«Αστερίσκους» στη μείωση του ιδιωτικού χρέους, βάζει η Έκθεση της Κομισιόν για την μεταμνημονιακή πρόοδο της χώρας. Στην φθινοπωρινή Έκθεση Μεταπρογραμματικής Εποπτείας που δημοσιεύτηκε χθες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταγράφει τη μεγάλη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών, επισημαίνει ωστόσο ότι αυτά θα πρέπει να βγουν και από την οικονομία, καθώς περιορίζουν την πρόσβαση σε νέο δανεισμό, κρατούν πίσω την οικονομική ανάπτυξη και δυσχεραίνουν περαιτέρω αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας.
Κλειδί για τη μείωση του ιδιωτικού χρέους είναι η αποτελεσματική αναδιάρθρωσή του από τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (στα τέλη Ιουνίου 2024 τα κόκκινα δάνεια που βρίσκονταν στα χέρια των servicers ανέρχονταν σε 69,8 δισ. ευρώ) και η αποτελεσματική λειτουργία της αναγκαστικής εκτέλεσης, τονίζει η Έκθεση Μεταπρογραμματικής Εποπτείας, «δείχνοντας» τις καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης ως υπαίτιες για τους αργούς ρυθμούς επίλυσης του ιδιωτικού χρέους.
- Κομισιόν: Η Ελλάδα στα οκτώ κράτη με «πράσινο φως» για τον Προϋπολογισμό – Σταθερά βιώσιμο το Χρέος
- Κομισιόν: Οκτώ κράτη της ΕΕ σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος
Οι τιτλοποιήσεις που διαχειρίζονται οι εταιρείες διαχείρισης, επισημαίνει η Έκθεση, σε πολλές περιπτώσεις υποαποδίδουν σε σχέση με τους στόχους που είχαν τεθεί στα business plans. Αυτό οφείλεται στις χαμηλότερες ανακτήσεις από ρευστοποιήσεις ενεχύρων, λόγω της αναστολής πλειστηριασμών κατά την περίοδο της πανδημίας του Covid-19, τις καθυστερήσεις στις δικαστικές διαδικασίες, το υψηλό ποσοστό ανεπιτυχών πλειστηριασμών και την έλλειψη ρευστότητας που έχει η δευτερογενής αγορά NPLs.
Όπως σημειώνεται στην Έκθεση, στο διευρυμένο σχήμα προστασίας ενεργητικού («Ηρακλής ΙΙΙ») προγραμματίζονται συνολικά εννέα τιτλοποιήσεις, τρεις εκ των οποίων είχαν αιτηθεί στο προηγούμενο καθεστώς και έξι νέες, συμπεριλαμβανομένων των δύο τιτλοποιήσεων από Attica Bank και Παγκρήτια. Η μικτή λογιστική αξία αυτών των εννέα τιτλοποιήσεων ανέρχεται σε 9,526 δισ. ευρώ, ενώ οι κρατικές εγγυήσεις που θα τις συνοδεύσουν ανέρχονται σε 3,015 δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι το αίτημα της κυβέρνησης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή περιλαμβάνει αύξηση των κρατικών εγγυήσεων κατά 1 δισ. ευρώ (στα 3 δισ.) και παράταση του «Ηρακλή ΙΙΙ» μέχρι τον Ιούνιο του 2025.
Αναφερόμενη στους πλειστηριασμούς, η Έκθεση λέει ότι μεταξύ Απριλίου 2024 και Σεπτεμβρίου 2024 ο αριθμός των προγραμματισμένων αυξήθηκε κατά 7% σε σύγκριση με το προηγούμενο εξάμηνο. Επιπλέον, το ποσοστό των αναστολών μειώθηκε σημαντικά, από 50% σε 25,6%. Ωστόσο, περίπου το 75% των πλειστηριασμών αποβαίνουν άκαρποι, ενώ στους επιτυχείς πλειστηριασμούς τρίτα μέρη απέκτησαν μόνο το 50% περίπου των ακινήτων.
Παράγοντες που εμποδίζουν την επιτυχή διεξαγωγή των πλειστηριασμών, αναφέρει η Έκθεση, είναι α) η υπερβολικά μεγάλη διάρκεια της δικαστικής επίλυσης διαφωνιών μετά τον πλειστηριασμό (συνήθως ορίζονται ημερομηνίες ακροάσεων πέραν του 2033) και β) οι σημαντικές καθυστερήσεις στην εγγραφή συναλλαγών στο κτηματολόγιο.
