Σε υποβάθμιση του outlook της για τα κέρδη σε όλο το 2025 προχώρησε η Merck την Πέμπτη, εκτιμώντας πως η «πληγή» της από τους δασμούς θα διαμορφωθεί στα 200 εκατ. δολάρια. Η εταιρεία αναμένει τα προσαρμοσμένα κέρδη της για το 2025 να κυμανθούν μεταξύ 8,82 και 8,97 δολαρίων, ελαφρώς χαμηλότερα από την προηγούμενη εκτίμηση των 8,88 σε 9,03 δολάρια ανά μετοχή, αντίστοιχα.
Η καθοδική αναθεώρηση αντανακλά κυρίως τον «πόλεμο» δασμών Τραμπ - Κίνας και σε μικρότερο βαθμό μεταξύ των ΗΠΑ με Καναδά και Μεξικό. Η Merck έχει δημιουργήσει μια ισχυρή παρουσία στην Κίνα, η οποία θεωρείται μία από τις σημαντικότερες αγορές της και φιλοξενεί ορισμένους από τους συνεργάτες της μαζί με τοποθεσίες παραγωγής, έρευνας και ανάπτυξης.
Η Merck σημείωσε ότι το αναθεωρημένο outlook δεν λαμβάνει υπόψη τους προγραμματισμένους δασμούς Τραμπ στα φάρμακα που εισάγονται στις ΗΠΑ, γεγονός που την ωθεί να ενισχύσει την παραγωγή της στο αμερικανικό έδαφος. Ήδη έχει επενδύσει 12 δισ. δολάρια για παραγωγή, έρευνα και ανάπτυξη στις ΗΠΑ ενώ αναμένει να διαθέσει περισσότερα από 9 δισ. δολάρια μέχρι το τέλος του 2028.
Παράλληλα, διατήρησε την πρόβλεψή της για πωλήσεις για ολόκληρο το έτος μεταξύ 64,1 και 65,6 δισ. δολαρίων. Επίσης την Πέμπτη, η φαρμακοβιομηχανία ανέφερε έσοδα και κέρδη πρώτου τριμήνου που ξεπέρασαν τις προσδοκίες των αναλυτών, καθώς σύμφωνα με την σχετική της ανακοίνωση, βρήκε ώθηση από τις «ολοένα και πιο σημαντικές» πωλήσεις από δύο σκευάσματά της που κυκλοφόρησαν πρόσφατα.
Πρόκειται για το Winrevair, που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία μιας σπάνιας, θανατηφόρας πάθησης των πνευμόνων και το Capvaxive, ένα εμβόλιο που έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει τους ενήλικες από τον πνευμονιόκοκκο που μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ασθένειες και πνευμονική λοίμωξη. Ο τζίρος αυτών των φαρμάκων θα είναι κρίσιμος για τις προσπάθειες της Merck να αντισταθμίσει τις απώλειες από την πτώση των πωλήσεων που αναμένεται να υποστεί το φάρμακο ανοσοθεραπείας της κατά του καρκίνου, Keytruda.
Τα καθαρά κέρδη της στο α' τρίμηνο ανήλθαν σε 5,08 δισ. δολάρια ή 2,22 δολάρια ανά μετοχή, καλύτερα από τα 4,76 δισ. δολάρια ή 1,87 δολ/μτχ από το 2024, και πάνω από την πρόβλεψη για 2,14 δολάρια ανά μετοχή. Τα έσοδά της άγγιξαν τα 15,53 δισ. δολάρια ξεπερνώντας την εκτίμηση για 15,31 δισ. δολάρια, ωστόσο ο τζίρος της σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα της περασμένης χρονιάς είναι μειωμένος κατά 2%.