Ο πραγματικός τίτλος του ΕΣΕΚ είναι Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και την Απανθρακοποίηση, αφού από το κείμενο δεν καλύπτονται τα θέματα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, σημείωσε πριν από λίγο ο υπουργός ΠΕΝ, Θόδωρος Σκυλακάκης, κατά την παρουσίαση του επικαιροποιημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Η παρουσίαση έγινε σε εκδήλωση στην Τράπεζα της Ελλάδας, μετά την οριστικοποίηση του κειμένου από το ΥΠΕΝ έπειτα από τη δημόσια διαβούλευση. Επομένως, «σταθμός» θα είναι η παρουσίασή του στην Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής, πριν κατατεθεί στην Κομισιόν από τη χώρα μας.
Ο κ. Σκυλακάκης υπογράμμισε πως υπάρχει διεθνώς θεμελιώδης αδυναμία στα θέματα του κλίματος, καθώς είχε κυριαρχήσει η αντίληψη ότι θα προλάβουμε την κλιματική κρίση. Ωστόσο, έχουμε ήδη μπει στην κρίση -με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις- και θα μείνουμε σε αυτή για τα επόμενα 30-40 χρόνια.
Τρεις παράμετροι
«Δεν υπάρχει σοβαρό σχέδιο στην Ευρώπη για τις δημοσιονομικές και άλλες επιπτώσεις στην προσαρμογή στο καινούριο κλίμα. Πρόκειται για μία προσπάθεια να αποτρέψουμε τα χειρότερα, ώστε η ζημιά να είναι περιορισμένη», συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με τον υπουργό, το ΕΣΕΚ έχει έναν χαρακτήρα ρεαλισμού, σε σχέση με τους στόχους και τα ορόσημα που θέτει.
Λαμβάνει υπόψη τρεις παραμέτρους:
- Η Ελλάδα έχει υπερκαλύψει τους στόχους όσον αφορά τη διείσδυση των ΑΠΕ.
- Πρέπει η μετάβαση να είναι εξαιρετικά υψηλής αποτελεσματικότητας, επειδή υπάρχει η δημοσιονομική και οικονομική επιβάρυνση από την κρίση.
- Πρέπει να ληφθεί υπόψη η αγορά. Κάθε σχέδιο για να είναι αποτελεσματικό, πρέπει να είναι ρεαλιστικό. Για παράδειγμα, η ηλεκτροκίνηση ο εξηλεκτρισμός της θέρμανσης προχωρούν πιο αργά από όσο υπολογιζόταν. Επίσης, η κλιματική κρίση έχει αλλάξει τις ανάγκες των νοικοκυριών.
Αποτελεσματικές επενδύσεις
«Το σχέδιο είναι ένας καθοδηγητής, όχι όμως τυφλός που κοιτάζει προς τα πίσω, αλλά ανοικτομάτης που κοιτάζει προς τα εμπρός», τόνισε. Για πολλές 10ετίες, η Ελλάδα ήταν εξαρτημένη από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, για παράδειγμα η ηλεκτροδότηση των νησιών καλυπτόταν πάντοτε από εισαγόμενο πετρέλαιο.
«Το ΕΣΕΚ οδηγεί στην εθνική ενεργειακή ανεξαρτησία, αλλάζει το βαθύτερο οικονομικό υπόβαθρο αυτής της χώρας. Πρόκειται για σημαντική εξέλιξη, που θα δημιουργήσει καινούριες οικονομικές και βιομηχανικές ευκαιρίες, με σημαντική βελτίωση στο εμπορικό ισοζύγιο. Αυτή η αλλαγή, αν μπορέσουμε να διαχειριστούμε παράλληλα το δημογραφικό, θα αποτελέσει βάση και προϋπόθεση για μια ισχυρή οικονομικά Ελλάδα τις επόμενες 10ετίες», τόνισε ο κ. Σκυλακάκης.
Ο υπουργός επισήμανε πως το ΕΣΕΚ απαιτεί τεράστιες επενδύσεις, οι οποίες υπερβαίνουν κατά πολύ τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας. Για να υλοποιηθούν, θα πρέπει να είναι όλες να είναι υψηλής απόδοσης. Δεν υπάρχει χώρος να επιδοτηθούν οι τεράστιες δαπάνες αυτής της μετάβασης, δεν φτάνουν 7 κρατικοί προϋπολογισμοί. Δεν είναι το κλειδί οι επιδοτήσεις, χρειάζονται αποτελεσματικές επενδύσεις από αξιόπιστους φορείς που θα προσφεύγουν στον δανεισμό.
