Οι ενεργειακές αγωνίες της Γερμανίας τελείωσαν και η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης έχει την «δύναμη» να ανακάμψει από το διπλό σοκ της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Bundesbank, Χοακίμ Νάγκελ.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεψε την Τρίτη ότι το γερμανικό ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 0,1% το 2023, κατακτώντας τη δεύτερη χειρότερη επίδοση μεταξύ των μεγάλων δυτικών οικονομιών πίσω από το Ηνωμένο Βασίλειο, προτού αναπτυχθεί κατά 1,1% το 2024. Ωστόσο, ο Νάγκελ μιλώντας στο CNBC, εμφανίζεται «πιο αισιόδοξος από το ΔΝΤ» και δεν προβλέπει ύφεση φέτος.
«Η γερμανική οικονομία απέδειξε πολλά τις τελευταίες δύο εβδομάδες και μήνες, επομένως η ικανότητα προσαρμογής της γερμανικής βιομηχανίας είναι αρκετά υψηλή ενώ η ενεργειακή κρίση έχει επιλυθεί λίγο - πολύ. Είχαμε, λοιπόν, μια πραγματικά ανησυχητική κατάσταση στο παρελθόν, αλλά τώρα έχει τελειώσει και οι προοπτικές είναι καλές», υπογράμμισε και συμπλήρωσε πως η πρόοδος της Γερμανίας στη παροχή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) εν μέσω της απεξάρτησής της από τη Ρωσία δείχνει ότι η οικονομία της χώρας είναι σε καλή θέση για να αντιμετωπίσει και τον επόμενο χειμώνα.
Παράλληλα, οι τελευταίες διαθέσιμες μετρήσεις έδειξαν ότι η γερμανική μεταποίηση, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου το 1/5 της οικονομίας της χώρας, σημείωσε τη μεγαλύτερη πτώση της εδώ και σχεδόν τρία χρόνια τον Μάρτιο και έφτασε σε χαμηλότερο σχεδόν 2 ετών (από τον Μάιο του 2020), ωστόσο ο Νάγκελ, επεσήμανε πως αυτό οφείλεται στις παρατεταμένες επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19 και του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία, επιμένοντας ότι «δεν πρέπει να ξεχνάμε από πού ήρθαμε».
«Η γερμανική βιομηχανία έχει την ικανότητα να αντιμετωπίσει την κατάσταση, υπάρχει αυτή η εγγενής δύναμη της γερμανικής οικονομίας και πιστεύω ότι θα ξεπεράσουμε τα προβλήματα και θα επιστρέψουμε στα επίπεδα που βλέπαμε πριν από την πανδημία», ισχυρίστηκε. Αναφερόμενος στην ΕΚΤ και την Ευρωζώνη, ο Νάγκελ τόνισε ότι η επιμονή των πληθωριστικών πιέσεων αποδεικνύει πως χρειάζεται περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής με αύξηση των επιτοκίων.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ο κ. Νάγκελ και τα μαθήματα οικονομικής ιστορίας, ή αλλιώς γιατί η τραπεζική κρίση... δεν τελείωσε
«Αυτό που είναι επίσης σημαντικό για μένα, είναι ότι υπήρξε μεταβλητότητα και αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές τις τελευταίες πέντε εβδομάδες και τώρα πρέπει να μάθουμε ποιος ήταν ο αντίκτυπος και να εξετάσουμε τα διαθέσιμα δεδομένα μέχρι να έχουμε την επόμενη συνάντηση τον Μάιο και μετά θα δούμε».
Η ΕΚΤ προχώρησε σε αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης παρά τις ανησυχίες για τον οικονομικό αντίκτυπο της τραπεζικής κρίσης και ο Νάγκελ ελπίζει ότι αυτό έστειλε ένα σημαντικό μήνυμα στις αγορές. «Δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ αυτού που πρέπει να κάνουμε από την πλευρά της σταθερότητας των τιμών και από την πλευρά της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας», ισχυρίστηκε.
«Έχουμε διαφορετικά μέσα για να αντιμετωπίσουμε τα ζητήματα των τιμών και τα ζητήματα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, επομένως ήταν ένα σημαντικό μήνυμα προς τους traders στις χρηματοπιστωτικές αγορές ότι είμαστε πολύ αφοσιωμένοι όσον αφορά την καταπολέμηση του πληθωρισμού», πρόσθεσε και επέμεινε ότι το γερμανικό τραπεζικό σύστημα είναι ασφαλές και υγιές.
«Νομίζω ότι πρέπει να είμαστε σε επαγρύπνηση όταν πρόκειται για τον εμπορικό τραπεζικό τομέα, αλλά επιτρέψτε μου να πω κάτι για τον γερμανικό τραπεζικό τομέα — νομίζω ότι ο γερμανικός τραπεζικός τομέας είναι πολύ εύρωστος. Πιστεύω ότι, σε σύγκριση με πριν από 15 χρόνια, έχουμε πολύ υψηλότερη κεφαλαιοποίηση και μεγαλύτερη ρευστότητα. Επομένως, δεν έχω ανησυχίες για τις γερμανικές τράπεζες» κατέληξε.