Ήταν 24 Φεβρουαρίου όταν ήχησαν τα «τύμπανα» του πολέμου και ξημέρωνε μια μαύρη μέρα για τη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία. Ωστόσο, πολύ πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είχαν αρχίσει να ηχούν στην Ελλάδα κάποια άλλα τύμπανα. Ήταν τα «τύμπανα» των πληθωριστικών πιέσεων που σηματοδοτούσαν την είσοδο της οικονομίας σε ένα βαθύ τούνελ ακρίβειας…
Η βαθμιαία άνοδος του πληθωρισμού στην Ελλάδα ξεκίνησε περίπου στο δεύτερο εξάμηνο του 2021, ωστόσο μόνο οι πλέον απαισιόδοξοι περίμεναν μια τόσο ραγδαία κλιμάκωση του φαινομένου, με τις ανατιμήσεις να κάνουν πάρτι και τα νοικοκυριά να λυγίζουν απέναντι στο πληθωριστικό τσουνάμι που ροκανίζει επικίνδυνα το διαθέσιμο εισόδημα.
Η ξέφρενη άνοδος των τιμών δεν είναι ελληνικό προνόμιο, αλλά συνιστά ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Ο πληθωρισμός στη χώρα μας είναι εισαγόμενος και προέκυψε από τις αναταραχές που έπληξαν την παγκόσμια προσφορά και ζήτηση, λόγω της «καταιγίδας» που σήκωσε στο πέρασμά της η πανδημία του κορονοϊού και δη οι επιπτώσεις της, όπως τα πρωτοφανή για την ανθρώπινη ιστορία lockdown που επιβλήθηκαν σε ολόκληρο τον πλανήτη.
«Οι αυξήσεις των τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες είναι αναμενόμενες όταν οι οικονομίες ανακάμπτουν έντονα μετά από βαθιά ύφεση και η ζήτηση αυξάνεται, ωστόσο μπορούν να οδηγήσουν σε ισχυρή και επικίνδυνη ανοδική περιδίνηση τιμών και μισθών που θα υποσκάψει την πραγματική ανάπτυξη και θα μειώσει τα πραγματικά εισοδήματα», υποστήριξε πρόσφατα σε ανάλυσή του το ΙΟΒΕ, διαμηνύοντας πως η εξέλιξη του πληθωρισμού στην Ελλάδα θα έχει κεντρική οικονομική και πολιτική σημασία το προσεχές διάστημα.
Κι ενώ όλοι μιλούσαν για ένα παροδικό φαινόμενο, η κρίση της ενέργειας ήρθε για να διαψεύσει ακόμη και τους πλέον αισιόδοξους. Η πρωτοφανής αύξηση των τιμών ενέργειας έχει συμπαρασύρει ανοδικά τα κόστη παραγωγής και έχει στείλει στα ύψη τις πρώτες ύλες, με τις ανατιμήσεις να περνούν αρχικά στα είδη διατροφής και στη συνέχεια σε μια ευρύτερη γκάμα καταναλωτικών αγαθών.
Η πορεία του πληθωρισμού τους τελευταίους μήνες
Παρακολουθώντας κανείς τα μηνιαία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ θα αντιληφθεί πως η πληθωριστική απειλή άρχισε να κάνει την εμφάνισή στην ελληνική οικονομία στα τέλη του καλοκαιριού, ωστόσο εντάθηκε το φθινόπωρο του 2021. Η κατάσταση όμως εκτροχιάστηκε πλήρως τους πρώτους μήνες του 2022 και πριν καλά καλά προλάβει να αντιληφθεί η παγκόσμια κοινότητα πως ο πόλεμος στην Ουκρανία θα επιδεινώσει κατά πολύ μια ήδη δύσκολη κατάσταση.
Στην Ελλάδα, ο Γενικός Δείκτης Τιμών αυξήθηκε κατά 1% τον περασμένο Ιούνιο, κατά 1,4% τον Ιούλιο και κατά 1,9% τον Αύγουστο. Ήταν τον Σεπτέμβριο όταν έσπασε το φράγμα του 2% και διαμορφώθηκε στο 2,2%, ενώ τα χειρότερα έπονταν. Τον Οκτώβριο του 2021 έγιναν αισθητά τα πρώτα ανησυχητικά μηνύματα για τον πληθωρισμό, με τον Γενικό Δείκτη Τιμών να καταγράφει άνοδο 3,4%, ενώ ακολούθησε η άνοδος κατά 4,8% του Νοεμβρίου και το «σοκ» του 5,1% τον τελευταίο μήνα του 2021. Με ακόμη πιο άσχημους οιωνούς μπήκε η νέα χρονιά, με τον πληθωρισμό να σκαρφαλώνει στο 6,2% τον Ιανουάριο και να εκτινάσσεται στο 7,2% τον Φεβρουάριο, προκαλώντας ίλιγγο και αγγίζοντας τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 26 χρόνων.
