Στο τέλος της εβδομάδας αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας που ρυθμίζει μια σειρά από ζητήματα ασφαλιστικού και εργασιακού ενδιαφέροντος για εκατομμύρια ασφαλισμένους, εργαζόμενους, συνταξιούχους και οφειλέτες Ταμείων.
Με τις κεντρικές διατάξεις του νομοσχεδίου επιδιώκεται η ρύθμιση οφειλών προς τα ταμεία σε έως 120 δόσεις, που τελικά καταλαμβάνει τους πάντες, με στόχο να αντιμετωπιστεί συνολικά ένα «βουνό» χρεών που φτάνει στα 35 δισ. ευρώ.
Η ρύθμιση δεν θα έχει εισοδηματικά ή περιουσιακά κριτήρια, αλλά θα περιέχει ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους που θα οδηγούν σε κούρεμα της συνολικής οφειλής κατά 60%-65% και αποπληρωμή του υπολοίπου σε έως 120 δόσεις.
Ο επανυπολογισμός των οφειλών για την περίοδο 2002 – 2016 θα γίνει με βάση την ελάχιστη εισφορά του νόμου Κατρούγκαλου, όπως διαμορφώνεται με τον κατώτατο μισθό των 586,08 ευρώ.
Το δοσολόγιο θα διαμορφώνεται με βάσει το ελάχιστο ποσό δόσης των 50 ευρώ (30 ευρώ για τους αγρότες). Στη ρύθμιση εντάσσονται και οφειλές εργοδοτών έως και το 2018, με 50% έκπτωση στα πρόστιμα για αποπληρωμή σε έως 120 δόσεις, ή 100% έκπτωση για ολοσχερή εφάπαξ εξόφληση βασικής οφειλής.
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει αλλαγές και στις συντάξεις χηρείας, καθώς καταργείται το ηλικιακό όριο των 55 ετών και οι συντάξεις θα καταβάλλονται στους επιζώντες συζύγους ανεξάρτητα από την ηλικία τους, ακόμα και μετά την παρέλευση τριετίας.
Ταυτόχρονα προβλέπεται διπλή αύξηση για τις 45.000 ήδη εκδοθείσες -με τον νόμο Κατρούγκαλου- συντάξεις χηρείας όπως και για όλες τις μελλοντικές. Η χήρα ή ο χήρος θα δικαιούται το 70% της σύνταξης του θανόντα, αντί για το 50%, ενώ καταργείται και το «ψαλίδι» που επιβάλλονταν στις συντάξεις χηρείας με τον επανυπολογισμό της σύνταξης του θανόντα.
Ξεχωριστή σημασία έχουν και οι εργασιακές διατάξεις που έχουν συμπεριληφθεί στο νομοσχέδιο, με κυριότερη εκείνη της θέσπισης του καθολικού δικαιώματος όλων των εργαζομένων να μη λύεται η εργασιακή τους σχέση χωρίς βάσιμο λόγο.
Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να μπει «φρένο» στις αναιτιολόγητες απολύσεις και πλέον ο εργοδότης θα πρέπει να τεκμηριώνει την απόλυση με βάση είτε την συμπεριφορά, ή τις ικανότητες του εργαζόμενου, είτε τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης.
Με άλλη ρύθμιση επιχειρείται να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά το φαινόμενο της υποδηλωμένης εργασίας που εμφανίζεται ως ψευδώς δηλωμένη μερική απασχόληση και βασίζεται στην κατάχρηση ευέλικτων μορφών εργασίας.
Παράλληλα θεσπίζεται σειρά μέτρων για την θωράκιση της υγείας και της ασφάλειας των
μεταφορέων και διανομέων, ενώ προβλέπεται η προκαταβολή του εφάπαξ στους πρώην δημοτικούς και κοινοτικούς υπαλλήλους που έχουν κάνει αίτηση και έχουν απόφαση του κύριου φορέα.