Στην κίνηση επαναφοράς της διανομής μερισμάτων από τη χρήση του 2022 για τη Eurobank, που θα ανοίξει μια νέα σελίδα ευρύτερα για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, στέκεται ιδιαίτερα η JP Morgan, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της τράπεζας.
Οι στόχοι της τράπεζας, όπως σημειώνει ο αμερικανικός οίκος, δεν προκαλούν έκπληξη (εξάλλου, η διοίκηση έχει δώσει guidance για διψήφιο ROTE το 2022), αλλά υπογραμμίζει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Eurobank που αναμένεται να αυξήσουν τα EPS στο 13% έως το 2024 προσφέροντας ένα βιώσιμο επίπεδο για το δείκτη αποδοτικότητας ROTE στο 10% από το τρέχον έτος.
Η JP Morgan δηλώνει ενθουσιασμένη με την κίνηση και τη φιλοδοξία διανομής μερίσματος από τη Eurobank με ένα αρχικό ποσοστό διανομής κερδών της τάξεως του 20% που είναι μάλλον συμβολική, αλλά εξακολουθεί να μεταφράζεται σε απόδοση 3,5%, και ο στόχος για το δείκτη CET1 στο 14,6% για το 2024 προσφέρει περιθώρια για υψηλότερη μεσοπρόθεσμη απόδοση κεφαλαίου. Ευρύτερα, εκτιμά πως οι φιλοδοξίες της Eurobank δείχνουν ξεκάθαρα ότι η μετοχή έχει περάσει από το recovery case σε ένα ευρωπαϊκό value «play». Με τη μετοχή να διαπραγματεύεται με δείκτη ενσώματης λογιστικής αξίας P/BV για το 2023 στο 0,5x για στόχο 10% ROTE έναντι 0,8x κατά μέσο όρο για τις ευρωπαϊκές τράπεζες και τις τράπεζες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης με 9,1% ROTE, η JP Morgan εντοπίζει ανοδικά περιθώρια για τη μετοχή, καθώς η διοίκηση επιτυγχάνει τους στόχους της. Μακροπρόθεσμα, εκτιμά πως η αναθέρμανση της εγχώριας λιανικής τραπεζικής, η υψηλότερη απόδοση κεφαλαίου και η πιθανή εξαγωγή αξίας από τις διεθνείς δραστηριότητας της τράπεζας και τα μη τραπεζικά περιουσιακά στοιχεία της μπορούν να δημιουργήσουν μια περαιτέρω ανοδική κίνηση για τη μετοχή. Να επισημανθεί πως η JP Morgan έχει θέσει τιμή στόχο στα 1,30 ευρώ για τη μετοχή της Eurobank με σύσταση «overweight».
Από τη μεριά της, η Goldman Sachs αναφέρει πως η βασική γραμμή αποτελεσμάτων της Eurobank ήταν σε γενικές γραμμές εναρμονισμένη με τις εκτιμήσεις της. Ωστόσο, οι εποικοδομητικές στρατηγικές προοπτικές για το 2022 - 2024 (βιώσιμο ROTE στο 10%, 13% EPS CAGR το 2021 - 2024 και δείκτη CET1 FL στο 14,6% για το 2024) που παρείχε η διοίκηση της τράπεζας καθώς και η συζήτηση για τη δυνατότητα διανομής μερισμάτων (για πρώτη φορά μετά από πάνω από δέκα χρόνια σε ποσοστό 20% από τα κέρδη του της χρήσης που υπόκεινται στην έγκριση των ρυθμιστικών αρχών, SSM) ήταν άκρως θετικά στοιχεία.
Παράλληλα, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ανάλυσης ευαισθησίας της τράπεζας γύρω από τις αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η τράπεζα αναμένει ένα μη γραμμικό θετικό αντίκτυπο από κάθε πιθανή αύξηση επιτοκίων. Η Eurobank θα πρέπει να επωφεληθεί από τα υψηλότερα επιτόκια καθώς το μεγαλύτερο μέρος του δανειακού της χαρτοφυλακίου είναι είναι κυμαινόμενου επιτοκίου και η τράπεζα διαθέτει επίσης επαρκή επίπεδα ρευστότητας (ο δείκτης LDR - δείκτης δανείων προς καταθέσεις είναι περίπου στο 70%).
Για την πρώτη αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης (από -50 μονάδες βάσης σε μηδενικά επίπεδα), η διοίκηση της Eurobank αναμένει περίπου 60 εκατ. ευρώ θετικό αντίκτυπο στην κάτω γραμμή (4,5% των NII του 2021 (καθαρά έσοδα από τόκους) και 10% των κερδών προ φόρων). Η δεύτερη αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης θα μεταφραστεί σε ένα μεγαλύτερο θετικό αντίκτυπο που εκτιμάται σε 150 εκατ. ευρώ (11% των NII του 2021 και 26% των κερδών προ φόρων). Κάθε επόμενη αύξηση των επιτοκίων (μετά τη δεύτερη) σύμφωνα με τη διοίκηση θα είχε μικρότερο αντίκτυπο.
Επιπλέον, έμφαση δόθηκε και στην έκθεσή της στη Ρωσία και την Ουκρανία. Η άμεση έκθεση είναι ασήμαντη στο 0,1% των περιουσιακών στοιχείων, ενώ η έμμεση έκθεση προέρχεται από τον υψηλότερο πληθωρισμό, τις τιμές ενέργειας, την τουριστική δραστηριότητα και κάποιες μακροοικονομικές επιπτώσεις σε ορισμένες από τις θυγατρικές της σε άλλες χώρες (π.χ. Βουλγαρία). Η Goldman Sachs διατηρεί τη σύσταση «buy» με τιμή στόχο στα 1,40 ευρώ, ήτοι με ένα upside 68,3%.