Γερμανία: Βαραίνει το κλίμα στην οικονομία – Ο «άγνωστος Χ» Τραμπ και η αλλαγή ατζέντας

Κώστας Οικονομάκης
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Γερμανία: Βαραίνει το κλίμα στην οικονομία – Ο «άγνωστος Χ» Τραμπ και η αλλαγή ατζέντας
Για δεύτερη χρονιά σε ύφεση η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης. Οι προοπτικές για φέτος, οι εκλογές και οι νέες πολιτικές για την τόνωση της ανάπτυξης και της βιομηχανίας. Οι προκλήσεις για τον επόμενο Καγκελάριο.

Πληθαίνουν οι σκιές πάνω από τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, την ώρα που η Γαλλία παραμένει εγκλωβισμένη σε δημοσιονομική και πολιτική δίνη και η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ εγείρει ανησυχίες για νέους εμπορικούς και νομισματικούς πολέμους.

Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε για δεύτερο διαδοχικό έτος το 2024 και το πιθανότερο σενάριο είναι η στασιμότητα το 2025 εάν όχι εκ νέου ύφεση, ανάλογα με τις πολιτικές που θα ακολουθήσει ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Η εξέλιξη αυτή δυσκολεύει τα πράγματα για τη νέα κυβέρνηση της Γερμανίας που θα αναδειχθεί μετά τις εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου.

Το ΑΕΠ της Γερμανίας συρρικνώθηκε 0,2% αφού υποχώρησε 0,3% το 2023, σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία. Είναι η δεύτερη φορά από το 1950 που το γερμανικό ΑΕΠ συρρικνώνεται επί δύο διαδοχικά έτη.

Ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη θεωρείται από οικονομολόγους και αναλυτές και το γεγονός ότι το γερμανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε 0,1% στο τέταρτο τρίμηνο από το αμέσως προηγούμενο. Εάν αυτό επιβεβαιωθεί, τότε η γερμανική οικονομία ενδεχομένως να χάσει περαιτέρω έδαφος και στην αρχή του χειμώνα.

Δεν είναι βεβαίως η μόνη χώρα του πυρήνα που νοσεί. Η Γαλλία βρίσκεται αντίστοιχα εγκλωβισμένη σε δημοσιονομικά και πολιτικά προβλήματα που θα απαιτήσει χρόνια σφιχτής πολιτικής, εξέλιξη που θα επιβαρύνει την ανάπτυξη. Τα βλέμματα όλων έγκειται τώρα στην Φρανκφούρτη και στις συνεχιζόμενες μειώσεις των επιτοκίων.

Στο επίκεντρο οικονομία και βιομηχανία

Η Γερμανία βιώνει την πιο παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας στη μεταπολεμική ιστορία της, όπως σημειώνουν στο Bloomberg αναλυτές του γερμανικού οικονομικού ινστιτούτου Ifo, το οποίο προβλέπει για φέτος οριακή ανάπτυξη κοντά στο 0,4%.

Είναι η μοναδική οικονομία από την Ομάδα του G7 που συρρικνώθηκε το 2023 και είναι η πρώτη που ανακοινώνει στοιχεία για το 2024. Το θέμα είναι ότι οι προοπτικές της για το 2025 παραμένουν θολές στην καλύτερη περίπτωση και ζοφερές στην χειρότερη. Η Μπούντεσμπανκ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης μόλις 0,2% για φέτος και προειδοποίησε για ένα ακόμη έτος συρρίκνωσης εάν ο Ντόναλντ Τραμπ εφαρμόσει όσα έχει πει για τους δασμούς.

«Η πολιτική κρίση στην χώρα και η απειλή των δασμών από τις ΗΠΑ αναμένεται να βαρύνουν την γερμανική οικονομία. Οι κίνδυνοι για τις οικονομικές προοπτικές είναι ανοδικοί και τα μεγάλα προβλήματα στους βασικούς κλάδους της μεταποίησης ενδεχομένως να οδηγήσουν την χώρα σε νέα ύφεση», δήλωσε επίσης στο Bloomberg ο οικονομολόγος Μάρτιν Άντεμερ.

