Το τελευταίο θέμα στην ατζέντα της σημερινής συνάντησης στη Λισαβόνα, πολύ πιθανόν να είναι η πλέον κρίσιμη συζήτηση που έχει γίνει εδώ και 14 μήνες στην Ευρωζώνη.
Πρόκειται για την πρώτη δια ζώσης συνεκτίμηση της κατάστασης από τους υπουργούς Οικονομικών και τους Κεντρικούς Τραπεζίτες, λίγες μόλις εβδομάδες πριν από την κρίσιμη σύγκλιση του ΔΣ της ΕΚΤ (10/6), στο οποίο θα κριθεί το αν η ΕΚΤ θα συνεχίσει ή θα επιβραδύνει και πάλι την έμμεση χρηματοδότηση της Ευρωζώνης μέσω του PEPP.
Το αξιοσημείωτο στην συζήτηση αυτή είναι ότι ούτε οι υπουργοί Οικονομικών, ούτε οι Κεντρικοί Τραπεζίτες, έχουν τις ίδιες εκτιμήσεις μεταξύ τους για την προοπτική της οικονομικής κατάστασης και της εξέλιξης της πανδημίας. Αυτό άλλωστε διαφαίνεται και στις «διακριτικές» αποκλίσεις ανάμεσα στις εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν και στο τελευταίο report νομισματικής σταθερότητας της ΕΚΤ...
Πολύ περισσότερο όμως οι διαφορές, τόσο μεταξύ των Κεντρικών Τραπεζιτών όσο και των ΥΠΟΙΚ, έχουν να κάνουν με τις πληθωριστικές πιέσεις που έχουν ήδη αρχίσει να αποτυπώνονται με μεγάλη ανισομέρεια, ειδικά στο εσωτερικό της Ευρωζώνης και καθιστούν τα περιθώρια μιας ομόφωνης συνεκτίμησης για το δέον γενέσθαι, εν όψη της 10ης Ιουνίου, περιορισμένα.
Όπως σχολίασε κοινοτικός παράγοντας, στον οποίο απευθύνθηκε το insider.gr, «είναι μάλλον βέβαιο ότι γι’ αυτό το κομμάτι της ατζέντας, τόσο οι Υπουργοί όσο και οι Κεντρικοί Τραπεζίτες, θα προτιμήσουν να είναι φειδωλοί σε δηλώσεις μετά την συνάντηση. Και όχι άδικα, καθώς οι αντιθέσεις που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν δεν μπορούν να παρακαμφθούν αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια...».
Πράγματι ένα 24ωρο νωρίτερα ο Μάριο Ντράγκι με δηλώσεις του από το Παλάτσο Γκίτζι στην Ρώμη, υποστήριξε ότι οι πληθωριστικές πιέσεις που αυτή την στιγμή αναπτύσσονται στην Ευρώπη – στη Γερμανία περισσότερο από οπουδήποτε αλλού – έχουν παροδικό χαρακτήρα. Και κατά συνέπεια δεν θα πρέπει να εμποδίσουν την ΕΚΤ να συνεχίσει την ισχύουσα νομισματική πολιτική. Η αλήθεια είναι ότι αν αυτό δεν συμβεί η Ιταλία θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση για να καταφέρει να αναχρηματοδοτήσει το δημόσιο χρέος των 2,6 τρισ. ευρώ... Ήδη παρά την ισχυρή παρέμβαση της ΕΚΤ η Ιταλία υποχρεώνεται από τις αγορές να δανείζεται ακριβότερα απ’ ότι η Ελλάδα...
Ταυτόχρονα όμως τόσο η Ολλανδία όσο και η Γερμανία, πέραν του Βελγίου και της Αυστρίας, που υφίστανται τις συνέπειες των πληθωριστικών πιέσεων – παροδικών ή μη – αυξάνουν τις πιέσεις τους, για να αρχίσει η ΕΚΤ την μεγάλη αναστροφή όσον αφορά το πρόγραμμα αγορών χρέους (PEPP και PSPP), έστω και με την μορφή λεκτικής προειδοποίησης των αγορών.
Το πως θα λύσει τον γόρδιο δεσμό και τι θα κάνει τελικά η ΕΚΤ, δεν θα εξαρτηθεί όμως μόνο από τα όσα συμβαίνουν στην Ευρώπη.
Οι επικείμενες αποφάσεις της Fed στις 15 και 16 Ιούνη επηρεάζουν καθοριστικά την Ευρώπη καθώς διαμορφώνουν «εξωτερικές» πιέσεις τόσο στην αγορά συναλλάγματος, όσο και στις πληθωριστικές προσδοκίες, απέναντι στις οποίες η κα Λαγκάρντ δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη. Συνήθως η άτυπη συνεργασία μεταξύ των μεγάλων κεντρικών τραπεζών διευκολύνει την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, αλλά με το ευρώ να έχει αναρριχηθεί στα 1,22 δολ. η συνεννόηση φαίνεται να έχει αρχίσει να γίνεται αρκετά δύσκολη.
Αυτές τις ανησυχίες οι αγορές ήδη έχουν αρχίσει να τις προεξοφλούν με κινήσεις που ήδη αποτυπώνονται στην τιμή του χρυσού που κινείται και πάλι, μετά τα ιστορικά υψηλά του περασμένου Αυγούστου, πάνω από τα 1.870 δολ...
Με αυτά τα δεδομένα Υπουργοί Οικονομικών και Κεντρικοί Τραπεζίτες, δύσκολα θα καταφέρουν να ομοφωνήσουν σήμερα στη Λισαβόνα.