Το Πρόγραμμα Σταθερότητας της Ελλάδας για το 2023 υπογραμμίζει την ισχυρή βελτίωση των δημόσιων οικονομικών και περιγράφει μια σημαντική περαιτέρω μείωση του χρέους, όπως αναφέρει ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings.
Ακόμη και αν ορισμένες από τις προβλέψεις του Προγράμματος αποδειχθούν αισιόδοξες, ενισχύουν την άποψή του οίκου ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους θα συνεχίσει να μειώνεται μεσοπρόθεσμα.
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας που υποβλήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Απρίλιο προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,3% φέτος, χαμηλότερα από το 5,9% πέρυσι, αλλά ισχυρότερα από το 0,8% που προβλέπει η Fitch για την Ευρωζώνη το 2023. Εκτιμά ότι το 2023 το συνολικό και το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο θα διαμορφωθούν στο -1,8% και 1,1% του ΑΕΠ, αντίστοιχα, από -2,3% και 0,1% το 2022. Η συνεχιζόμενη οικονομική επέκταση, που υποστηρίζεται από τις επενδύσεις και τις υψηλότερες εξαγωγές, θα βοηθήσει στη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία θα φθάσουν το 2,5% του ΑΕΠ το 2026, σύμφωνα με το πρόγραμμα.
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τη Fitch τον Ιανουάριο του 2023 αντανακλά τις προσδοκίες του οίκου για καλύτερα αποτελέσματα και προβλέψεις για το έλλειμμα και το χρέος το 2022-2024, χάρη στην ισχυρότερη ονομαστική ανάπτυξη, την υποεκτέλεση του προϋπολογισμού και την ευνοϊκή δομή εξυπηρέτησης του χρέους. Τα αποτελέσματα του 2022 που αναφέρθηκαν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας ήταν ακόμη καλύτερα από τις εκτιμήσεις της Fitch, με το συνολικό και το πρωτογενές ισοζύγιο να ξεπερνούν τις προσδοκίες που αναφέρθηκαν στο Sovereign Data Comparator του Μαρτίου κατά περισσότερο από μία ποσοστιαία μονάδα.
Παρά αυτή την καλύτερη από την αναμενόμενη αφετηρία, οι δημοσιονομικές προβλέψεις του νέου Προγράμματος Σταθερότητας μπορεί να αποδειχθούν αισιόδοξες, όπως αναφέρει η Fitch. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η πρόβλεψή του για αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,3% οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αναμενόμενη αύξηση των επενδύσεων, η οποία συμβάλλει κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες στην αναμενόμενη ανάπτυξη του 2023. Οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθούν στο 15,3% το 2023, από 13,7% πέρυσι, υπό την προϋπόθεση της αποτελεσματικής εφαρμογής του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας (RRP). Πράγματι, σύμφωνα με τη Fitch, οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης θα επηρεάσουν αρνητικά τις επενδύσεις εκτός του RRP.
Ωστόσο, ο εκτεταμένος πολιτικός κύκλος της Ελλάδας θα μπορούσε να καθυστερήσει τις εκταμιεύσεις στο πλαίσιο του RRP, επιβαρύνοντας την ανάπτυξη. Οι βουλευτικές εκλογές έχουν προγραμματιστεί για τις 21 Μαΐου και οι δημοσκοπήσεις δίνουν στην κυβερνώσα, κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία ένα σταθερό προβάδισμα έναντι του αριστερού ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δείχνουν ότι κανένα κόμμα δεν θα κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία, καθιστώντας αρκετά πιθανές τις δεύτερες εκλογές.
Η πιο εποικοδομητική σχέση μεταξύ των ελληνικών κυβερνήσεων και των διεθνών πιστωτών υποστηρίχθηκε από ένα πιο σταθερό εγχώριο πολιτικό σκηνικό, το οποίο συνέβαλε στην ανοδική δυναμική της αξιολόγησης. Η βασική εκτίμηση της Fitch είναι ότι η εθνική πολιτική θα παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερή και μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2023.
Οι εκλογές συνεπάγονται αναπόφευκτα κάποιο βαθμό αβεβαιότητας στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πολιτικής. Οι δημοσιονομικές προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας γίνονται σε βάση χωρίς κάποια αλλαγή πολιτικής και αποκλείουν τα δημοσιονομικά μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση προεκλογικά ύψους 0,1% του ΑΕΠ το 2024 και 0,3% το 2025 και ξανά το 2026.
Γενικότερα, η συνεχιζόμενη συγκράτηση των δαπανών μπορεί να αποδειχθεί πιο δύσκολη μετά την πλήρη απόσυρση των προσωρινών μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και εάν η αύξηση των εσόδων επιβραδυνθεί σημαντικά. Όπως και σε άλλες χώρες, το δημοσιονομικό όφελος από τον υψηλό πληθωρισμό που ενισχύει τα έσοδα δεν θα διαρκέσει. Το Πρόγραμμα Σταθερότητας φαίνεται να το αναγνωρίζει αυτό, καθώς τα έσοδα μειώνονται από 50,2% του ΑΕΠ το 2022 σε 47,1% του 2023.
Ωστόσο, το Πρόγραμμα Σταθερότητας υπογραμμίζει την ευρεία δέσμευση των αρχών στη δημοσιονομική σύνεση. Η Ελλάδα επωφελήθηκε από ένα ισχυρό snowball effect το 2022, δεδομένης της πολύ υψηλής ονομαστικής ανάπτυξης και της μέτριας μόνο αύξησης του μέσου κόστους των επιτοκίων, με το χρέος προς το ΑΕΠ να μειώνεται κατά πάνω από 23 π.μ., στο 171,3% του ΑΕΠ (σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης στο 91,6 %), το οποίο είναι χαμηλότερο από το προπανδημικό επίπεδο. Τα μικρότερα από τα προβλεπόμενα πρωτογενή πλεονάσματα δεν θα εκτροχιάσουν τη μείωση του χρέους. Αναμένουμε ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί πιο αργά μεσοπρόθεσμα και πιστεύουμε ότι είναι απίθανο να πέσει στο 135,2% το 2026, όπως προβλέπεται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας.