Για την επίπτωση της νέας κρίσης στην οικονομία και στο έργο των ελληνικών τραπεζών μίλησε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φ. Καραβίας κατά την τοποθέτησή του στο συνέδριο «Banking Summit: Ανοίγοντας δρόμο για την ανάπτυξη» που διοργάνωσε σήμερα το Money Review.
Όπως είπε, «οι εξελίξεις υπονομεύουν το θετικό αφήγημα και επηρεάζουν δυσμενώς την ευρωπαϊκή οικονομία στο σύνολο της. Ειδικά, η δική μας οικονομία επιβαρύνεται περισσότερο καθώς χαρακτηρίζεται από την προϊστορία των δίδυμων ελλειμάτων, το υψηλότερο δημόσιο χρέος και τα χειρότερα δημογραφικά στοιχεία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το δημόσιο χρέος είναι εξαιρετικά υψηλό και ότι σε ανώμαλες συνθήκες αγοράς οι χώρες με υψηλό χρέος επηρεάζονται δυσανάλογα από κάθε αύξηση των επιτοκίων. Ωστόσο, να μην ξεχνάμε τα ειδικά χαρακτηριστικά του χρέους μας, δηλαδή τη διακράτηση του από ευρωπαϊκούς θεσμικούς οργανισμούς, τη μεγάλη διάρκεια του, αλλά και το μαξιλάρι ρευστότητας της τάξης των 40 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου, που αποτελεί πρόσθετη δικλείδα ασφαλείας. Επομένως, έχουμε ισχυρές άμυνες. Ως προς την επενδυτική βαθμίδα, προφανώς το περιβάλλον ρευστότητας, γεωπολιτικής και οικονομικής, δεν βοηθά. Ωστόσο, έχω προσωπικά πει από πολύ καιρό ότι η ανάκτησή της πρέπει να αποτελεί εθνικό στόχο. Προσθέτω ότι δεν πρέπει να τον εγκαταλείψουμε επειδή οι συνθήκες γίνονται πιο δυσχερείς. Το αντίθετο. Πρέπει να εστιάσουμε και να πολλαπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας – και να υπάρξει συντονισμός όλων όσοι μπορούν να συμβάλουν, των κρατικών αρχών, της κυβέρνησης, των τραπεζών, των μεγάλων οικονομικών οργανισμών και επιχειρήσεων, γιατί η επενδυτική βαθμίδα είναι η λυδία λίθος της επιστροφής στην κανονικότητα. Και στην κατεύθυνση αυτή, ανεξάρτητα από το εάν η Ευρωζώνη παρατείνει την ευελιξία στη δημοσιονομική πολιτική, εμείς πρέπει να προσέξουμε διπλά ώστε να μην υποτροπιάσουμε στο πρόβλημα των δίδυμων ελλειμάτων».
Κίνδυνος για νέο κύμα κόκκινων δανείων
Αναφερόμενος στα κόκκινα δάνεια, ο κ. Καραβίας επισήμανε ότι «η πρόοδος στην μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους τραπεζικούς ισολογισμούς είναι σίγουρα μια μεγάλη επιτυχία, συνολικά του τραπεζικού συστήματος, αλλά και της πολιτείας που μας έδωσε τα απαραίτητα εργαλεία. Η Eurobank είναι η τράπεζα που άνοιξε το δρόμο για να συμβεί αυτό. Αισθάνομαι ευτυχής και οι συνεργάτες μου εξαιρετικά υπερήφανοι που δημιουργήσαμε το πλαίσιο πάνω στο οποίο βασίστηκε η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών για σχεδόν όλες τις τράπεζες. Υπενθυμίζω συνοπτικά ότι αξιοποιήσαμε το εργαλείο των τιτλοποιήσεων και προκρίναμε την εμπροσθοβαρή εξυγίανση, αντί της σταδιακής, που σήμαινε ότι σήμερα θα κουβαλούσαμε ακόμη σχεδόν όλα τα βάρη που κληροδότησε η δεκαετής κρίση. Το κράτος ήρθε να συμπληρώσει αυτό το σχεδιασμό μέσα από το μηχανισμό εγγυήσεων του σχεδίου Ηρακλής Ι και ΙΙ. Έτσι, πριν από λίγες μέρες, γίναμε η πρώτη ελληνική τράπεζα που ανακοίνωσε στα αποτελέσματά της μονοψήφιο δείκτη ΝΡΕ, στο 6,8%. Ξαναλέω – δεν είναι ένας αριθμός, είναι ένα ορόσημο. Και πιστεύω ότι και για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος θα έχουμε μονοψήφιο δείκτη έως τα τέλη του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από τους τραπεζικούς ισολογισμούς είναι το πρώτο μόνο στάδιο – σίγουρα το κρισιμότερο – για την θεραπεία αυτού του προβλήματος συνολικά για την οικονομία. Το δεύτερο στάδιο, αφορά κυρίως τους servicers που έχουν πλέον την ευθύνη είτε αναδιάρθρωσης των κόκκινων δανείων που είναι εκτός τραπεζικών ισολογισμών, για όσες περιπτώσεις είναι βιώσιμες ή ρευστοποίησης των όποιων εξασφαλίσεων υπάρχουν. Η διατήρηση των τελευταίων σε καθεστώς ακινησίας είναι αντιπαραγωγική για την οικονομία. Γι αυτό είναι κρίσιμο να προχωρήσουν ταχέως οι πλειστηριασμοί, που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της πτωχευτικής διαδικασίας για όλες τις περιπτώσεις εκτός των ευάλωτων νοικοκυριών για τα οποία η πολιτεία έχει ειδικές ρυθμίσεις. Και το τρίτο στάδιο διαχείρισης των κόκκινων δανείων είναι εξίσου σημαντικό. Αφορά την επιστροφή στις τράπεζες και την πιστωτική κανονικότητα όλων εκείνων των δανειοληπτών που με επιτυχία αναδιάρθρωσαν τα δάνεια τους. Η τρέχουσα οικονομική συγκυρία ενέχει κινδύνους για ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων καθώς οι οικογενειακοί προυπολογισμοί και οι εταιρικοί ισολογισμοί πιέζονται από το κόστος της ενέργειας και τον πληθωρισμό. Πρέπει να παρακολουθήσουμε τις σχετικές εξελίξεις με μεγάλη προσοχή και ελπίζω να είμαστε και αυτή τη φορά το ίδιο αποτελεσματικοί και να αποφύγουμε ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων, όπως με επιτυχία κάναμε κατά την περίοδο της πανδημίας.
Δεν υπάρχει πλέον κρίση ρευστότητας
Ο κ. Καραβίας εμφανίστηκε καθησυχαστικός για το θέμα της πιστωτικής επέκτασης. Όπως είπε «οι συνθήκες έχουν μεταβληθεί ριζικά τα τελευταία χρόνια σε σχέση με όσα είχαμε συνηθίσει στη διάρκεια της μακράς κρίσης. Ζήσαμε σχεδόν μια δεκαετία κρίσης ρευστότητας. Τέτοιο πρόβλημα σήμερα δεν υπάρχει. Πρώτον, οι καταθέσεις έχουν αυξηθεί σημαντικά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα κατά σχεδόν 40 δις ευρώ, και επομένως μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε αυτοτελώς την πιστωτική επέκταση. Δεύτερον, υπάρχουν μεγάλοι πόροι από την Ευρώπη, το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά όχι μόνον, διαθέσιμοι για την Ελλάδα – τόσο για τις δημόσιες δαπάνες όσο και για ιδιωτικές επενδύσεις ή συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Και, τέλος, έστω κι αν επικρατεί αυτή τη στιγμή μια αβεβαιότητα που δεν ευνοεί και η αύξηση των επιτοκίων μπορεί να δράσει ανασταλτικά, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στο ραντάρ των διεθνών επενδυτών. Πιστεύω ότι με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα δούμε μια περαιτέρω έκρηξη του ενδιαφέροντος που ήδη καταγράφτηκε με την έλευση στη χώρα μας μεγάλων ξένων επιχειρήσεων για πάγιες επενδύσεις όσο και με