Για να επιστρέψουμε σε ανάπτυξη, χρειαζόμαστε πειστικές απαντήσεις από πολιτικούς, ενώ οι επιχειρήσεις θα πρέπει να ξεπεράσουν τις προκλήσεις, σημειώνει επίσης ο οικονομολόγος του KfW Research, Κλάους Μπόργκερ. Πιθανή επιβολή δασμών από τον Τραμπ θα πλήξει ιδιαίτερα τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, την ώρα που η VW είχε ένα πολύ δύσκολο 2024, με τις πωλήσεις της να υποχωρούν στην Ευρώπη. Τώρα, το 2025 προδιαγράφεται ακόμη χειρότερο καθότι οι πωλήσεις της κινδυνεύουν να υποχωρήσουν ξανά επειδή η μάρκα VW δεν πρόκειται να παρουσιάσει στην αγορά νέο ηλεκτρικό μοντέλο στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.

Επιπλέον, ο τρόπος με τον οποίο η νέα κυβέρνηση θα χειριστεί το όριο στον κρατικό δανεισμό και τα ελλείμματα, γνωστό ως ο κανόνας του «φρένου χρέους», θα είναι κρίσιμος. Ο κανόνας αυτός ενδεχομένως να αλλάξει ούτως ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη ευελιξία στην χρηματοδότηση επενδύσεων σε τομείς, όπως υποδομές, ενέργεια και άμυνα.

Η διαφαινόμενη συναίνεση είναι ότι η επόμενη κυβέρνηση θα χαλαρώσει αυτή την περιοριστική πολιτική ώστε να επιτρέψει περισσότερες επενδύσεις, αλλά τα εμπόδια για να γίνει αυτό μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερα απ΄ό,τι αναμένεται.

Το φρένο χρέους της Γερμανίας, που συμφωνήθηκε το 2009, προβλέπει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 0,35% του ΑΕΠ. Ενώ αυτός ο κανόνας βοήθησε τη χώρα να διατηρήσει την αναλογία χρέους προς ΑΕΠ γύρω στο 60%, πολύ κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, έχει επίσης μειώσει την ικανότητα της κυβέρνησης να επενδύει σε υποδομές και να ενισχύσει την ανάπτυξη, δύο πράγματα που χρειάζονται πολύ περισσότερο τώρα που η μεταποιητική βιομηχανία της χώρας «αιμορραγεί», υπάρχει έντονος ανταγωνισμός από τις ΗΠΑ και την Κίνα και υψηλότερο ενεργειακό κόστος.

Ο επόμενος Καγκελάριος και οι προκλήσεις

Τα προβλήματα της γερμανικής οικονομίας θα έχουν κομβική θέση στις επικείμενες εκλογές, για τις οποίες πολλοί ευελπιστούν ότι θα φέρουν πολιτικές περισσότερο εστιασμένες στην ανάπτυξη που θα βοηθήσουν τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης να εξέλθει από το τέλμα.

Ελάχιστοι ωστόσο προβλέπουν άμεσες λύσεις ικανές να διορθώσουν δομικά προβλήματα, όπως η εξασθενημένη παγκόσμια ζήτηση, η δυσπραγία στη βαριά βιομηχανία και ειδικά στην αυτοκινητοβιομηχανία, οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης, η άχρηστη και έντονη γραφειοκρατία και η έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού.

Ο πιθανός επόμενος Καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, έχει δεσμευτεί να αποκαταστήσει τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα της χώρας θέτοντας τις πολιτικές για το κλίμα στο πίσω μέρος της ατζέντας.

Οι οικονομικές πολιτικές της Γερμανίας ήταν «σχεδόν αποκλειστικά προσανατολισμένες στην προστασία του κλίματος» κατά τη διάρκεια της θητείας του Καγκελαρίου Όλαφ Σολτς, είπε ο Μερτς κατά τη διάρκεια προεκλογικής ομιλίας στη δυτική βιομηχανική πόλη Μπόχουμ τη Δευτέρα, σύμφωνα με το Politico.

Η κυβέρνηση συνασπισμού Σολτς, που κατέρρευσε το Νοέμβριο λόγω επίμονων ρωγμών στις δαπάνες και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, είχε δεσμευθεί να καταργήσει σταδιακά τον άνθρακα έως το 2030, οκτώ χρόνια πριν από την επίσημη ημερομηνία-στόχο. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, ο συνασπισμός επέκτεινε μαζικά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και επιδότησε εταιρείες έντασης ενέργειας για να τις βοηθήσει να επιτύχουν την κλιματική ουδετερότητα.

