Με το σχέδιο για κοινή απάντηση της Ευρώπης στο πεδίο της μείωσης των τιμών φυσικού αερίου να παραμένει σε εκκρεμότητα, συμπαρασύροντας χρονικά και τις αποφάσεις για το δημοσιονομικό status του 2023, αλλά και με το πόλεμο στην Ουκρανία να μαίνεται, το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης επιχειρεί – σε συνθήκες πολύ χαμηλής ορατότητας - να διαχειριστεί τα πολλαπλά «διαπιστευτήρια» που πρέπει να δώσει από την Δευτέρα στο «εσωτερικό» αλλά και εκτός συνόρων: στους δανειστές και στις αγορές.
Τη Δευτέρα θα καταθέσει το προσχέδιο Προϋπολογισμού στη Βουλή, ενώ θα πρέπει να «περάσει» τις ελληνικές οικονομικές θέσεις στη διήμερη σύνοδο των υπουργών οικονομικών της ΕΕ (Eurogroup και Ecofin). Επίσης θα πρέπει να ξεκινήσει με επιτυχία από την Τρίτη την πρώτη μεταπρογραμματική «κάθοδο» των θεσμών (Κομισιόν, ESM, ΕΚΤ) στην Αθήνα για την πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις που έχει δεσμευτεί να κάνει η Ελλάδα.
Ουσιαστικά, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καλείται να υποστηρίξει την παροχή μέτρων στήριξης, αποδεικνύοντας πώς μπορεί (παρ όλα αυτά) να επιστρέψει το 2023 σε πρωτογενή πλεονάσματα. Και τούτο με όχημα την ορμή στις μεταρρυθμίσεις (σ.σ. κάτι που συνδέεται και με το αίτημα για δόση από το Ταμείο Ανάκαμψης που υποβλήθηκε την Παρασκευή.
Ο νέος προϋπολογισμός
Τη Δευτέρα θα κατατεθεί το προσχέδιο Προϋπολογισμού στη Βουλή και ως τα μέσα του μήνα στις Βρυξέλλες βάσει της σχετικής συνταγματικής υποχρέωσης. Πιθανότατα ωστόσο θα προσαρμοσθεί έως την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου (που θα πρέπει να κατατεθεί το τελικό σχέδιο) με βάση την εικόνα που τότε θα υπάρχει και για την επίπτωση της κρίσης και για την αντίδραση (ή όχι) της Ευρώπης στο ενεργειακό πεδίο αλλά και για τα δημοσιονομικά περιθώρια που θα μπορούν να υπάρχουν.
Προς το παρόν οι στόχοι είναι για πρωτογενές έλλειμμα κάτω του 2% του ΑΕΠ φέτος και για μικρό πρωτογενές πλεόνασμα το 2023 (σημαντικά μικρότερο από το 1% του ΑΕΠ). Συνδέονται με την εκτίμηση για πληθωρισμό της τάξης του 9% φέτος και 3% το 2023 που οδηγεί σε μεγάλη αποκλιμάκωση του χρέους σε συνδυασμό με την εκτίμηση για άνοδο του ΑΕΠ κατά 5,3% φέτος και κατά 2,1% το 2023 .
Οι σύνοδοι του Λουξεμβούργου
Από τη Δευτέρα ξεκινούν οι συνεδριάσεις των ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης και της ΕΕ. Επί τάπητος θα τεθούν ο δημοσιονομικός δρόμος πού θα πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη-μέλη μαζί με επιπλέον κονδύλια που μπορούν να προέλθουν από το REPowerEU (το νέο εργαλείο που πρότεινε η Κομισιόν το Μάιο και επιχειρείται να ξεκολλήσει με συμβιβαστική πρόταση που έχει διαμορφώσει η Επιτροπή). Θα συζητηθούν και τα αποτελέσματα της συνόδου των υπουργών Ενέργειας .
Οι συζητήσεις για την αλλαγή των δημοσιονομικών κανόνων αναμένονται πιο έντονες από την επόμενη σύνοδο του Νοεμβρίου γιατί στα τέλη Οκτωβρίου προσδιορίζονται πλέον οι προτάσεις της Κομισιόν (καθώς ο σχεδιασμός που είχε γίνει για τις αρχές φθινοπώρου τελεί σε αναμονή των ενεργειακών αποφάσεων). Όσο για το πεδίο της ενέργειας, η τεχνική πρόταση που είχε ετοιμάσει η αρμόδια επίτροπος για τη σύνοδο της προηγούμενης εβδομάδος και βασιζόταν σε ένα δυναμικό πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου οδηγείται πλέον σε μία νέα απόπειρα εύρεσης λύσης έως τη Σύνοδο κορυφής του Οκτωβρίου από νέα ομάδα εργασίας στην οποία θα συμμετέχουν και εκπρόσωποι των κρατών.
Η εποπτεία
Από την Τρίτη στην Αθήνα αρχίζουν οι επαφές σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων των Θεσμών με επίκεντρο την πρώτη μεταπρογραμματική εποπτεία της χώρας που βγήκε από τον Αύγουστο από το καθεστώς της Ενισχυμένης Εποπτείας. Θα υπάρξει πόρισμα τον Νοέμβριο (που θα εκδοθεί μαζί με τα υπόλοιπα πορίσματα του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου), αλλά θα υπάρχει και ένας παράλληλος έλεγχος που θα ενσωματωθεί σε αυτό. Ο έλεγχος συνδέεται με την οριστική λήξη μιας εκκρεμότητας του παρελθόντος: την ολοκλήρωση των 22 προαπαιτούμενων που οδηγούν στο τελευταίο πακέτο παρεμβάσεων στο (εκκρεμεί από το 1ο εξάμηνο του 2019 και επιχειρείται να έρθει ως το Δεκέμβριο).
Στα προαπαιτούμενα περιλαμβάνονται μεταρρυθμίσεις αλλά και η υποχρέωση για διατήρηση της χρηστής δημοσιονομικής πολιτικής. Με τους θεσμούς πλέον να μην μπορούν να ασκήσουν την ίδια πίεση σε σχέση με το παρελθόν αλλά με τις αγορές να έχουν αναλάβει αυτό το ρόλο δεδομένου του επόμενου στόχου που έχει θέσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για επιστροφή σε επενδυτική βαθμίδα.