Ενεργειακή μετάβαση: Φθηνότερο ρεύμα προβλέπει το ΕΣΕΚ - Ανάγκη στήριξης των δαπανών των νοικοκυριών

Κώστας Δεληγιάννης
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Ενεργειακή μετάβαση: Φθηνότερο ρεύμα προβλέπει το ΕΣΕΚ - Ανάγκη στήριξης των δαπανών των νοικοκυριών
Για την επόμενη 7ετία θα απαιτηθούν κεφάλαια ύψους 165 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 76 δισ. αφορούν καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών, με βάση το κείμενο το οποίο δόθηκε από το ΥΠΕΝ στους φορείς προς διαβούλευση. Απαραίτητες οι επιδοτήσεις στα χαμηλά εισοδήματα.

Πέρα από τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ο μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος (ώστε σε αυτό οι ΑΠΕ να γίνουν ο απόλυτος κυρίαρχος), θα έχει σημαντικά στρατηγικά οφέλη για τη χώρα, όπως επισημαίνεται στην επικαιροποιημένη πρόταση για την αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που στάλθηκε πρόσφατα για διαβούλευση στους φορείς της αγοράς.

Επίσης, η ενεργειακή μετάβαση θα επιφέρει μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές, η οποία θα ξεκινήσει μάλιστα από τη 10ετία που διανύουμε. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, για να επιτευχθούν οι στόχοι για απανθρακοποίηση θα χρειαστεί να επιστρατευθούν σημαντικά κεφάλαια, μεγάλο μέρος των οποίων αφορά το ενεργειακό «λίφτινγκ» κατοικιών, οικιακού εξοπλισμού και Ι.Χ. οχημάτων. Έτσι, με βάση τους υπολογισμούς που γίνονται στην πρόταση, για την επόμενη 7ετία (2024-2030) θα απαιτηθούν κεφάλαια ύψους 165 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 76 δισ. αφορούν καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών.

Σύμφωνα με πληροφορίες του Insider.gr, σκοπός του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι το αναθεωρημένο Σχέδιο να οριστικοποιηθεί το αμέσως επόμενο διάστημα, ώστε να υποβληθεί στις Βρυξέλλες τον Οκτώβριο. Σε αυτό το πλαίσιο, οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να αποστείλουν τα σχόλιά τους έως τις 28 Αυγούστου.

Τα σχόλια των φορέων της αγοράς θα ληφθούν υπόψη από το ΥΠΕΝ, ώστε να διαμορφωθεί η τελική μορφή του Σχεδίου, που θα «οδεύσει» στην Κομισιόν. Κάτι που σημαίνει πως η τελική μορφή του ΕΣΕΚ είναι πιθανό να έχει επιμέρους τροποποιήσεις σε σχέση με το υπό διαβούλευση προσχέδιο.

Οι στόχοι για το 2030

Σύμφωνα με την πρόταση, η χώρα μας θα πετύχει το 2030 μείωση 54% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, σε σχέση με το 1990, χωρίς την απορρόφηση CO2 από τα εδάφη. Για τον σκοπό αυτό, στο τέλος της 10ετίας οι ΑΠΕ θα έχουν μερίδιο 79% στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής, με προσθήκη πάνω από 12 GW μονάδων στα έργα που βρίσκονται ήδη σε λειτουργία, ώστε η εγκατεστημένη ισχύς τους να φτάσει τα 23,5 GW (χωρίς τα υδροηλεκτρικά).

Για την υποστήριξη της «πράσινης» διείσδυσης, προβλέπεται ότι το 2030 θα υπάρχουν μονάδες αποθήκευσης ενέργειας συνολικής ισχύος 5,3 GW, από τις οποίες τα 3,1 GW θα είναι μπαταρίες και τα 2,2 GW μονάδες αντλησιοταμίευσης. Επίσης, το 2030 θα βρίσκονται σε λειτουργία μονάδες αερίου 7,7 GW, ενώ θα έχουν αποσυρθεί όλες οι λιγνιτικές μονάδες. «Μετά την 31η Δεκεμβρίου 2028 δεν θα μπορεί να παράγει ούτε η νέα μονάδα λιγνίτη στην Πτολεμαΐδα», αναφέρεται στο κείμενο.