Πλέον γίνεται εμφανές ότι με επίκεντρο την ενέργεια, οι αυξήσεις τιμών διαχέονται στα τρόφιμα, καθώς και σε μια ευρεία γκάμα καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών.
Τα «μαντάτα» του Φεβρουαρίου
Στα στοιχεία του Φεβρουαρίου, η πιο μεγάλη άνοδος καταγράφηκε στο φυσικό αέριο (κατά 78,5%, έναντι 154,8% τον Ιανουάριο και 135,7% τον Δεκέμβριο), ενώ στο πετρέλαιο θέρμανσης έφτασε στο 41,5% από 36% τον Ιανουάριο και έναντι 34,1% τον Δεκέμβριο. Στα καύσιμα και λιπαντικά ανήλθε σε 23,2%, από 21,6% τον Ιανουάριο και από 21,7% τον Δεκέμβριο, αλλά και στον ηλεκτρισμό στο 71,4% από 56,7% τον Ιανουάριο και από 45% περίπου τον Δεκέμβριο.
Από τον Φεβρουάριο του 2021 μέχρι και τον ίδιο μήνα φέτος, διψήφια άνοδος καταγράφηκε σε: αρνί και κατσίκι (14,4%), έλαια και λίπη (16,8%), λαχανικά (15,2%), αυτοκίνητα μεταχειρισμένα (11,5%), μεταφορά επιβατών με αεροπλάνο (22,9%), αλλά και σε ξενοδοχεία-μοτέλ-πανδοχεία (11,6%). Μεγάλη ήταν η άνοδος των τιμών σε ψωμί και δημητριακά (5,9%), μοσχάρι (4,2%), πουλερικά (6,8%), γαλακτοκομικά και αυγά (6,0%), φρούτα νωπά (9,8%), ένδυση και υπόδηση (5,6%), έπιπλα και διακοσμητικά είδη (5,7%), οικιακές υπηρεσίες (4,8%), αυτοκίνητα, μοτοποδήλατα-μοτοσυκλέτες και ελαστικά.
Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, δεν απέκλεισε πρόσφατα περαιτέρω άνοδο του πληθωρισμού ακόμη και στο 8% το προσεχές διάστημα, ενώ φορείς της αγοράς δεν δίστασαν να προβλέψουν εκτίναξη του πληθωρισμού ακόμη και στο 9% τους επόμενους μήνες.
Στη σκιά της ραγδαίας αύξησης του ενεργειακού κόστους, οι αυξήσεις στις τιμές βασικών ειδών διατροφής φαίνεται πως ήρθαν για να μείνουν, προκαλώντας μεγάλη ανησυχία στους καταναλωτές, που διαπιστώνουν πλέον πως για να γεμίσει το ψυγείο για τις εβδομαδιαίες διατροφικές τους ανάγκες, χρειάζεται να βάλουν πολύ πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη.
«Οι ανατιμήσεις είναι αναμενόμενες καθώς εδώ και αρκετούς μήνες καταγράφονται πληθωριστικές πιέσεις οι οποίες είναι κυρίως εισαγόμενες», σχολίαζε πρόσφατα το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), επισημαίνοντας πως ο δείκτης των διεθνών τιμών πρώτων υλών των τροφίμων παραμένει σημαντικά αυξημένος σε σχέση με τα επίπεδα πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις (δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά, ζάχαρη), με τις μεγαλύτερες να καταγράφονται στα φυτικά έλαια και τα δημητριακά.
«Η ενεργειακή κρίση θα μας συνοδεύσει όλο το 2022», προειδοποίησε πριν από μερικές ημέρες ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου. Μιλώντας στην ΕΡΤ, δεν απέκλεισε το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, οι πολίτες να βρεθούν αντιμέτωποι με ανατιμήσεις πάνω από 30%, εξηγώντας πως οι επιχειρήσεις, υπό το βάρος των συνεπειών της πανδημίας αλλά και της εκτίναξης του λειτουργικού τους κόστους, δεν έχουν πλέον άλλα περιθώρια απορρόφησης των αυξήσεων, επομένως η μετακύλισή τους στον καταναλωτή δεν θα μπορεί να αποφευχθεί.
