Φθηνότερα σε σχέση με την αρχή του καλοκαιριού αλλά και σε σχέση με πέρυσι θα πληρώσουν για τα καύσιμα της επιστροφής οι τελευταίοι εκδρομείς του καλοκαιριού καθώς η διεθνής τιμή του πετρελαίου καταγράφει πτώση και οι τιμές της χονδρικής στην ελληνική αγορά βαίνουν μειούμενες. Ωστόσο, διεθνείς αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος για μια απότομη αύξηση παραμένει ισχυρός καθώς συνεχίζονται οι γεωπολιτικές εντάσεις, ενώ ακόμη πιο ζοφερές είναι οι προβλέψεις εκπροσώπων της διεθνούς αγοράς οι οποίοι κάνουν λόγο ακόμη και για αύξηση κατά 400% των τιμών λόγω της μείωσης των επενδύσεων στην έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων.
Αισθητά χαμηλότερες οι τιμές των καυσίμων στην αντλία
Η μέση πανελλαδική τιμή της απλής αμόλυβδης διαμορφώνεται στα 1,815 ευρώ το λίτρο και του diesel κίνησης στα 1,569, ενώ στην Αττική είναι στα 1,772 και στα 1,533 αντίστοιχα. Το αντίστοιχο περυσινό διάστημα η μέση πανελλαδική τιμή της απλής αμόλυβδης ήταν στα 1,991 ευρώ το λίτρο και του diesel κίνησης στα 1,756 ευρώ, ενώ για τις επόμενες ημέρες αναμένεται περαιτέρω πτώση. Παρά το γεγονός ότι οι τιμές των καυσίμων στην ελληνική αγορά είναι αισθητά χαμηλότερες σε σχέση με πέρυσι, παραμένουν υψηλές σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, κάτι το οποίο όπως έχουν επανειλημμένως επισημάνει φορείς της αγοράς οφείλεται στους φόρους και δασμούς, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 55% της τελικής τιμής. Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, οι τιμές των καυσίμων δεν αναμένεται να παρουσιάσουν μεγάλες διακυμάνσεις τις επόμενες ημέρες αλλά όπως εκτιμούν αυτό δεν αποκλείεται να συμβεί στο κοντινό μέλλον λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων.
Γιατί το Brent καταγράφει πτώση
Η διεθνής τιμή του πετρελαίου κινήθηκε πτωτικά την Πέμπτη στα 78,32 δολάρια το βαρέλι καθώς συνεχίζονται οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή. Στη Λωρίδα της Γάζας συνεχίζονται οι συγκρούσεις μεταξύ του Ισραήλ και των μαχητών της Χαμάς, χωρίς να υπάρχουν ακόμη σημάδια προόδου στις συνομιλίες για κατάπαυση του πυρός στο Κάιρο. Το Σαββατοκύριακο, το Ισραήλ και η Χεζμπολάχ «αντάλλαξαν» ρουκέτες και πυραύλους πέρα από τα σύνορα του Λιβάνου.
Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι θα συνεχίσουν να ωθούν την παγκόσμια τιμή του αργού στα άκρα, σύμφωνα με τον Τιμ Σνάιντερ, επικεφαλής οικονομολόγο της Matador Economics. Είναι ενδεικτικό ότι οι τιμές του πετρελαίου υποχώρησαν 1% την Τετάρτη μετά από μια μικρότερη από την αναμενόμενη μείωση των αποθεμάτων αργού στις ΗΠΑ και καθώς οι ανησυχίες για την κινεζική ζήτηση εξακολουθούν να υφίστανται, αν και οι απώλειες περιορίστηκαν από τους κινδύνους προσφοράς στη Μέση Ανατολή και τη Λιβύη.
Αρκετά κοιτάσματα πετρελαίου σε όλη τη Λιβύη έχουν σταματήσει την παραγωγή καθώς συνεχίζεται η διαμάχη μεταξύ αντίπαλων κυβερνητικών φατριών για τον έλεγχο της κεντρικής τράπεζας και τα έσοδα από το πετρέλαιο. Η διαμάχη θέτει σε κίνδυνο την παραγωγή περίπου 1,2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως. Αλλά οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι δεν αποτελούν τον μόνο παράγοντα που καθορίζει την πορεία των τιμών.
Exxon: Πιθανό έλλειμμα στην αγορά θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών κατά 400%
Τους τελευταίους μήνες οι έμποροι και οι αναλυτές έκαναν αρνητικές προβλέψεις για το πετρέλαιο. Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, όλοι φαίνεται να αναμένουν μείωση της ζήτησης και πτώση των τιμών. Ωστόσο, μεγάλοι οργανισμοί υποστηρίζουν ότι μπορεί να συμβεί το αντίθετο.