αποτιμήσεις ελληνικών επιχειρήσεων που δεν είχαμε ξαναδεί – θα έλεγα μέχρι πρόσφατα δεν μπορούσαμε καν να διανοηθούμε. Έχετε δίκιο όμως ότι εάν η προσφορά ρευστότητας είναι επαρκής – και παραμένει επαρκής παρά την κρίση που όλοι βιώνουμε - υπάρχει αμφιβολία για την επάρκεια επενδυτικών σχεδίων για την απορρόφησή της. Θέλω όμως με αυτή την ευκαιρία να κάνω ξανά μια έκκληση και πρόσκληση στην επιχειρηματική κοινότητα της χώρας – ιδιαίτερα στις μεσαίες και μικρότερες επιχειρήσεις, να έρθουν, να μιλήσουν με εμάς στις τράπεζες, και να κινηθούν γρήγορα και σχεδιασμένα, ενδεχομένως σε σχήματα άθροισης δυνάμεων, γιατί οι προδιαγραφές των ευρωπαϊκών κονδυλίων αυτή τη φορά είναι τέτοιες ώστε εάν δεν κινηθούμε σωστά, με προετοιμασία, με σχέδιο τα χρήματα θα χαθούν και δεν θα δοθεί η δυνατότητα απορρόφησης άρον-άρον στο τέλος της περιόδου, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν.
Για την πορεία υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης, ο κ. Καραβίας είπε: «Με αφορμή την πορεία και τη διαδικασία υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης θα πρέπει να κάνουμε πιστεύω έναν απαραίτητο διαχωρισμό. Δεν εξελίσσονται τα πράγματα με τον ίδιο ρυθμό στις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις και στις μικρότερες. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις βλέπουμε να έχουν πολύ μεγαλύτερη ωριμότητα στο σχεδιασμό τους. Ξέρουν τι θέλουν, ξέρουν πού στοχεύουν και έρχονται με επεξεργασμένες προτάσεις. Η ποιότητα των σχεδίων που βλέπουμε -και από μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις- με κάνει πολύ αισιόδοξο για τις προοπτικές της χώρας και της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τους διεθνείς ανταγωνιστές τους και πιστεύω ότι αυτό θα αντικατοπτριστεί στο μέλλον, σε συνθήκες ομαλότητας στην αγορά, με συνέχιση της αύξησης των ελληνικών εξαγωγών – κάτι που είδαμε ήδη να συμβαίνει με αξιοσημείωτους ρυθμούς. Θέλω να είμαι ειλικρινής. Δεν είναι εξίσου θετική η εικόνα στις μικρότερες και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Εκεί χρειάζεται και η δική μας βοήθεια – και σας είπα πως αφιερώνουμε όχι μόνο οικονομικούς αλλά και σημαντικούς ανθρώπινους πόρους για το σκοπό αυτό. Χρειάζεται όμως και περισσότερη προσαρμοστικότητα στις συνθήκες από τους επιχειρηματίες – καλές είναι οι οικογενειακές, ελεγχόμενες επιχειρήσεις, αλλά έχουν πεπερασμένο ορίζοντα. Όσες έχουν ακόμη βάρη του παρελθόντος πρέπει να κάνουν όλες τις αναγκαίες κινήσεις -και τώρα πια υπάρχουν λύσεις στις πλείστες των περιπτώσεων. Το παιχνίδι των καθυστερήσεων δεν έχει νόημα και δεν βγάζει πουθενά – επίσης στερεί δυνατότητες αξιοποίησης των ευκαιριών της ανάπτυξης. Όσες είναι υγιείς αλλά περιορίζονται αναγκαστικά από το μικρό μέγεθός τους, είναι η ώρα να σκεφτούν ευρύτερες συμμαχίες, συμπράξεις, ενοποιήσεις που θα τους δώσουν δυνατότητες ανάπτυξης τώρα που η οικονομία μπαίνει σε ένα θετικό κύκλο – και υπάρχουν μάλιστα, και πολύ σωστά, σημαντικά κίνητρα για τέτοιες πρωτοβουλίες στο σχέδιο Ελλάδα 2.0».
