Στον «πάγο» αναμένεται να μπει η εξαιρετικά ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, όπως εκτιμά η Capital Economics ενόψει του 2023, καθώς τόσο η εξωτερική όσο και η εγχώρια ζήτηση συρρικώνονται.
Ωστόσο, ο Andrew Kenningham επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics για την Ευρώπη, επισημαίνει πως το επίπεδο της ύφεσης στην Ελλάδα θα είναι χαμηλότερο συγκριτικά με το σύνολο της Ευρωζώνης. Ο ίδιος εκτιμά πως η ανάπτυξη ελληνικής οικονομίας θα φτάσει στο 6,5% για εφέτος, ενώ το 2023 θα μηδενίσει το «κοντέρ» της ανάπτυξης (μηδενική ανάπτυξη - ύφεση 1,8% στην Ευρωζώνη), προτού ανεβάσει εκ νέου ρυθμούς η οικονομία το 2024 και πιο συγκεκριμένα στο 1,8% (έναντι 0,8% στην Ευρωζώνη).
Αναφορικά με τον πληθωρισμό, η Capital Economics αναμένει πως θα φτάσει 9,8% για εφέτος, προτού υποχωρήσει στο 4,5% και στο 1% το 2023 και το 2024, αντίστοιχα. Η πτωτική τροχιά του δείκτη δημοσίου χρέους θα συνεχιστεί αλλά με έναν ήπιο ρυθμό καθώς αναμένεται να φτάσει στο 179% του χρόνου από 180% φέτος και στο 177% 2024. Η ανεργία θα αυξηθεί στο 13,3% το 2023 και αναμένεται να υποχωρήσει εκ νέου το 2024 στο 12,5%, ενώ τόσο το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης όσο και των τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνουν ελλειμματικά μέχρι το 2024 (4,8% και 4,3% του ΑΕΠ - 7,5% και 7% του ΑΕΠ). Ως προς τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, η Capital Economics αναμένει πτώση της απόδοσης του δεκαετούς στο 3,75% το 2023 και στο 3,5% το 2024.
Όπως αναφέρει ο Kenningham, η εντυπωσιακή ανάκαμψη της Ελλάδας από την πανδημία του κορονοϊού συνεχίστηκε κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, με το ΑΕΠ της χώρας να ενισχύεται κατά 5% υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα του – ήτοι μια πολύ ισχυρότερη ανάκαμψη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Ωστόσο, η οικονομία παραμένει πολύ μικρότερη σε μέγεθος από ό,τι πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Ο αριθμός των τουριστικών αφίξεων και οι δαπάνες ήταν κοντά στα προ πανδημίας επίπεδα αυτό το καλοκαίρι, αλλά είναι πιθανό να υποχωρήσουν κατά το επόμενο έτος εξαιτίας του πλήγματος της ύφεσης σε άλλα μέρη της Ευρώπης. Άλλωστε, οι τουριστικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 17% μεταξύ 2007 και 2010, κυρίως λόγω αυτού του παράγοντα.
Επιπλέον, οι εξαγωγές – οι οποίες κατέγραψαν μια καλή απόδοση τα τελευταία χρόνια - πρόκειται επίσης να επιβραδυνθούν καθώς η εξωτερική ζήτηση μειώνεται. Επιπλέον, και η εγχώρια ζήτηση είναι επίσης πιθανό να συρρικνωθεί ως αποτέλεσμα της αύξησης των τιμών. Ο πληθωρισμός ήταν πάνω από το 12% τον Σεπτέμβριο, επομένως τα πραγματικά εισοδήματα μειώνονται με ένα γρήγορο ρυθμό. Ευρύτερα, η Capital Economics πιστεύει ότι η Ελλάδα θα πληγεί από μια ύφεση τους επόμενους μήνες, σύμφωνα με την πρόσφατη πτώση του δείκτη PMI της μεταποίησης, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό με την Ευρωζώνη.
Παράλληλα, αν και η Ελλάδα έχει μακράν τον υψηλότερο δείκτη δημοσίου χρέους στην Ευρωζώνη, τα δημοσιονομικά της φαίνονται αρκετά βιώσιμα σε βραχυπρόθεσμη βάση. Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους (δαπάνες για τόκους) είναι χαμηλό και η μέση ωρίμανσή του είναι αρκετά υψηλή από την αναδιάρθρωση το 2012. Επίσης, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να έχει έναν υποστηρικτό ρόλο, συμπεριλαμβάνοντας και εντάσσοντας τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία εάν και όταν ενεργοποιηθεί το εργαλείο TPI που δημιούργησε.