Με πρωτογενές πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ έκλεισε το 2022 σύμφωνα με τη δεύτερη κοινοποίηση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ που επικυρώθηκε σήμερα και από τη Eurostat (όπως προβλέπεται με βάση τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ). Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο ωστόσο στις ανακοινώσεις είναι το γεγονός ότι ναι μεν η Ελλάδα συνεχίζει να έχει το υψηλότερο χρέος πανευρωπαϊκά, αλλά καταγράφει και το 2022 την πιο εντυπωσιακή μείωση σε σχέση με κάθε άλλο κράτος της ΕΕ.
Το ακαθάριστο ενοποιημένο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2022 εκτιμάται στα 357 δισ. ευρώ (172,6% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος). Είναι ελαφρά υψηλότερο σε σχέση με την εκτίμηση που υπήρχε 6 μήνες πριν κατά την πρώτη κοινοποίηση στοιχείων (171,3% του ΑΕΠ στα 356,256 δισ. ευρώ).
Όπως αναφέρει η Eurostat, σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2022, έξι κράτη μέλη κατέγραψαν αύξηση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2023 και είκοσι ένα κράτη μέλη μείωση. Αύξηση καταγράφηκε στο Λουξεμβούργο (2,9%), στη Φινλανδία (2,1%), στην Εσθονία (1,6%), στην Τσεχία (0,8%), στη Σλοβακία (0,4%) και στη Βουλγαρία (0,2%), ενώ οι μεγαλύτερες μειώσεις παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα (16,6%), στην Πορτογαλία (11,8%), στην Κύπρο (8,1%), στην Ιρλανδία (7,4%), στην Κροατία (6,0%), στη Σλοβενία (4,5%), στην Αυστρία και στην Ιταλία (4,0%), στην Ισπανία (3,3%) και στην Ολλανδία (3,1%).
Το πρωτογενές αποτέλεσμα διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ. Το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2022 μαζί με τους τόκους, σύμφωνα με το ESA 2010, εκτιμάται στα -4,9 δισ. ευρώ (έλλειμμα). Το δημόσιο έλλειμμα τόσο της Ευρωζώνης όσο και της ΕΕ μειώθηκε το 2022 σε σύγκριση με το 2021, όπως και το δημόσιο χρέος. Στην Ευρωζώνη το έλλειμμα (με τόκους) ως προς το ΑΕΠ συρρικνώθηκε από 5,2% το 2021 σε 3,6% το 2022 και στην ΕΕ από 4,7% σε 3,3%. Στην Ευρωζώνη ο λόγος του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ μειώθηκε από 94,8% στο τέλος του 2021 σε 91,0% στο τέλος του 2022 και στην ΕΕ από 87,4% σε 83,5%.
Οι αναθεωρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ
Υπάρχουν αναθεωρήσεις από την ΕΛΣΤΣΑΤ στα στοιχεία για τα έτη 2020, 2021 και 2022. Η ΕΣΛΤΑΤ αναφέρει πως «οι αναθεωρήσεις στο αποτέλεσμα των ετών 2019 - 2022 οφείλονται κυρίως σε επικαιροποιημένα στοιχεία, σε μεθοδολογικές αλλαγές στην ταξινόμηση κάποιων ειδικών συναλλαγών και στην αναθεώρηση του ΑΕΠ».
Και τα νέα στοιχεία «είναι προσωρινά και αντανακλούν τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 στα δημοσιονομικά στοιχεία, κυρίως από τα μέσα Μαρτίου 2020 και έπειτα, όταν τέθηκαν σε ισχύ τα περιοριστικά μέτρα» αναφέρεται. «Τα στοιχεία αναμένεται να αναθεωρηθούν, όταν καταστούν διαθέσιμα τα πρωτογενή δημοσιονομικά στοιχεία εσόδων και δαπανών σε σχέση με τα κυβερνητικά μέτρα που λήφθηκαν στο πλαίσιο αυτό. Επισημαίνεται, ότι για την κατάρτιση των προσωρινών εκτιμήσεων χρησιμοποιήθηκαν οι ίδιες πηγές, καθώς και η ίδια μεθοδολογία εκτίμησης με τα προηγούμενα έτη. Επιπλέον, έγιναν ad-hoc αλλαγές στη χρονικά προσαρμοσμένη ταμειακή μέθοδο για δεδουλευμένη βάση, ως αποτέλεσμα της αναστολής της υποχρέωσης καταβολής φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Αναφορικά με τα μέτρα για τα διάφορα είδη δαπανών, διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις κυρώθηκαν μετά το τέλος του 1ου τριμήνου 2020 και οι ταμειακές πληρωμές που αντιστοιχούν σε αυτά τα μέτρα πραγματοποιούνται κατά την περίοδο μετά το 1ο τρίμηνο 2020» επισημαίνεται.