Σύμφωνα άλλωστε με το Ινστιτούτο Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, ο πληθωρισμός, που οφείλεται στην άνοδο των τιμών ενέργειας και στη διατάραξη της ζήτησης και προσφοράς που προκάλεσε η πανδημία, σε συνδυασμό με ενδεχόμενες υφεσιακές τάσεις, εγκυμονεί τον κίνδυνο εκδήλωσης του φαινομένου του στασιμοπληθωρισμού. Ένα φαινόμενο που παρατηρήθηκε έντονα το 1973, όπου είχε σημειωθεί αντίστοιχα μεγάλη αύξηση των διεθνών τιμών ενέργειας, λόγω της τότε πετρελαϊκής κρίσης. Ήταν τότε που η κρίση έριξε βαριά τη σκιά της πάνω από τις οικονομίες για μία δεκαετία, επιδρώντας ευρύτερα στο υπόδειγμα των μακροοικονομικών πολιτικών.
«Γονατίζει» τους Έλληνες η ακρίβεια
Την ίδια ώρα, η δεινή θέση στην οποία έχουν έρθει οι Έλληνες δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός νοικοκυριών δύσκολα τα «βγάζει πέρα», καθώς το μηνιαίο εισόδημα για περισσότερα από τέσσερα στα 10 νοικοκυριά δεν επαρκεί για όλο το μήνα, αλλά για μόλις 19 ημέρες (μεσοσταθμικά). Αυτό προκύπτει από τη νέα έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών το 2021, η οποία διεξήχθη υπό συνθήκες πανδημίας, υψηλού πληθωρισμού και πριν από την εκδήλωση των πρόσφατων δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων, που αναμφίβολα θα έχουν σοβαρές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις, το βάθος και το εύρος των οποίων δεν είναι δυνατόν ακόμα να εκτιμηθούν.
Σύμφωνα με επιμέρους στοιχεία της έρευνας, το 2021 η ακρίβεια εκτίναξε τον αριθμό των νοικοκυριών που αύξησαν τις δαπάνες τους για βασικά αγαθά. Το 65,1% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για λογαριασμούς σπιτιού (20% το αντίστοιχο ποσοστό το 2020), το 52,8% για είδη διατροφής (26,2% το 2020), το 51,9% για θέρμανση (12,9% το 2020) και το 34,7% για υγεία και φάρμακα (26% το 2020).
Οι αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν για ένα στα δύο νοικοκυριά την κατηγορία που έχει τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδημα τους, ενώ γενικά, οι συνολικές δαπάνες των νοικοκυριών αυξήθηκαν το 2021 κατά 12% (μεσοσταθμικά). Δύο στα δέκα νοικοκυριά καθυστερούν να πληρώσουν το ηλεκτρικό ρεύμα και περισσότερα από ένα στα δέκα (12,5%) καθυστερούν την πληρωμή λογαριασμών θέρμανσης.
Στο ενδεχόμενο ενός έκτακτου αλλά απολύτως αναγκαίου εξόδου της τάξης των 500 ευρώ, το 14,7% δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε να το πραγματοποιήσει, ενώ το 32,4% θα κάλυπτε αυτή τη δαπάνη με μεγάλη δυσκολία. Σημειώνεται ότι το 33,8% των νοικοκυριών με εισόδημα έως 10.000 ευρώ δήλωσαν ότι δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο έκτακτο έξοδο.
Το 11,5% των νοικοκυριών δήλωσε ότι το εισόδημα του δεν επαρκεί για να καλύψει ούτε τις βασικές του ανάγκες, εύρημα που σχετίζεται με το ποσοστό ακραίας φτώχειας που σημειώνεται στη χώρα μας, ενώ είναι ελαφρώς αυξημένο σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό της ερευνάς του 2020 (10,2%). Σε συνθήκες ακραίας φτώχειας φαίνεται ότι διαβιεί το 20,2% των νοικοκυριών με τουλάχιστον έναν άνεργο, το 20,3% των μονομελών νοικοκυριών και το 32,2% των νοικοκυριών με εισόδημα έως 10.000 ευρώ.
Σχετικά με τις προσδοκίες που καταγράφονται για το 2022, είναι βέβαιο πως οι τρέχουσες εξελίξεις τις έχουν μεταβάλει προς το δυσμενέστερο. Συγκεκριμένα περίπου ένα στα δύο νοικοκυριά (45,1%) εκτιμά ότι το 2022 θα χειροτερέψει η οικονομική του κατάσταση, έναντι μόλις του 13,6% που εκτιμά ότι θα βελτιωθεί και του 36,7% που εκτιμά ότι θα παραμείνει η ίδια. Η απαισιοδοξία που εκδηλώνουν τα νοικοκυριά ως προς τη μελλοντική οικονομική τους κατάσταση φαίνεται ότι τροφοδοτείται κυρίως από την ακρίβεια, καθώς στο ερώτημα εάν η αύξηση των τιμών έχει επηρεάσει τα νοικοκυριά των ερωτώμενων σε βαθμό να αναγκαστούν να μειώσουν δαπάνες για βασικές ανάγκες το 45,3% απάντησε πολύ, το 31,6% λίγο ενώ το 21,9% απάντησε αρνητικά.