«Έκρηξη» ανόδου σημείωσαν οι ταξιδιωτικές αφίξεις και εισπράξεις στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 2022, με τις τελευταίες να ξεπερνούν τα επίπεδα που είχαν το 2019, προ της πανδημίας του κορονοϊού, επιβεβαιώνοντας τη θετική πορεία που έχει ο κλάδος του ελληνικού τουρισμού για το τρέχον έτος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδος για το ισοζύγιο πληρωμών του Ιουνίου, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 241,5% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 224,5% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2021. Σημειώνεται ότι σε σχέση με τον Ιούνιο του 2019 οι αφίξεις ανήλθαν στο 89,0% και οι εισπράξεις ξεπέρασαν το αντίστοιχο επίπεδο.
Για το α' εξάμηνο του 2022, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 360,8% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 329,3% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021, αντιπροσωπεύοντας το 84,9% και το 94,7% των αντίστοιχων επιπέδων τους το 2019. Οι καθαρές εισπράξεις από μεταφορές παρουσίασαν αύξηση κατά 27,6%.
Τα στοιχεία της ΤτΕ:
Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών
Τον Ιούνιο του 2022, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 589,2 εκατ. ευρώ σε σχέση με το Ιούνιο του 2021 και διαμορφώθηκε σε 722,9 εκατ. ευρώ.
Η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών οφείλεται στην αύξηση των εισαγωγών, η οποία ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των εξαγωγών σε απόλυτους όρους. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 60,3% σε τρέχουσες τιμές (11,7% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές κατά 53,0% σε τρέχουσες τιμές (21,6% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα σημείωσαν αύξηση κατά 30,5% σε τρέχουσες τιμές (12,1% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα σημείωσαν αύξηση κατά 26,4% σε τρέχουσες τιμές (16,6% σε σταθερές τιμές).
Η αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών οφείλεται στη βελτίωση πρωτίστως του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών και δευτερευόντως των άλλων επιμέρους ισοζυγίων. Οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 241,5% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 224,5% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2021. Σημειώνεται ότι σε σχέση με τον Ιούνιο του 2019 οι αφίξεις ανήλθαν στο 89,0% και οι εισπράξεις ξεπέρασαν το αντίστοιχο επίπεδο. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου μεταφορών αυξήθηκε λόγω της βελτίωσης του πλεονάσματος του ισοζυγίου θαλάσσιων μεταφορών.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων αυξήθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2021, κυρίως λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα. Το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων κατέγραψε έλλειμμα, έναντι πλεονάσματος τον Ιούνιο του 2021, λόγω της αύξησης των πληρωμών στο ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης.
Το πρώτο εξάμηνο του 2022, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εμφάνισε αύξηση κατά 3,5 δισεκ. ευρώ σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2021 και διαμορφώθηκε σε 10,8 δισεκ. ευρώ.
Η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών οφείλεται στη μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών.
Αναλυτικότερα, οι εξαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά 39,8% σε τρέχουσες τιμές (5,5% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά 49,1% σε τρέχουσες τιμές (22,8% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν κατά 27,5% και 32,5% αντίστοιχα (11,1% και 23,3% σε σταθερές τιμές).
Η αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών οφείλεται στη βελτίωση κυρίως του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών, καθώς και των ισοζυγίων μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών. Οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 360,8% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 329,3% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021,
αντιπροσωπεύοντας το 84,9% και το 94,7% των αντίστοιχων επιπέδων τους το 2019. Οι καθαρές εισπράξεις από μεταφορές παρουσίασαν αύξηση κατά 27,6%.
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων μειώθηκε σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021, κυρίως λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα. Μείωση παρουσίασε επίσης το έλλειμμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων, λόγω της βελτίωσης που κατέγραψαν οι λοιποί τομείς της οικονομίας, αλλά και ο τομέας της γενικής κυβέρνησης.
Ισοζύγιο Κεφαλαίων
Τον Ιούνιο του 2022, το πλεόνασμα του ισοζυγίου κεφαλαίων αυξήθηκε σχεδόν κατά το ήμισυ σε σχέση με τον Ιούνιο του 2021, λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων στους λοιπούς, εκτός γενικής κυβέρνησης, τομείς και διαμορφώθηκε στα 421,8 εκατ. ευρώ. Το πρώτο εξάμηνο του 2022, το πλεόνασμα του ισοζυγίου κεφαλαίων υπερδιπλασιάστηκε σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021 και διαμορφώθηκε σε 1,5 δισεκ. ευρώ, κυρίως λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων του τομέα της γενικής κυβέρνησης.
Συνολικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαίων
Τον Ιούνιο του 2022, το έλλειμμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) μειώθηκε και διαμορφώθηκε σε 301,1 εκατ. ευρώ, από 1,0 δισεκ. ευρώ τον Ιούνιο του 2021. Το πρώτο εξάμηνο του 2022, το έλλειμμα στο συνολικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων αυξήθηκε κατά 2,7 δισεκ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021 και διαμορφώθηκε σε 9,4 δισεκ. ευρώ.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Ιούνιο του 2022, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού κατέγραψαν αύξηση κατά 43,2 εκατ. ευρώ, ενώ οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού παρουσίασαν αύξηση κατά 800,6 εκατ. ευρώ, χωρίς αξιοσημείωτες συναλλαγές.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται κυρίως στην αύξηση κατά 1,9 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεών τους σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην αύξηση κατά 182,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων καταγράφηκε μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, εξαιτίας της υποχώρησης κατά 871,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων των κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη στατιστική προσαρμογή που σχετίζεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 525,0 εκατ. ευρώ) και την αύξηση κατά 109,9 εκατ. ευρώ της χορήγησης δανείων σε μη κατοίκους. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους αντανακλά την αύξηση κατά 2,4 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET) και, σε μικρότερο βαθμό, τη στατιστική προσαρμογή που σχετίζεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 525,0 εκατ. ευρώ), οι οποίες αντισταθμίστηκαν μερικώς από τη μείωση κατά 1,7 δισεκ. ευρώ των δανειακών υποχρεώσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού.
Το πρώτο εξάμηνο του 2022, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού σημείωσαν αύξηση κατά 318,5 εκατ. ευρώ και οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, που αντιστοιχούν σε άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα, κατέγραψαν αύξηση κατά 4,3 δισεκ. ευρώ.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η καθαρή αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται κυρίως στην άνοδο κατά 9,4 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού. Η καθαρή αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην άνοδο κατά 3,4 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων, η μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται στην πτώση κατά 4,1 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό, η οποία αντισταθμίστηκε μερικώς από τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 2,8 δισεκ. ευρώ). Η αύξηση των υποχρεώσεών τους αντανακλά κυρίως την άνοδο κατά 7,7 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET) και τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 2,8 δισεκ. ευρώ), αντισταθμίστηκε όμως εν μέρει από τη μείωση κατά 3,8 δισεκ. ευρώ των δανειακών υποχρεώσεών τους προς μη κατοίκους.
Στο τέλος Ιουνίου 2022, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 11,0 δισεκ. ευρώ, έναντι 9,1 δισεκ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου 2021.