Η Κίνα είναι πιθανό να εγκαταστήσει σχεδόν τρεις φορές περισσότερες ανεμογεννήτριες και ηλιακούς συλλέκτες έως το 2030 από τον τρέχοντα στόχο της, ενισχύοντας έτσι σημαντικά την ενεργειακή αυτάρκεια του μεγαλύτερου εισαγωγέα καυσίμων στον κόσμο, σύμφωνα με την Goldman Sachs.
Η πτώση του κόστους κάνει την καθαρή ενέργεια όλο και πιο κερδοφόρα, οδηγώντας στην ταχεία ανάπτυξη ΑΠΕ και μπαταριών, ανέφεραν στην έκθεσή τους τη Δευτέρα αναλυτές όπως οι Nikhil Bhandari και Amber Cai, και την οποία επικαλείται το Bloomberg.
Η ηλιακή και αιολική χωρητικότητα θα φθάσει τα 3.300 γιγαβάτ μέχρι το 2030, πολύ μπροστά από τον στόχο της κινεζικής κυβέρνησης για 1.200 γιγαβάτ.
Οι απαιτήσεις πλέον ανέρχονται στα 520 γιγαβάτ αποθηκευτικού χώρου ενέργειας, περίπου 410 γιγαβάτ από τα οποία θα προέρχονται από μπαταρίες και τα υπόλοιπα από υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις, σύμφωνα με τους αναλυτές, δηλαδή 70 φορές υψηλότερη από το επίπεδο που ίσχυε στα τέλη του 2021.
Η ταχεία ενεργειακή μετάβαση της Κίνας θα απαιτήσει επενδύσεις περίπου 8 τρισ. δολαρίων έως το 2040 σε παραγωγή ενέργειας, αποθήκευση και αναβαθμίσεις δικτύου. Ωστόσο, η αποσύνδεση της ενέργειας από τα ορυκτά καύσιμα θα οδηγήσει σε χαμηλότερο και λιγότερο ασταθές κόστος παραγωγής από το 2030, επισημαίνουν οι αναλυτές.
Θα επιτρέψει επίσης στην Κίνα -τον μεγαλύτερο εισαγωγέα πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα στον κόσμο- να μειώσει την εξάρτησή της από ξένα καύσιμα. Μέχρι το 2060, οι εισαγωγές ενέργειας της Κίνας θα μειωθούν σε μόλις 92 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου άνθρακα, από 1,14 δισεκατομμύρια τόνους το 2021, προβλέπουν οι αναλυτές.
Οι προβλέψεις της Goldman δεν συμφωνούν με άλλους ερευνητές. Σε ένα σενάριο που σχεδιάστηκε να θέσει την Κίνα στην πορεία προς την επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050 -10 χρόνια πριν από τον τρέχοντα στόχο του Πεκίνου- το BloombergNEF υπολόγισε ότι η χώρα θα έχει 3.345 γιγαβάτ αιολικής και ηλιακής ενέργειας και 392 γιγαβάτ αποθήκευσης ενέργειας έως το 2030.