεται η πιθανότητα αθέτησης από τη μεριά των δανειοληπτών. Ενώ όλα τα άλλα παραμένουν σταθερά, οι τράπεζες ενδέχεται να χρειαστεί να αυξήσουν τις προβλέψεις τους».
Παράλληλα, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε περιοχές ευαίσθητες στην κλιματική αλλαγή και στους κινδύνους που απορρέουν από αυτή θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν διακοπή των παραγωγικών διαδικασιών λόγω φυσικών καταστροφών, όπως ανέφερε η ΕΚΤ. Η αύξηση αυτών των οικονομικών ζημιών μπορεί να μειώσει τις τιμές των εξασφαλίσεων και των αξιών των περιουσιακών στοιχείων, επηρεάζοντας τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν χορηγήσει δάνεια σε αυτές τις εταιρείες.
Επιπλέον, σύμφωνα με τα stress tests της ΕΚΤ, που δημοσιεύθηκαν τον Σεπτέμβριο, (αξιολόγηση περίπου 1.600 τραπεζών στην Ευρωζώνη) σε ορίζοντα 30 ετών στο πιο σοβαρό σενάριο «hot house», η πιθανότητα αθέτησης των επιχειρήσεων υψηλού φυσικού κινδύνου θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 25% έως το 2050.
«Πρέπει να υποθέσουμε ότι οι τράπεζες θα λάβουν μέτρα. Επομένως, δεν είναι ρεαλιστικό να υποθέτουμε ότι δεν θα γίνει τίποτα τα επόμενα 30 χρόνια από τις τράπεζες στη δράση διαχείρισης των δανείων», σημειώνει ο Sam Theodore, της Scope Insights.
Οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις επόμενες δύο δεκαετίες δείχνουν ότι οι περιοχές της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Ελλάδας αντιμετωπίζουν «πολύ υψηλό» κίνδυνο πυρκαγιών κατά την αντιπυρική περίοδο. «Οι περιοχές που βρίσκονται στη νότια Ευρώπη αναμένεται να δεχθούν ισχυρότερο πλήγμα από τις πυρκαγιές: αυτό βασίζεται κυρίως στην προβλεπόμενη αυξημένη συχνότητα και ένταση των πυρκαγιών που πλήττουν τις χώρες που βρίσκονται πιο κοντά στον Ισημερινό», ανέφερε η ΕΚΤ.
Οι βάσεις ιστορικών δεδομένων δείχνουν επίσης ότι οι πυρκαγιές στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα έχουν πλήξει μεγαλύτερες εκτάσεις από εκείνες στη Γαλλία, για παράδειγμα. Ο κίνδυνος ανά χώρα είναι ιδιαίτερα έντονος στην Ευρώπη, όπου πάνω από το 80% των τραπεζικών ανοιγμάτων αφορά εγχώριους πελάτες, σύμφωνα με την ΕΚΤ.