Ένα επενδυτικό πρόγραμμα, που αναμένεται τελικά να φτάσει σε ύψος το 1,5 δισ. ευρώ, με ορίζοντα το 2026, υλοποιεί η ελληνική φαρμακοβιομηχανία, δημιουργώντας σημαντικό αποτύπωμα στην ελληνική κοινωνία, την απασχόληση και την εθνική οικονομία. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει αναβάθμιση των υφιστάμενων, αλλά και την κατασκευή 10 νέων εργοστασίων με 56 γραμμές παραγωγής σε όλη την Ελλάδα, 14 νέων ερευνητικών δομών και τη δημιουργία 5.500 θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης.
«Καταλύτη» για την επενδυτική άνθηση της εγχώριας βιομηχανίας φαρμάκου αποτελεί το επενδυτικό clawback, που υλοποιείται στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης –Next Generation EU. Αφορά στο συμψηφισμό αυτόματης επιστροφής clawback(υποχρεωτικές επιστροφές της υπέρβασης του προϋπολογισμού για φάρμακα από τη φαρμακοβιομηχανία στο κράτος) με ποσοστά επί των δαπανών Έρευνας & Ανάπτυξης (Ε&Α) και των δαπανών επενδυτικών σχεδίων ανάπτυξης προϊόντων, υπηρεσιών ή γραμμών παραγωγής.
Η δυνατότητα συμψηφισμού των υποχρεωτικών επιστροφών με επενδύσεις θεσμοθετήθηκε το 2019, με πόρους από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων (ΠΔΕ), δίνοντας κίνητρο για νέες επενδυτικές κινήσεις μετά από μία μακρά περίοδο αποεπένδυσης λόγω της οικονομικής κρίσης, ενώ στο τέλος του 2021 εντάχθηκε στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανεκτικότητας «Ελλάδα 2.0». Το ποσό του συμψηφισμού clawback - επενδύσεων για την περίοδο 1 Οκτωβρίου 2021 έως 31 Δεκεμβρίου 2023 είχε οριστεί στα 250 εκατ. ευρώ, τα οποία συμψηφίζονται με το clawback που καταβάλλουν οι εταιρείες σε ετήσια βάση.
Οι μεγάλοι «παίκτες»
Για την περίοδο αυτή τα μεγαλύτερα επενδυτικά σχέδια κατέθεσαν οι εταιρείες DEMO (155,28 εκατ. ευρώ, με επιλέξιμες δαπάνες 64 εκατ. ευρώ), ΕΛΠΕΝ ( 67 εκατ. ευρώ, με επιλέξιμες δαπάνες 30 εκατ. ευρώ), WIN MEDICA (38,4 εκατ. ευρώ, με επιλέξιμες δαπάνες 19,2 εκατ. ευρώ), ΡΑΦΑΡΜ ( 34,7 εκατ. ευρώ, με επιλέξιμες δαπάνες 15,8 εκατ. ευρώ) και BENETT (28,5 εκατ. ευρώ, με επιλέξιμες 17 εκατ. ευρώ).
Για τα έτη 2024-2025 δεν έχουν γίνει ακόμα οι σχετικές ανακοινώσεις , ωστόσο, σύμφωνα με τις πληροφορίες, συνολικά οι φαρμακευτικές εταιρείες της χώρας έχουν υποβάλλει, ως δυνητικοί δικαιούχοι, στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας 40 επενδυτικά σχέδια (παραγωγή και έρευνα).
Το συνολικό ύψος των σχεδίων που κατατέθηκαν εκτιμάται σε περίπου 230 εκατ. ευρώ, με το ποσό του συμψηφισμού να ανέρχεται στα 150 εκατ. ευρώ. Τα μεγαλύτερα επενδυτικά προγράμματα φέρονται να έχουν καταθέσει οι εταιρείες ΒΙΑΝΕΞ, DEMO, ΕΛΠΕΝ, RAFARM, Faran και η γερμανικών συμφερόντων Boehringer Ingelheim.
Ο Υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης έχει δηλώσει την πρόθεσή του να επεκταθεί το μέτρο και μετά το 2025 καθώς και ότι υποστηρίζει την αύξηση του ποσού του συμψηφισμού, αφού -όπως έχει πει χαρακτηριστικά- αποδείχτηκε κατά τη χρήση του ότι τα χρήματα που παίρνει το κράτος πίσω σε θέσεις εργασίας, επενδύσεις κλπ. είναι υπερπολλαπλάσια αυτών που διαθέτει.
Εντυπωσιακή η ανταποδοτικότητα
Παρότι ο μηχανισμός κατανομής της «ενίσχυσης» έχει αφήσει δυσαρεστημένες τις διεθνείς εταιρείες, οι οποίες επενδύουν στον τομέα των κλινικών μελετών, σύσσωμος ο κλάδος αναγνωρίζει ότι το επενδυτικό clawback είναι ένα εργαλείο που ανακουφίζει και ευνοεί την ανάπτυξή του, μέσα σε μία κατά τα άλλα πολύ πιεστική συνθήκη, που δημιουργούν οι υπέρογκες επιβαρύνσεις που δέχεται.
Παράγοντες της αγοράς τονίζουν ότι από το 2019 και μετά, ο κλάδος αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα σχεδιασμού πολιτικής, που οδήγησε στην προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων και την αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων στο φάρμακο κατά 50% σε δύο χρόνια. Ταυτόχρονα, η πολιτική αυτή οδηγεί στη μείωση των ελλείψεων και τη βελτίωση της πρόσβασης των ασθενών στις θεραπείες.
Επιπλέον, οι επενδύσεις που απορρέουν, έχουν μοναδική πολλαπλασιαστική αξία στα δημόσια έσοδα, στο ΑΕΠ και στην απασχόληση, καθώς οδηγούν στη δημιουργία νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, η ανταποδοτικότητα της επένδυσης για τη δημιουργία νέων παραγωγικών μονάδων εκτιμάται στο 86% του ποσού της επένδυσης, ενώ και η αύξηση των εσόδων του Δημοσίου αντιστοιχεί στο 22,5% της επενδυτικής δαπάνης. Επίσης, σημαντική είναι η συμβολή της λειτουργίας των νέων μονάδων στο ΑΕΠ, με τη συνολική πολλαπλασιαστική επίδραση να αντιστοιχεί στο 130% της επενδυτικής δαπάνης.