Δεύτερος σημαντικός πυλώνας για τη μείωση των ρύπων είναι η εξοικονόμηση ενέργειας, με στόχο η τελική κατανάλωση ενέργειας να μην ξεπεράσει τα 15,4 εκατ. ΤΙΠ (τόνους ισοδύναμου πετρελαίου), από 21,1 ΤΙΠ το 2021. Βασικό «όχημα» θα είναι η αναβάθμιση κτιρίων κατοικίας, με το ετήσιο ποσοστό αναβαθμίσεων να καθορίζεται σε 1,4% το έτος 2030, οδηγώντας τελικά στην ενεργειακή ανακαίνιση του 19% των κτηρίων κατοικίας στο τέλος της 10ετίας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το κείμενο έχει μικρές διαφοροποιήσεις, σε σχέση με την παρουσίαση που είχε κάνει τον περασμένο Ιανουάριο για την αναθεώρηση του ΕΣΕΚ ο τότε υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας. Αυτές αφορούν κυρίως τους στόχους

Η τιμή ρεύματος

Ο συνδυασμός της «επέλασης» των ΑΠΕ με την εξοικονόμηση ενέργειας αναμένεται να οδηγήσει στη μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας. Έτσι, με βάση την πρόταση, η μέση τιμή καταναλωτή (προ φόρων κατανάλωσης και ΦΠΑ) θα διαμορφωθεί το 2030 στα 132,6 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, με περαιτέρω μείωση στη συνέχεια. Συγκριτικά, το 2021 ήταν 187,1 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, η οποία εκτιμάται ότι ήδη το 2025 θα έχει υποχωρήσει σημαντικά, στα 149,5 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προβλέψεις έχουν γίνει με την υπόθεση ότι οι τιμές φυσικού αερίου σταθεροποιούνται στο μέλλον αλλά σε επίπεδα υψηλότερα (περίπου κατά 35-40%) των χαμηλών τιμών που παρατηρήθηκαν προ της κρίσης που ξεκίνησε το 2021. Επιπλέον, γίνεται η υπόθεση ότι οι τιμές διοξειδίου του άνθρακα κλιμακώνονται προς υψηλά επίπεδα στο μέλλον, ξεκινώντας λίγο πιο κάτω από τα 90 €/tCO2 το 2023 και υπερβαίνει τα 100 €/tCO2 ήδη πριν το 2030.

Επίσης, η πτωτική τάση στην τιμή ρεύματος καταναλωτή θα σημειωθεί παρά το γεγονός ότι τα επόμενα χρόνια θα αυξηθεί το κόστος της ενέργειας που συμπληρώνει, εξισορροπεί και αποθηκεύει την ενέργεια από ΑΠΕ. Ωστόσο, το συνολικό κόστος της ηλεκτροπαραγωγής ανά μονάδα που παράγεται θα βαίνει συνεχώς μειούμενο στο μέλλον, χάρις στο φθηνό και διαρκώς αποκλιμακούμενο κόστος των ανανεώσιμων πηγών.

Οι δαπάνες των νοικοκυριών

Εκτός από τη μείωση της τιμής ρεύματος, η προέλαση των ΑΠΕ θα «θωρακίσει» τη χώρα από κρίσεις των τιμών ενέργειας που οφείλονταν σε διεθνείς γεωπολιτικούς παράγοντες, όπως η πρόσφατη εκτίναξη του κόστους του αερίου. Επίσης, θα μειωθεί η ενεργειακή εξάρτηση, με την ασφάλεια εφοδιασμού να εξαρτάται από την τεχνική αξιοπιστία και επάρκεια των εγχώριων ενεργειακών συστημάτων, που είναι προβλέψιμες και τεχνικά διαχειρίσιμες, και όχι από γεωπολιτικούς παράγοντες.