Διάφοροι αξιωματούχοι του ΟΠΕΚ (συχνά για τους δικούς τους λόγους) κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι οι ανεπαρκείς επενδύσεις σε έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων θα οδηγήσει τελικά σε μελλοντική συμπίεση της προσφοράς, κάτι που με τη σειρά του θα ωθήσει τις τιμές σημαντικά υψηλότερα. Με την άποψη του καρτέλ συντάσσεται και η Exxon.
Στη νέα έκδοση του Global Outlook, ο αμερικανικός οργανισμός προέβλεψε ότι τόσο το πετρέλαιο όσο και το φυσικό αέριο θα συνεχίσουν να αποτελούν ζωτικά στοιχεία του παγκόσμιου ενεργειακού μείγματος το 2050, με τη ζήτηση πετρελαίου να παραμένει πάνω από 100 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, ενώ η ζήτηση φυσικού αερίου θα παραμείνει επίσης ισχυρή γιατί η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας -σύμφωνα με τις προβλέψεις της Exxon- θα είναι 80% υψηλότερη το 2050 από ό,τι είναι τώρα.
Ο αμερικανικός όμιλος έκανε και μια τολμηρή πρόβλεψη για τα ηλεκτρικά οχήματα και την επίδρασή τους στη ζήτηση πετρελαίου. Όπως σημείωσε, εάν κάθε νέο αυτοκίνητο που πωλείται στον κόσμο το 2035 ήταν ηλεκτρικό, η ζήτηση πετρελαίου το 2050 θα εξακολουθούσε να είναι 85 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, δηλαδή το ίδιο με το 2010.
Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με σχεδόν κάθε άλλη πρόβλεψη σχετικά με τα ηλεκτρικά οχήματα και τον αντίκτυπό τους στη ζήτηση πετρελαίου και φέρνει στην επιφάνεια σενάρια περαιτέρω ύφεσης. Η έλλειψη πετρελαίου και φυσικού αερίου τείνε να οδηγεί τις τιμές υψηλότερα και οι υψηλότερες τιμές σημαίνουν πάντα μεγαλύτερα κέρδη, όπως είδαμε το 2022. Ταυτόχρονα, οδηγούν και σε πολιτική και κοινωνική αστάθεια.
Η Exxon υποστηρίζει ότι η παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου αντιμετωπίζει μια φυσική πτώση με ρυθμό περίπου 15% ετησίως τα επόμενα 25 χρόνια (ενώ ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας την τοποθετεί στο 8%). Όπως σημειώνει η εταιρεία, ο ταχύτερος ρυθμός πτώσης είναι αποτέλεσμα της στροφής προς την παραγωγή σχιστόλιθου όπου η εξάντληση των αποθεμάτων συμβαίνει ταχύτερα από ό,τι στους συμβατικούς σχηματισμούς. Υπό αυτό το πρίσμα, αναφέρει ότι χωρίς νέες επενδύσεις, οι παγκόσμιες προμήθειες πετρελαίου θα μειωνόταν κατά περισσότερα από 15 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα μόνο τον πρώτο χρόνο. Με αυτόν τον ρυθμό, μέχρι το 2030, οι προμήθειες πετρελαίου θα μειωνόταν από 100 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα σε λιγότερο από 30 εκατομμύρια, δηλαδή 70 εκατομμύρια βαρέλια λιγότερο από αυτό που απαιτείται για την κάλυψη της ζήτησης κάθε μέρα.
Με άλλα λόγια, εάν οι επενδύσεις σε νέα παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου στερέψουν, ο κόσμος σύντομα θα αντιμετωπίσει όχι απλώς μια συμπίεση της προσφοράς, αλλά και μεγάλες αυξήσεις στις τιμές. Σύμφωνα με την έκθεση της Exxon, τα αποτελέσματα αυτής της συμπίεσης θα είναι σοβαρές ελλείψεις ενέργειας και διαταραχές στην καθημερινή ζωή, με τις τιμές του πετρελαίου να αυξάνονται δυνητικά έως και 400%, ποσοστό διπλάσιο από ό,τι αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια του αραβικού εμπάργκο πετρελαίου τη δεκαετία του 1970. Αυτό, με τη σειρά του, θα οδηγήσει σε υψηλότερη ανεργία, όπου τα ποσοστά θα μπορούσαν να φτάσουν το 30%, ανέφερε επίσης η Exxon.