Κρίσιμη για την επενδυτική βαθμίδα θα είναι η υλοποίηση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η χώρα κινείται ήδη στον αστερισμό της επενδυτικής βαθμίδας που θα κριθεί είτε στη μεθαυριανή (8/9) αξιολόγηση της DBRS (οι πιθανότητες κινούνται στο 50 – 50) είτε στις 20 Οκτωβρίου ή την 1η Δεκεμβρίου το αργότερο, όταν αναμένονται οι αξιολογήσεις από την S&P και την Fitch, αντιστοίχως. Ωστόσο, μαζί με την ευφορία που δημιουργεί η έλευση του γεγονότος που θα ξαναβάλει την χώρα στο κλαμπ των αξιόχρεων και επενδύσιμων χωρών μετά από 13 χρόνια παραμονής στα «σκουπίδια» (junk), ηχούν και καμπανάκια.
Το πρώτο αφορά στην ανάγκη τήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της παραγωγής πρωτογενών πλεονασμάτων, με τις αγορές να βρίσκονται «με το όπλο παρά πόδα» για να αξιολογήσουν τις εξαγγελίες (εν προκειμένω τις παροχές) του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, από το βήμα της ΔΕΘ.
Το δεύτερο έχει να κάνει με το ζητούμενο της φερεγγυότητας που θα πρέπει να αποδείξουν οι μηχανισμοί του κράτους αναφορικά με την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και επενδυτικών προγραμμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, στο στόχαστρο θα μπει η υλοποίηση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης (Ελλάδα 2.0), τα οποία πρέπει να ολοκληρωθούν εντός ασφυκτικών προθεσμιών και εν μέσω δυσκολιών στην εφαρμογή τους. Από π.χ. την υποβολή ενστάσεων κατά επενδυτικών έργων και αναδόχων μέχρι την έλλειψη του κατάλληλου εργατικού δυναμικού, η υλοποίηση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) μπορεί να διατρέξει σημαντικούς κινδύνους καθυστερήσεων που θα κοστίσουν σε απώλεια πολύτιμων πόρων για τη χώρα. Στο πλαίσιο αυτό, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων βρίσκεται στο μικροσκόπιο των οίκων αξιολόγησης. Η κρισιμότητα των έργων του ΤΑΑ έχει να κάνει με το γεγονός ότι σε αντίθεση με το ΕΣΠΑ που συνδέεται με την πορεία απορρόφησης των κονδυλίων, στο Ταμείο Ανάκαμψης υπάρχουν συγκεκριμένα ορόσημα και στόχοι που συνδέονται και με μεταρρυθμίσεις, αλλά και με τη διενέργεια κινήσεων όπως η προκήρυξη και κατοχύρωση διαγωνισμού αλλά και η ολοκλήρωση του φυσικού αντικειμένου παρεμβάσεων. Που απλά σημαίνει ότι τα επενδυτικά έργα θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί στο χρόνο που προβλέπεται γιατί σε διαφορετική περίπτωση, η χώρα θα χάσει τα κονδύλια του ΤΑΑ.
Σημειώνεται ότι η εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στην προώθηση των έργων του ΤΑΑ είναι ιδιαίτερα θετική για την γρήγορη υλοποίησή τους, ειδικά και στα έργα του Repower EU (σ.σ. η Ελλάδα υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την προηγούμενη εβδομάδα αίτημα τροποποίησης του Ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, στο οποίο επιθυμεί να προσθέσει και ένα κεφάλαιο για το REPowerEU, διεκδικώντας πρόσθετα δάνεια ύψους 5 δισ. ευρώ). Παράλληλα, οι τράπεζες κάνουν τη δική τους δουλειά για την προώθηση – υλοποίηση των έργων του ΤΑΑ, καθώς – ευτυχώς – έχουν προλάβει να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους από τα κόκκινα δάνεια και μπορούν να επικεντρωθούν στη χρηματοδότηση της Οικονομίας, λειτουργώντας ως δίαυλοι και για την διοχέτευση των πόρων του ΤΑΑ.
