Η εξασθένιση της παγκόσμιας αναπτυξιακής δυναμικής στη βάση της δασμολογικής «καταιγίδας» των ΗΠΑ, τα χαμηλότερα επιτόκια και οι τιμές των εμπορευμάτων, όπως και η πορεία των εσόδων από προμήθειες αποτελούν τους παράγοντες - «κλειδιά» που θα κρίνουν την πορεία των τραπεζών της ζώνης της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, όπως αναφέρει η Citi, μετά το sell off που καταγράφηκε.
Η υποχώρηση της παγκόσμιας ανάπτυξης οδήγησε ιστορικά σε χαμηλότερες τιμές των εμπορευμάτων, ιδίως του πετρελαίου. Αυτό θα ωφελούσε χώρες και περιοχές που είναι εισαγωγείς ενέργειας, όπως είναι οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, η Τουρκία και η Νότια Αφρική. Η Ελλάδα θα είχε επίσης κάποια οφέλη, αλλά ηπιότερα, δεδομένου του υψηλού επιπέδου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό της μείγμα. Ωστόσο, η κύρια ανησυχία προέρχεται από την υποβάθμιση της ανάπτυξης, καθώς ευρύτερα αναμένεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην πιστωτική επέκταση και στην ποιότητα του ενεργητικού.
Η χαμηλότερη ανάπτυξη είναι πιθανό να οδηγήσει σε χαμηλότερα επιτόκια, με αρνητικές επιπτώσεις για τις τράπεζες. Στο πλαίσιο των τραπεζών της παραπάνω ζώνης, η OTP είναι λιγότερο, αρνητικά, προσανατολισμένη, με αρνητικό αντίκτυπο περίπου 3% στα κέρδη, από τη μείωση των επιτοκίων κατά 100 μονάδες βάσης και την περιορισμένη ευαισθησία στα μετρίως χαμηλότερα επιτόκια της Ουγγαρίας. Οι ελληνικές και οι πολωνικές τράπεζες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στα χαμηλότερα επιτόκια και, επομένως, λιγότερο καλά τοποθετημένες, ενώ οι τσεχικές τράπεζες είναι ουδέτερες ή ακόμη και θετικά προσανατολισμένες.
Για τις ελληνικές τράπεζες κάθε μείωση κατά 25 μονάδες βάσης στο επιτόκιο Euribor τριών μηνών, οδηγεί σε απώλειες της τάξεως των 15 εκατ. ευρώ σε καθαρά έσοδα από τόκους για την Alpha, 25 εκατ. ευρώ για την Πειραιώς, 35 εκατ. για την Εθνική και 40 εκατ. ευρώ για την Eurobank. Αυτό μεταφράζεται, υποθέτοντας μια γραμμική συσχέτιση, σε μια αρνητική επίπτωση της τάξης του 7% - 11% στα κέρδη, με βάση τα κανονικοποιημένα κέρδη της περυσινής χρονιάς. Επιπλέον, οι αδύναμες μετοχικές αγορές υπό τη βάση του όγκου συναλλαγών - trading, δεν συμβάλλουν στην αύξηση των προμηθειών, ιδιαίτερα σε εκείνες τις τράπεζες που διαθέτουν σημαντικά τμήματα asset management. Αυτό είναι πιθανό να επιβαρύνει περισσότερο τις ελληνικές και τσεχικές τράπεζες
«Ώρα να πιάσετε το μαχαίρι που πέφτει;»
Ενώ η αβεβαιότητα παραμένει, η Citi υποστηρίζει πως προκύπτουν σημαντικές ευκαιρίες τοποθετήσεων στις Saudi Awwal Bank και στην ADCB στη ζώνη της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, στην OTP στην Κεντρική Ευρώπη και στη Eurobank στην Ελλάδα. Ευκαιρίες προκύπτουν και στις πολωνικές τράπεζες, αν και η αγορά μπορεί να συνεχίζει να «απορροφά» τα πρόσφατα πιο περιφρονητικά σχόλια του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Πολωνίας. Οι μετοχές των τραπεζών της Νότιας Αφρικής και της Τουρκίας ήταν πιο «αμυντικές» έναντι αυτών της Κεντρικής Ευρώπης και των ελληνικές, λόγω των πρόσφατων εσωτερικών ζητημάτων.
Ο οίκος ξεχωρίζει την Eurobank, καθώς έχει τα υψηλότερα περιθώρια ανόδου με βάση την τιμή στόχο που θέτουν οι αναλυτές (στα 2,80 ευρω), και ενώ αποτελεί την πιο ευαίσθητη τραπεζική επιλογή σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων, τα παραπάνω δείχνουν να έχουν τιμολογηθεί εν μέσω των δεύτερων υψηλότερων πιέσεων που δέχθηκε η μετοχή, πίσω μόνο από τη Millenium.