«Πρέπει να αποφύγουμε τα μεγάλα λάθη. Πληρώνουμε σήμερα πιο πολλά χρήματα από όσα θα έπρεπε, για παλιές επιδοτήσεις. Φτιάξαμε θηριώδη εργοστάσια, που θα πρέπει να κλείσουν γιατί δεν είναι αποδοτικά οικονομικά», κατέληξε.
Συμβολή 2,5% στο ΑΕΠ
Η υφυπουργός ΠΕΝ Αλεξάνδρα Σδούκου, αναφέρθηκε στα πορίσματα μελέτης που ανατέθηκε στη McKinsey, για τη μελέτη των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεις του Εθνικού Σχεδίου. Όπως τόνισε, η μελέτη κατέληξε στο ότι οι επενδύσεις του ΕΣΕΚ θα συνεισφέρουν 6 δισ. ευρώ σε εγχώρια ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, για την περίοδο 2025-2050.
Η συνεισφορά στο ΑΕΠ θα ανέλθει στο 2,5%. Επίσης, τα κεφάλαια αυτά θα δημιουργήσουν 210.000 μόνιμες θέσεις εργασίας για την ίδια περίοδο, ένα νούμερο που αντιστοιχεί στο 5% του υφιστάμενου εργατικού δυναμικού. Οι απαιτούμενες επενδύσεις ανέρχονται σε 436 δισ. ευρώ έως το 2050.
«Το ΕΣΕΚ περιγράφει την ενεργειακή μετάβαση και εμφορείται από ρεαλισμό και πραγματισμό. Είναι κατ΄ αρχάς ένα τεχνοκρατικό έγγραφο, για την επίτευξη του net-zero το 2050, με ενδιάμεσο ορόσημο τη μείωση των ρύπων κατά 58% έως το 2030», πρόσθεσε η κ. Σδούκου, παρουσιάζοντας το Εθνικό Σχέδιο.
Παράλληλα, σύμφωνα με την υφυπουργό, είναι ένα πολιτικό μανιφέστο για ένα νέο αναπτυξιακό παραγωγικό μοντέλο, με έμφαση στον εκσυχρονισμό των υποδομών και τη δημιουργία εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Επίσης, το Σχέδιο έχει μία ισχυρή κοινωνική διάσταση, αφού η ενέργεια αφορά κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα.
Βέλτιστη σχέση κόστους-οφέλους
Γνώμονας για την «οδικό χάρτη» της ενεργειακής μετάβασης είναι βέλτιστη σχέση κόστους-οφέλους. Η μετάβαση επιμερίστηκε σε τρεις περιόδους, ώστε την πρώτη 5ετία 2025-2030 να επιταχυνθεί η διείσδυση των ΑΠΕ, βάζοντας επίσης τις βάσεις για το μέλλον. Στη δεύτερη περίοδο (2030-2040), επιταχύνεται ο εξηλεκτρισμός και σε άλλες χρήσεις, ενώ στην τρίτη (2040-2050) η βασική προσπάθεια στρέφεται σε τομείς που είναι δύσκολο να μειώσουν τις εκπομπές τους (όπως η βιομηχανία και η αεροπλοΐα).
Η κ. Σδούκου σημείωσε πως οι ΑΠΕ θα είναι η ραχοκοκαλιά του ενεργειακού συστήματος, τα υπεράκτια αιολικά έως το 2050 θα γίνουν η τρίτη πηγή «πράσινης» ενέργειας. Διατηρείται ο ρόλος του φυσικού αερίου ως καυσίμου γέφυρα, με μείωση ωστόσο της παραγωγής των μονάδων. Με τον εξηλεκτρισμό, θα υπάρξει αύξηση κατά 1,5 φορά της ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια μέχρι το 2050.
Επίσης, η Ελλάδα θα εξελιχθεί σε ενεργειακός κόμβος και εξαγωγέα «πράσινης» ενέργειας. Προβλέπεται επίσης η ενίσχυση των διασυνδέσεων, η σταδιακή διείσδυση των «έξυπνων» μετρητών, η προώθηση του βιομεθανίου και η στήριξη του υδρογόνου.
Την ίδια στιγμή, το ΕΣΕΚ δίνει επιλογές και εργαλεία στον καταναλωτή για μείωση του ενεργειακού τους κόστους, ενώ η κυβέρνηση υλοποιεί πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση και για τις επιχειρήσεις.