Το μοντέλο της Eurobank είναι το physital
Ξεχωριστά, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank αναφέρθηκε και στο fintech. Όπως είπε, «οι νεοφυείς εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα είναι μια πραγματικότητα και με την ευκαιρία θα ήθελα να πω ότι είναι μια μεγάλη επιτυχία για τη χώρα συνολικά, που μια ελληνική fintech, η VIVA έγινε αντικείμενο εξαγοράς από ένα διεθνή κολοσσό όπως η JPMorgan. Oι εταιρείες fintech έχουν προοπτικές και πλεονεκτήματα – είναι ευέλικτες και αναπτύσσουν πιο εύκολα τεχνολογικές λύσεις. Αλλά μεγαλώνοντας ώστε να ανταγωνιστούν τους παραδοσιακούς οργανισμούς του χρηματοπιστωτικού τομέα θα διαπιστώσουν ότι τα πράγματα δεν είναι πάντα εύκολα, καθώς σε μεγαλύτερη κλίμακα θα έρθουν κι εκείνες αντιμέτωπες με προκλήσεις, όπως π.χ. η λειτουργία σε ένα περιβάλλον υψηλής ρυθμιστικής παρέμβασης, στην οποία δεν έχουν συνηθίσει. Επομένως, αισθανόμαστε ότι η παρουσία τους είναι περισσότερο κίνητρο για να βελτιωθούμε, παρά απειλή. Στη Eurobank, έχουμε επιλέξει συγκεκριμένη στρατηγική. Δεν θα ανταγωνιστούμε τις fintech εταιρείες. Δεν θα γίνουμε ψηφιακή τράπεζα. Το μοντέλο μας είναι το phygital, ένας συνδυασμός του φυσικού με τον ψηφιακό κόσμο. Μιλάμε για την εξέλιξη της παραδοσιακής τραπεζικής ώστε να συμβαδίζει με τις σημερινές συνθήκες. Στη βάση θα βρίσκεται πάντοτε η προσωπική σχέση, η εμπιστοσύνη, η άμεση επαφή ανάμεσα στο τραπεζικό στέλεχος και τον πελάτη. Ταυτόχρονα, όμως, εξοπλιζόμαστε με τα πιο σύγχρονα τεχνολογικά μέσα ώστε η φυσική επαφή να υπάρχει όπου χρειάζεται και έχει νόημα και χρησιμότητα, ενώ οι άλλες εργασίες, όλες οι άλλες τραπεζικές εργασίες να μπορούν να γίνονται ηλεκτρονικά και ψηφιακά. Επίσης, εντάσσουμε στις υποδομές μας, επενδύουμε σε συστήματα αλλά κυρίως σε ανθρώπους – και ενθαρρύνουμε στελέχη που σήμερα εργάζονται στο εξωτερικό και θέλουν να επιστρέψουν στη χώρα, ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για την αξιοποίηση των προσόντων τους. Επενδύουμε στην αξιοποίηση των δεδομένων, τον πλούτο των οποίων σήμερα αξιοποιούμε σχετικά περιορισμένα, στην τεχνητή νοημοσύνη και την μηχανική εκμάθηση, δηλαδή αλγορίθμους και εργαλεία που θα μας επιτρέψουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και μικρότερο κόστος σε διάφορους κρίσιμους τομείς, όπως η κανονιστική συμμόρφωση, η εκτίμηση του πιστωτικού κινδύνου για νέες χρηματοδοτήσεις, το marketing κλπ. Και επενδύουμε στην αυτοματοποίηση των εσωτερικών μας διαδικασιών μέσω robotics, ώστε να μειώσουμε το κόστος μας αλλά και να δίνουμε ταχύτερα απαντήσεις και εξυπηρέτηση στους πελάτες μας».