Η Γερμανία, ως εκ τούτου, είναι ο βιομηχανικός ηγέτης της ΕΕ στην παραγωγή πράσινων υποδομών, έχοντας τις περισσότερες εγκαταστάσεις για την παραγωγή ηλιακής και αιολικής τεχνολογίας. Διαθέτει επίσης τις δεύτερες περισσότερες εγκαταστάσεις για την κατασκευή αντλιών θερμότητας, μετά την Ιταλία. Ο Μερτς, ωστόσο, δεσμεύθηκε ότι θα άλλαζε ριζικά πορεία.

«Τα τελευταία χρόνια, έχουμε συμφωνήσει αρκετά συχνά για το ποιους ενεργειακούς πόρους θα καταργήσουμε σταδιακά», είπε, αναφέροντας τόσο τον άνθρακα όσο και την πυρηνική ενέργεια. «Όμως, εφόσον δεν μπορούμε να τα αντικαταστήσουμε, αποκλείεται να παροπλίσουμε αυτά που έχουμε. Εάν συνεχίσουμε να το κάνουμε αυτό, θα θέσουμε σε τεράστιο κίνδυνο τη Γερμανία ως βιομηχανική χώρα και δεν είμαστε διατεθειμένοι να το κάνουμε αυτό», ανέφερε, σύμφωνα με το Politico.

«Εγκλωβισμένος» πριν καν εκλεγεί

Ο Μερτς και η συντηρητική του συμμαχία έχουν ποσοστό δημοτικότητας 31%, σταθερά στην πρώτη θέση για να ηγηθούν της επόμενης κυβέρνησης συνασπισμού της Γερμανίας. Το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) βρίσκεται δεύτερο στις δημοσκοπήσεις με 21%.

Το πρόβλημα ωστόσο για τον Μερτς είναι ότι, δεδομένης της ισχύος του AfD, οι συντηρητικοί είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πρέπει να κυβερνήσουν με το SPD ή τους Πράσινους, τα κόμματα που ώθησαν τις πολιτικές εναντίον των οποίων διαμαρτύρεται. Ωστόσο, ο Μερτς απέκλεισε το ενδεχόμενο συνασπισμού με το AfD.

Ο Μερτς εξέφρασε σκεπτικισμό για την εστίαση της προηγούμενης κυβέρνησης στον «πράσινο χάλυβα», τη χαλυβουργία που τροφοδοτείται από υδρογόνο το οποίο προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, λέγοντας σε μια συζήτηση σε πάνελ ότι δεν «πιστεύει ότι η ταχεία μετάβαση σε χαλυβουργεία υδρογόνου θα να είναι επιτυχημένη», σύμφωνα με το Politico.

Η ThyssenKrupp, ο πάλαι ποτέ εθνικός πρωταθλητής χάλυβα, έλαβε περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ σε κρατικές επιδοτήσεις το 2023 για να επιταχύνει τον μετασχηματισμό της μακριά από την παραγωγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα αντικαθιστώντας τις καμίνους χάλυβα με καύση άνθρακα με νέους που κινούνται με υδρογόνο.

Ο Μερτς πρότεινε μεταξύ άλλων να στοιχηματίσει στη δέσμευση άνθρακα για να μετριάσει τις εκπομπές που παράγονται από τα χαλυβουργεία αντί να επιδιώξει να τις αποφύγει εντελώς με υδρογόνο.

Η μεγάλη ανησυχία του Merz για το υδρογόνο που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές είναι το κόστος. Ωστόσο, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η δέσμευση άνθρακα, μια τεχνολογία που διψάει για ηλεκτρισμό, συνοδεύεται επίσης από βαριά τιμή και δεν είναι ακόμη διαθέσιμη στην κλίμακα που απαιτείται για την απεξάρτηση του τομέα του χάλυβα.

Τόσο οι Πράσινοι όσο και οι Σοσιαλδημοκράτες επέκριναν όλα όσα είπε ο Μερτς. «Όποιος θέλει να επιστρέψει τώρα θα καταστρέψει επενδύσεις δισεκατομμυρίων ευρώ και δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας», δήλωσε στο γερμανικό Stern ο Άνκε Ρέλινγκερ, ο πρωθυπουργός της νοτιοδυτικής πολιτείας Σάαρλαντ, όπου η βιομηχανία χάλυβα είναι βασικός τομέας.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Νέες κυρώσεις των ΗΠΑ στη Ρωσία - Στο στόχαστρο ο πυρηνικός σταθμός της Ζαπορίζια

Σταδιακό «μπλόκο» στο ρωσικό LNG και αλουμίνιο εξετάζει η ΕΕ

Μπρα ντε φερ ΗΠΑ - Κίνας για αυτοκίνητα και τεχνητή νοημοσύνη

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider