Η λέξη «προσωρινός» έχει εξαφανισθεί από το λεξιλόγιο της ΕΚΤ στο τελευταίο δελτίο της και έχει αντικατασταθεί από τις προβλέψεις για στασιμοπληθωρισμό στην Ευρώπη, με πολύ πιθανή την περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού τους επόμενους μήνες.
Ο άσχημος χειμώνας για την Ευρωζώνη θα έχει ένα μεγάλο ασθενή, το Ευρώ, που γονατίζει μπροστά στην διαρκή ανατίμηση του δολαρίου, χωρίς αυτό να μπορεί να γίνει εφαλτήριο για τις ευρωπαϊκές εξαγωγές καθώς η παραγωγική μηχανή της Κεντρικής Ευρώπης ασθμαίνει λόγω της έλλειψης φθηνής και ανεπαρκούς ενέργειας.
Το παράδοξο είναι ότι γι' αυτό, την καρδιά του προβλήματος της ευρω-οικονομίας, την ενέργεια, ούτε η ΕΚΤ ούτε η Κομισιόν, εμφανίζονται σε θέση να προτείνουν λύσεις που οι χώρες της Ε.Ε. μπορούν να υιοθετήσουν οικειοθελώς για να αντιμετωπίσουν την βαθύτατη οικονομική και πολιτική κρίση τον φετινό χειμώνα.
Χαρακτηριστικές οι δηλώσεις της Ισαμπέλ Σνάμπελ, που εκφράζει την «γραμμή» του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ για την Ευρωζώνη στο σύνολό της, «δεν υποθέτουμε επί του παρόντος ύφεση, αλλά μάλλον μια στάσιμη οικονομία», αλλά στην Γερμανία η Bundesbank δεν περιμένει ούτε «επι του παρόντος» και μιλάει καθαρά για ύφεση της οικονομίας.
Παρ' όλα αυτά τα περιθώρια ελιγμών για την ΕΚΤ έχουν δραστικά περιοριστεί στην χρήση ενός και μοναδικού εργαλείου, την αύξηση των επιτοκίων, για τα οποία προβλέπεται, σημαντική άνοδος μέσα στον Οκτώβριο, με στόχο να αναχαιτισθεί η υποτιμητική διολίσθηση του Ευρώ, που έχει αναδειχθεί σε κερκόπορτα εισαγωγής πληθωρισμού στην Ευρω-οικονομία. Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Ντε Γκίντος έσπευσε να δηλώσει ότι είναι πολύ πιθανό η αύξηση των επιτοκίων να μη σταματήσει την πληθωριστική πίεση.
Τα προσωρινά στοιχεία – σύμφωνα με τα νέα αναπροσαρμοσμένα οικονομετρικά μοντέλα της ΕΚΤ – φαίνεται να δείχνουν συνέχιση της αυξησης του πληθωρισμού και τους επόμενους μήνες παρά την αναμενόμενη ως βέβαιη πλέον ισχυρή αύξηση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη. Η αύξηση κατα 0,75% από την πλευρά της Fed χθες δεν άφησε κανένα περιώριο στο ήδη αδύναμο Ευρώ παρά να διολισθήσει ακόμα περισσότερο κάτω από τα 0,99 δολ. Τα στοιχήματα πλέον “παίζουν” στο αν η ΕΚΤ θα καταφέρει να αναχαιτίσει αυτή την πτώση, που είναι αδύνατο λόγω της ενεργειακής κρίσης να εκμεταλευτεί εξαγωικά η Ευρωζώνη.
Ο παράδοξος εφιάλτης του φυσικού αερίου
Παρ' όλα αυτά τα παράδοξα της πηγής αυτής της αδυναμίας για την Ευρωζώνη παραμένουν ανέγγιχτα. Οι τιμές του φυσικού αερίου στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ έχουν καταγράψει αδιανόητα επίπεδα τα τελευταία χρόνια.
Από τα 22 ευρώ στις MWh τον Ιανουάριο του 2019, κινηθήκαμε στα 4 ευρώ τον Μάιο του 2020. Στη συνέχεια, η αύξηση ήταν ασταμάτητη μέχρι να φτάσει πρώτα τα 19 ευρώ (Δεκέμβριος 2020) και στη συνέχεια δεκαπλασιάστηκε στα 180 ευρώ σε ένα μόνο έτος (Δεκέμβριος 2021).
Όσο για το 2022, είχαμε αμέσως μια αποφασιστική συρρίκνωση κάτω από τα 80 ευρώ (πρώτο μέρος Φεβρουαρίου) για να καταγράψει, και πάλι, αναπόφευκτα (λόγω της σύγκρουσης Ρωσίας- Ουκρανίας) την αρχή πρωτοφανούς αύξησης με επίπεδα τιμών άνω των 330 ευρώ πριν από ένα μήνα. Οσο για σήμερα το φυσικό αέριο διακινείται στην περιοχή 200.
Και όμως κανείς δεν μιλάει γι' αυτό, ούτε για το πως συμβαίνει, ούτε γιατί κανείς δεν το αγγίζει. Με μοναδικές εξαιρέσεις την Ισπανία και την Πορτογαλία που έχουν με τα δικά τους «μέσα» εξασφαλίσει και επάρκεια και φθηνότερες τιμές...