Ωστόσο, το «αντίτιμο» για αυτά πλεονεκτήματα είναι η ανάγκη για σημαντικές επενδύσεις και καταναλωτικές δαπάνες, όπως προαναφέρθηκε, ώστε να υλοποιηθεί ο μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος. Έτσι, τα 76 δισ. που θα απαιτηθούν για την επόμενη 7ετία (2024-2030), θα καλυφθούν τα κόστη για ανακαίνιση των κατοικιών, για την αγορά νέων ενεργειακών συσκευών (π.χ. αντλιών θερμότητας για θέρμανση) και αποδοτικού εξοπλισμού, καθώς και νέα μεταφορικά μέσα (ηλεκτρικά Ι.Χ.).

Με βάση την επικαιροποιημένη πρόταση, οι επενδύσεις και καταναλωτικές δαπάνες για ενεργειακά αποδοτικό εξοπλισμό ως ποσοστό του ΑΕΠ θα ανέλθουν στο 12,5% την περίοδο 2025 – 2030, αυξημένες κατά 3,5% του ΑΕΠ σε σύγκριση με την περίοδο 2015 – 2020.

Επίσης, για το δεύτερο μισό της τρέχουσας 10ετίας, η συμμετοχή των νοικοκυριών θα είναι στο 52% των επιπλέον επενδύσεων και δαπανών, ο δημόσιος τομέας στο 2%, οι μεταφορές στο 12%, ο ιδιωτικός τομέας στο 8% και η ενέργεια στο 26%. Η καταναλωτική δαπάνη για ενεργειακά αποδοτικό εξοπλισμό ως ποσοστό του εισοδήματος αναμένεται να ανέλθει στο 8,2% το 2030 από 5,7% το 2020.

Κίνδυνος «ενεργειακής φτώχειας»

Όπως επισημαίνεται, οι καταναλωτικές δαπάνες για αντλίες θερμότητας, ηλεκτρικών αυτοκινήτων, ενεργειακά αποδοτικών ηλεκτρικών συσκευών επιβαρύνουν περισσότερο τα νοικοκυριά χαμηλής εισοδηματικής τάξης. Η μη δυνατότητα χρηματοδότησης ενδέχεται να τα οδηγήσει σε «ενεργειακή φτώχεια», καθώς η καθυστέρηση των συγκεκριμένων δαπανών συνεπάγεται υψηλά λειτουργικά κόστη χρήσης για τη θέρμανση και τη μετακίνηση στα επόμενα έτη.

Καθίσταται ιδιαίτερα σημαντική τα επόμενα χρόνια η ανάληψη δράσεων για την επιδότηση και τη διευκόλυνση πρόσβασης στη χρηματοδότηση των νοικοκυριών χαμηλής και μεσαίας εισοδηματικής κατηγορίας. Προγράμματα όπως το «Εξοικονομώ 2021» που περιλαμβάνει ξεχωριστά κίνητρα για τη στήριξη των φτωχών και ευάλωτων νοικοκυριών χωριστού προϋπολογισμού 100 εκατομμυρίων ευρώ, χρειάζεται να ενισχυθούν στο μέλλον, καθώς η μέση ετήσια καταναλωτική δαπάνη που απαιτείται για την «πράσινη μετάβαση» για τα νοικοκυριά χαμηλής εισοδηματικής τάξης εκτιμάται στα 4 δισ. ευρώ για την περίοδο 2025 – 2030.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Ρεύμα: Ακριβά ή ανύπαρκτα τα σταθερά τιμολόγια σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες

Ρεύμα: Αμετάβλητες οι χρεώσεις της ΔΕΗ για τον Σεπτέμβριο

gazzetta
gazzetta reader insider insider