«Η παγκόσμια κοινότητα και οι επενδυτές βλέπουν την Ελλάδα θετικά. Τα επόμενα 4 χρόνια αναμένονται επενδύσεις 120-150 δισ. ευρώ που θα αλλάξουν την οικονομία» σχολίασε ο κ. Χρήστος Μεγάλου Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς σε συζήτηση στο 8o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Σύμφωνα με τον κ. Μεγάλου, αυτό οφείλεται σε τρεις λόγους. «Πρώτον η προβλεπόμενη αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να είναι διπλάσια από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, κάτι που προβλέπεται να είναι μόνιμο χαρακτηριστικό τα επόμενα χρόνια. Δεύτερον, είμαστε πολύ κοντά στην απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, ελπίζουμε να συμβεί μετεκλογικά, κάτι που θα δώσει μεγάλη ώθηση στην οικονομία. Και τρίτον είναι το ίδιο το είδος των επενδύσεων στη χώρα. Επενδύσεις στη φιλοξενία, στις ΑΠΕ, στις υποδομές προσελκύουν την παγκόσμια επενδυτική κοινότητα».
Επιπλέον ο κ. Μεγάλου παρατήρησε πως «οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις για την πράσινη ενέργεια θα βοηθήσουν στην αποφυγή της μείωσης των επενδύσεων για την ελληνική πράσινη μετάβαση, αλλά φυσικά αυτό δεν μπορεί να είναι μία μακροπρόθεσμη λύση. Από την πλευρά μας τόσο σαν Τράπεζα, όσο και σαν οικονομία, εκμεταλλευόμαστε με αποτελεσματικότητα το επενδυτικό πράσινο πρόγραμμα. Αξιοποιούμε με επιμονή το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το οποίο μειώνει σημαντικά το κόστος χρηματοδότησης, Σαν αποτέλεσμα η η Ελλάδα είναι μία από τις πρωτοπόρες χώρες στην Ευρώπη στην ενεργειακή μετάβαση. Ενώ τολμώ να πω πως η Τράπεζα Πειραιώς είναι από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε ευρωπαϊκό επίπεδα που πρωτοστατούν σε αυτό. Λίγες μέρες πριν συμπεριλήφθηκε για 3η συνεχόμενη χρονιά στη λίστα των Εurope Climate Leaders από τους Financial Times».
Από την πλευρά της, η κα. Megan Green, Global Chief Economist for the Kroll εμφανίστηκε πιο επιφυλακτική. «Η μεγάλη πρόκληση θα είναι όταν η Ελλάδα δοκιμαστεί ξανά πραγματικά στις αγορές. Όταν λέω δοκιμαστεί εννοώ πως στην Ελλάδα έχει υπάρξει αυτή η σημαντική αναδιάρθρωση χρέους οπότε δεν έχει σημαντικές ωριμάνσεις οφειλών για την επόμενη δεκαετία, Άρα της έχει δοθεί το δώρο για 10 χρόνια να μπορεί να εφαρμόσει πραγματικές μεταρρυθμίσεις και να βγει από την άλλη πλευρά δυνατότερη. Η ανησυχία μου είναι πως αφήνει αυτό τον χρόνο να περάσει. Το έλλειμμα μοιάζει καλύτερο, ο λόγος του χρέους έχει μειωθεί, αλλά αυτό οφείλεται κυρίως στον πληθωρισμό, που δεν είναι καλός τρόπος να μειώσει κανείς το έλλειμμα. Η Ελλάδα έχει αυτή τη σπουδαία δεκαετή περίοδο μπροστά της, αλλά για την ώρα δεν με έχει πείσει πως έχει κάνει αρκετά για να δομικές αλλαγές και αυτό θα το βρει μπροστά της στα επόμενα χρόνια. Όμως είναι κάτι που πρέπει να συζητηθεί από τώρα».
Στις παρατηρήσεις αυτές ο κ. Μεγάλου απάντησε πως «έχουν γίνει πολλές δομικές αλλαγές και υπάρχει ένα χρονικό παράθυρο μπροστά μας που οι υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους είναι χαμηλές. Αν συνεχιστεί η μεταρρυθμιστική ατζέντα τότε η Ελλάδα θα είναι σε θέση να έχει επιπλέον ανάπτυξη, να προσελκύσει επενδύσεις και να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα».
Επίσης ο κ. Μεγάλου παρατήρησε πως μακροπρόθεσμα και σε παγκόσμιο επίπεδου «η μεγάλη μου ανησυχία έχει να κάνει με την επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ- Κίνας. Αν συνεχιστεί αυτό θα έχουμε σοβαρές συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία αλλά και σε γεωπολιτικό επίπεδο. Ενώ την ίδια στιγμή τόνισε πως δεν «ανησυχεί τόσο για την τωρινή τραπεζική κρίση, τα φαινόμενα της SVB και της Credit Suisse γιατί κατά τη γνώμη μου είχαν να κάνουν με τη συγκυρία και πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις».
Tη συζήτηση συντόνισε η κα. Deborah Wince-Smith, πρόεδρος της Global Federation of Competitiveness Councils (GFCC), USA.