Η Έκθεση Μεταπρογραμματικής Εποπτείας διαπιστώνει ότι ακόμη χωλαίνει στην εφαρμογή του το πλαίσιο αφερεγγυότητας ιδιωτών. Πέραν του εξωδικαστικού μηχανισμού που έχει μπει σε τροχιά και καταγράφει συνεχή ρεκόρ αυξήσεων στις ρυθμίσεις οφειλών, ο μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης για την αποφυγή της υπερχρέωσης γνωρίζει πλήρη απαξία, καθώς μόλις τέσσερις αιτήσεις έχουν υποβληθεί από την εφαρμογή του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης στην σχετική πλατφόρμα της Γενικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.
Η Έκθεση Μεταπρογραμματικής Εποπτείας επισημαίνει επίσης ότι παρά την πρόοδο της διαδικασίας αποκατάστασης (αναδιάρθρωση οφειλής στο δικαστήριο) μόνο 150 είναι οι υποθέσεις ιδιωτικών χρεών που επέλεξαν αυτή την οδό, με 74 υποθέσεις να έχουν επικυρωθεί μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2024. Και αυτό η Έκθεση το αποδίδει στην σχετικά υψηλή πολυπλοκότητα των διαδικασιών και στο υψηλό κόστος της αξιολόγησης των εμπειρογνωμόνων.
Πολύ χαμηλή αποδοχή έχει και η υπαγωγή οφειλετών στο ενδιάμεσο καθεστώς μέχρι την λειτουργία του Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων, ο οποίος αναμένεται πλέον το α΄ τρίμηνο του 2025. Μόλις 184 οφειλέτες έχουν μπει στο σχήμα και άλλοι 94 βρίσκονταν υπό αξιολόγηση μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου 2024.
Καλά είναι τα νέα από το μέτωπο της αποπληρωμής των δανείων με εγγύηση του Δημοσίου. Πρόκειται για δάνεια πυρόπληκτων, πλημμυροπαθών και άλλων ευάλωτων, τα οποία είχαν εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου που κατέπεσαν και το Δημόσιο πρέπει να πληρώσει τις τράπεζες. Η αξία των αιτημάτων που είχαν επεξεργαστεί οι ελληνικές αρχές έως τον Σεπτέμβριο του 2024 έφτανε περίπου τα 2,2 δισ. ευρώ, έναντι συνολικού αποθέματος 2,7 δισ., όπως αναφέρεται στην Έκθεση. Ωστόσο, οι συνολικές πληρωμές μέχρι τον Σεπτέμβριο ανέρχονταν σε 972 εκατ. ευρώ. Ο δείκτης πληρωμών προς επεξεργασμένες υποθέσεις αυξήθηκε στο εννεάμηνο στο 95% για δάνεια φυσικών προσώπων και 11% για δάνεια προς επιχειρήσεις. Οι αρχές στοχεύουν να επανεξετάσουν κάποιες περιπτώσεις που είναι επιλέξιμες για πληρωμή και να τελειώσουν με όλες τις υποθέσεις μέχρι το τέλος του 2025. Αναφορικά με τα επιχειρηματικά δάνεια, πάντως, ένα μέρος των αιτήσεων, που εκτιμάται σε 628 εκατ. ευρώ, θα πρέπει πρώτα να έχει κριθεί αμετάκλητα από τα δικαστήρια πριν οι αρμόδιες αρχές προβούν σε οποιαδήποτε πληρωμή των εγγυήσεων.
Τέλος, προς την ολοκλήρωσή τους βαίνουν και οι εκκρεμείς υποθέσεις του νόμου Κατσέλη. Συνολικά το 99,97% των αιτήσεων έχει κριθεί στα δικαστήρια, με μόνο 106 υποθέσεις να απομένουν χωρίς ημερομηνία ακρόασης. Η αναλογία των θετικών προς τις αρνητικές δικαστικές αποφάσεις παρέμεινε σταθερή, με 55,1% θετική (παροχή προστασίας στους αιτούντες), 40,8% αρνητική και 4,1% μη καθορισμένης έκβασης (για διαδικαστικούς λόγους ή λόγω μη αναφοράς).