Επισημαίνεται ότι σε έκθεσή του για την ανάπτυξη σε Ελλάδα, Πορτογαλία και Κύπρο, ο οίκος Moody’s σημειώνει ότι παράγοντας – κλειδί για την ανάπτυξη είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και ότι θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων. Αυτό θα πρέπει να συνδυαστεί, προκειμένου να έχει ακόμη πιο καλά αποτελέσματα, με συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Ο οίκος, αναφερόμενος στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, σημειώνει ότι η ώθηση που θα δώσουν στην ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι ισχυρότερη για την Ελλάδα σε σύγκριση με Κύπρο και Πορτογαλία. Με αρκετά συντηρητικές προβλέψεις, τα κεφάλαια αυτά θα ενισχύσουν τη μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας έως το 2026 κατά 1%, λέει η Moody’s, προσθέτοντας ότι η χώρα θα μπορούσε να λάβει μια ώθηση 0,4% στον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της ετησίως έως το 2030.
Υπενθυμίζεται ότι η χώρα μας αναμένει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εκταμίευση της 3ης δόσης από το Ταμείο Ανάκαμψης, ύψους 1,72 δισ. ευρώ, η οποία συνδέεται με την επίτευξη των προαπαιτούμενων του β' εξαμήνου του 2022 (το σχετικό αίτημα κατατέθηκε στην Κομισιόν στις 15 Μαΐου).
Η έγκαιρη υλοποίηση των έργων του ΤΑΑ δεν αποτελεί μόνο ελληνικό πρόβλημα. Ωστόσο, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το «πακέτο» των πόρων για την Ελλάδα έχει συγκριτικά με άλλες χώρες, πολύ μεγαλύτερη αναλογία ως προς το ΑΕΠ της, καθιστώντας επιτακτική την απορρόφηση των διαθέσιμων κονδυλίων.
Σε έκθεσή της, η HSBC αναφέρεται στην υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης που είναι πιο αργή από ό,τι περίμενε η Κομισιόν. Με βάση τον αρχικό σχεδιασμό, κονδύλια συνολικού ύψους 250 δισ. ευρώ έπρεπε να είχαν εκταμιευτεί έως τώρα, έναντι των 150 δισ. ευρώ που έχουν εκταμιευτεί στην πραγματικότητα. Επομένως, η πρόοδος περιορίζεται περίπου στο 60% του σχεδιασμού, όπως σημειώνει ο επενδυτικός οίκος. Με βάση τον αρχικό σχεδιασμό, όλες οι χώρες θα έπρεπε έως τώρα να έχουν λάβει την τρίτη δόση και να βρίσκονται στη διαδικασία των αιτημάτων για την τέταρτη δόση. Όμως, αυτή τη στιγμή, μόνο η Ισπανία έχει λάβει την τρίτη δόση.
Στους λόγους των καθυστερήσεων, η HSBC αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι οι πληρωμές καθυστέρησαν από την Κομισιόν, καθώς οι Βρυξέλλες πρέπει να επιβεβαιώσουν ότι η χώρα έχει επιτύχει τα ορόσημα και τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί, πριν να εισηγηθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την απελευθέρωση των χρημάτων. Άλλοι λόγοι καθυστερήσεων είναι οι πιο χρονοβόρες διαδικασίες από ό,τι αναμενόταν για την έναρξη των projects, η πολύπλοκη διαδικασία των δημοσίων συμβάσεων και η έλλειψη δεξιοτήτων στο διοικητικό επίπεδο, καθώς και η αύξηση του πληθωρισμού που ανέβασε το κόστος των projects. Επίσης, στην καθυστέρηση της ροής των έργων του ΤΑΑ επέδρασε αρνητικά η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καθώς οδήγησε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αναθεωρήσουν τις προτεραιότητές τους.