«Η αυξημένη διαφάνεια ενισχύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και μειώνει τους αντιληπτούς κινδύνους των διαδικτυακών και φυσικών αγορών, ενώ οι διαδραστικές εφαρμογές και τα συστήματα πληροφόρησης βελτιώνουν τις αγοραστικές επιλογές, προωθώντας πιο υγιεινές και οικονομικές λύσεις».
Αυτό αναφέρεται στα συμπεράσματα της πέμπτης ανάλυσης επικαιρότητας για το 2024 που κυκλοφόρησε σήμερα από το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών με τίτλο: «Μπορεί η τεχνολογία καταναλωτικής πληροφόρησης και τεχνητής νοημοσύνης να «χτυπήσει» την ακρίβεια στα σούπερ μάρκετ;».
Όπως σημειώνεται στην περίληψη «η παρούσα ανάλυση επικαιρότητας εξετάζει τον αντίκτυπο των τεχνολογιών καταναλωτικής πληροφόρησης και της τεχνητής νοημοσύνης στις στρατηγικές τιμολόγησης των σούπερ μάρκετ, εστιάζοντας στη μείωση των τιμών και την ενίσχυση της διαφάνειας. Οι τεχνολογίες πληροφόρησης των καταναλωτών διευκολύνουν τη σύγκριση τιμών, οδηγώντας σε μειωμένη διασπορά τιμών μεταξύ των καταστημάτων και χαμηλότερες μέσες τιμές στην αγορά. Επιπλέον, οι νέες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της ασύμμετρης πληροφόρησης και ενισχύουν τον ανταγωνισμό και την οικονομική αποδοτικότητα.
Τα διαδραστικά συστήματα και οι εφαρμογές που παρέχουν σχόλια και στοχευμένη πληροφόρηση βελτιώνουν τις επιλογές των καταναλωτών, οδηγώντας σε πιο ασφαλείς και οικονομικές αγορές. Η πανδημία COVID-19 επιτάχυνε την υιοθέτηση του ηλεκτρονικού εμπορίου και των προηγμένων τεχνολογιών, όπως το IoT και το cloud computing, οι οποίες αυξάνουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και μειώνουν τους αντιληπτούς κινδύνους των διαδικτυακών αγορών.
Παρά τις προκλήσεις, οι τεχνολογίες πληροφόρησης για τους καταναλωτές παίζουν κρίσιμο ρόλο στη μείωση των τιμών των σούπερ μάρκετ και την προώθηση ενός ανταγωνιστικότερου περιβάλλοντος αγοράς. Προτείνουμε την ανάπτυξη μιας εφαρμογής κινητού τηλεφώνου που θα αξιολογεί τους τιμοκαταλόγους των σούπερ μάρκετ, προσφέροντας στον καταναλωτή τη δυνατότητα να βρει τις πιο συμφέρουσες προσφορές, ενισχύοντας έτσι την πίεση για χαμηλές τιμές και αυξάνοντας τον ανταγωνισμό».
Πιο αναλυτικά, στα συμπεράσματα της έρευνας αναφέρονται τα εξής:
Η παρούσα Ανάλυση Επικαιρότητας ανέδειξε τον κρίσιμο ρόλο των τεχνολογιών καταναλωτικής πληροφόρησης και τεχνητής νοημοσύνης στις στρατηγικές τιμολόγησης των σούπερ μάρκετ επισημαίνοντας τη συμβολή τους στη μείωση των τιμών και την ενίσχυση της διαφάνειας στην αγορά. Οι τεχνολογίες αυτές επιτρέπουν στους καταναλωτές να συγκρίνουν τιμές σε πραγματικό χρόνο και να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αγοραστικές αποφάσεις, οδηγώντας σε μείωση της διασποράς τιμών και των μέσων τιμών στην αγορά.
Η αυξημένη διαφάνεια ενισχύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και μειώνει τους αντιληπτούς κινδύνους των διαδικτυακών και φυσικών αγορών, ενώ οι διαδραστικές εφαρμογές και τα συστήματα πληροφόρησης βελτιώνουν τις αγοραστικές επιλογές, προωθώντας πιο υγιεινές και οικονομικές λύσεις.
Η ενσωμάτωση προηγμένων τεχνολογιών, όπως το Google Lens, επιτρέπει στους καταναλωτές να σκανάρουν προϊόντα και να βρίσκουν τις καλύτερες τιμές άμεσα, εξοικονομώντας πολύτιμο χρόνο και χρήματα. Η πανδημία COVID-19 επιτάχυνε την υιοθέτηση τέτοιων τεχνολογιών, με το IoT και το cloud computing να παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και στη μείωση των αντιληπτών κινδύνων των ηλεκτρονικών αγορών. Οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται με αυξημένη διαφοροποίηση προϊόντων και τιμών, δημιουργώντας ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον που ωφελεί τους καταναλωτές μέσω χαμηλότερων τιμών και βελτιωμένης ποιότητας προϊόντων.
Επιπλέον, η χρήση διαδραστικών συστημάτων πληροφόρησης και εφαρμογών που παρέχουν στοχευμένη ενημέρωση και σχόλια ενθαρρύνει τους καταναλωτές να κάνουν καλύτερες αγοραστικές επιλογές. Τα εργαλεία αυτά συμβάλλουν στην προώθηση πιο ασφαλών και οικονομικών αγορών, προσαρμοσμένων στις ατομικές ανάγκες και προτιμήσεις των καταναλωτών.
Συνολικά, η υιοθέτηση αυτών των τεχνολογιών από τις επιχειρήσεις δημιουργεί ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον αγοράς, προωθώντας την οικονομική αποδοτικότητα και δημιουργώντας ένα υγιές ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η συνολική βελτίωση της αγοράς προς όφελος των καταναλωτών είναι εμφανής, καθώς οι καταναλωτές επωφελούνται από χαμηλότερες τιμές, καλύτερη ποιότητα προϊόντων και αυξημένη διαφάνεια, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και την ικανοποίησή τους.