Η ΕΚΤ πρόκειται να αποφασίσει τον Ιούνιο, για το τι θα κάνει με την ταχύτητα απόσυρσης του «τακτικού» προγράμματος αγορών χρέους του APP και κατά συνέπεια την αύξηση των επιτοκίων. Παρ' όλα αυτά η «συζήτηση» και οι δημόσιες εκτιμήσεις μελών του Συμβουλίου της ΕΚΤ, έχουν ήδη πυροδοτήσει προβλέψεις για το ενδεχόμενο να συμβεί αυτό, από τον μήνα Ιούλιο, ήτοι τον πρώτο μήνα του τρίτου τριμήνου, στον οποίο έτσι κι αλλιώς θα διακοπεί το APP.
Η πρόσφατη τοποθέτηση του αντιπροέδρου της ΕΚΤ - στην οποία είχε αναφερθεί πρόσφατα το insider.gr – διατυπώνεται με τρόπο που να θέτει στο τραπέζι τον Ιούλιο σαν σημείο αναφοράς, αλλά συνοδεύεται και από σχετική επιφύλαξη για το αν αυτό θα συμβεί.
Λίγο πολύ η διατύπωση του αντιπροέδρου της ΕΚΤ είναι «ήξεις αφίξεις...», αλλά η λεκτική επιλογή του Λούις Ντε Γκίντος στοχεύει στο να προσελκύσει την προσοχή στο αν η χρονική στιγμή θα είναι ο Ιούλιος, απομακρύνοντάς την από το στοιχείο ότι έτσι κι αλλιώς θα γίνει.
Η διατύπωσή του αξίζει αξίζει προσοχής: «... Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει λόγος αυτό να μη γίνει τον Ιούλιο. Τα επιτόκια θα αυξηθούν μετά από αυτό. Ακριβώς πόσο μετά από αυτό δεν έχει αποφασιστεί, μπορεί να είναι μήνες, εβδομάδες, ημέρες. Είναι πιθανός ο Ιούλιος, αλλά δεν λέω ότι αυτό θα είναι ούτως ή άλλως έτσι».
Μερικά 24ωρα μετά τον αντιπρόεδρο ΝτεΓκίντος, το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου Ιζαμπέλ Σνάμπελ, από τους βασικούς υποστηρικτές της θεωρίας της «προσωρινότητας» των πληθωριστικών πιέσεων μέχρι πρόσφατα (μαζί με τον Φίλιπ Λέιν), βγήκε με δηλώσεις να υποστηρίξει επίσης ότι μία αύξηση επιτοκίων είναι πλέον πιθανή μέσα στον Ιούλιο... Ντε Γκίντος και Σνάμπελ με αυτό το πινγκ-πονγκ δηλώσεων, προετοιμάζουν την κοινή γνώμη για επίσπευση της αύξησης των επιτοκίων και στην Ευρώπη.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι το αν αυτή η προετοιμασία του τρίτου τριμήνου οδηγεί για δεύτερη φορά σε ένα «λάθος Τρισέ».
Το 2011 ο κ. Τρισέ, ενώ η ΕΚΤ προέβλεπε επιβράδυνση της οικονομίας (κρίση χρέους, κ.λ.π.) αποφάσισε να αυξήσει τα επιτόκια του Ευρώ, προκαλώντας επιτάχυνση της ύφεσης και της κρίσης χρέους. Τόσο μάλιστα ώστε να χρειαστεί ο διάδοχός του, ο Μάριο Ντράγκι, να εξαγγείλει το περιβόητο “whatever it takes” για τη διάσωση του Ευρώ, του τραπεζικού συστήματος στην Ε.Ε. και των υπερχρεωμένων χωρών της.
Με αυτό το “whatever it takes” εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να «πορεύεται» η Ευρωζώνη και το Ευρώ... Είναι έτοιμη η ΕΚΤ να προχωρήσει σε άλλη μία τέτοια κίνηση ανάλογη εκείνης του Τρισέ σήμερα; Οι τρέχουσες συνθήκες είναι χειρότερες εκείνων του 2011, όταν η Ευρώπη αντιμετώπιζε τη διεθνοποίηση της τραπεζικής κρίσης μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers.
H οικονομία στο α' τρίμηνο του 2022, είναι ήδη σε σχεδόν οριζόντια επιβράδυνση, το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος μέσα και έξω από το τραπεζικό σύστημα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο, οι συνέπειες στη διεθνή οικονομία από την πανδημία και τα lockdown, ιδιαίτερα τα σχετικά με την Κίνα, έχουν προκαλέσει κατακερματισμό των αλυσίδων ανεφοδιασμού διεθνώς.
Ο πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί σε πρωτοφανή επίπεδα και ο πόλεμος στην Ουκρανία απειλεί να ανατρέψει το διεθνές εμπόριο και τις συναλλαγές στην ενέργεια και στα τρόφιμα, πυροδοτώντας ακόμα περισσότερο το πληθωριστικό τσουνάμι και την οικονομική κάμψη με σημείο αναφοράς την Ευρώπη.
Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες η ΕΚΤ ετοιμάζεται να επαναλάβει το «λάθος Τρισέ» όχι ενόψει αλλά εν μέσω οικονομικής ύφεσης.
Τι θα σημάνει αυτό ιδιαίτερα για τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρώπης στις συνθήκες αυτές; Μια ματιά στις αποδόσεις των ομολόγων είναι ενδεικτική. Ακόμα και το δεκαετές της Γερμανίας έχει ήδη περάσει σε χρόνο μηδέν από τις αρνητικές αποδόσεις στο 1% και συνεχίζει ανοδικά...
Για οικονομίες με μεγάλο χρέος, διαρθρωτικά μεγάλο εμπορικό έλλειμμα και με επουλωμένες αλλά όχι «κλεισμένες» τις τραπεζικές πληγές, όπως στην Ελλάδα, ο τουρισμός προφανώς δεν είναι επαρκής απάντηση...
Η επανάληψη του ίδιου λάθους για δεύτερη φορά μετά το 2011, είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για την Ευρωζώνη και η διαχείριση των συνεπειών του, ξεπερνά ακόμα και τα όρια της περιβόητης, αγγλικής έμπνευσης, «πολεμικής οικονομίας».