Την υψηλή θέση της ενέργειας στην αμερικανική προεδρική ατζέντα, στην οποία έχουν πρωτοκαθεδρία τα ορυκτά καύσιμα, πιστοποιεί το γεγονός ότι η άμεση αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα αποτελεί ένα από τα πρώτα εκτελεστικά διατάγματα που υπέγραψε ο Ντόναλντ Τραμπ, λίγες ώρες μετά την επίσημη ανάρρησή του στην εξουσία.
Στο πνεύμα του μότο «drill baby drill», το οποίο δεν παρέλειψε να επαναλάβει και στην ομιλία κατά την ορκωμοσία του, υπογράμμισε ότι η Συμφωνία του Παρισιού είναι μονομερής – από την οποία αποσύρει τις ΗΠΑ για δεύτερη φορά. Συμπλήρωσε πως η «έξοδος» των ΗΠΑ θα επιτρέψει στις αμερικανικές βιομηχανίες να γλιτώσουν πάνω από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, με τις δηλώσεις αυτές να εκτινάσσουν τις μετοχές των αμερικανικών ενεργειακών εταιρειών ένα 24ωρο αργότερα.
Τα «πυρά» του Τραμπ δεν αφορούν μόνο το γεγονός ότι η Συμφωνία διαταράσσει τον διεθνή ανταγωνισμό, «την ώρα που η Κίνα συνεχίζει να ρυπαίνει ανενόχλητη». Αντίθετα, σύμφωνα με τον νέο Αμερικανό Πρόεδρο, στερεί από τις ΗΠΑ το πλεονέκτημα που της δίνει στον παγκόσμιο ανταγωνισμό ο τεράστιος ορυκτός πλούτος που διαθέτει σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
«Υγρός χρυσός»
Ήδη από τις προεκλογικές του ομιλίες, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος είχε χαρακτηρίσει «υγρό χρυσό» τα αποθέματα ορυκτών καυσίμων που βρίσκονται αναξιοποίητα στο υπέδαφος των ΗΠΑ. «Έχουμε κάτι που κανένα άλλο βιομηχανικό έθνος δεν θα διαθέτει ποτέ, τη μεγαλύτερη ποσότητα πετρελαίου και φυσικού αερίου από οποιαδήποτε χώρα στον πλανήτη, και θα την αξιοποιήσουμε», ανέφερε στην ομιλία της ορκωμοσίας του.
Τηρώντας τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, έσπευσε να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην ενέργεια, υπογράφοντας εκτελεστικά διατάγματα για την ενίσχυση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, την αναστολή της απαγόρευσης που είχε επιβάλει ο Μπάιντεν στην εξόρυξη σε παράκτιες περιοχές, την άρση του παγώματος εξαγωγών LNG, την απαγόρευση νέων αδειών ανάπτυξης υπεράκτιων αιολικών, καθώς την απόσυρση των κινήτρων στροφής στην ηλεκτροκίνηση.
Σημείωσε πως τα διατάγματα θα συμβάλουν στη μείωση των ενεργειακών τιμών για τους καταναλωτές καθώς και στην ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, επεκτείνοντας την εγχώρια προμήθεια και επίσης ενισχύοντας τους συμμάχους της Αμερικής. «Θα μειώσουμε τις τιμές, θα αναπληρώσουμε ξανά πλήρως τα στρατηγικά μας αποθέματα και θα εξάγουμε αμερικανική ενέργεια σε όλο τον κόσμο», τόνισε.
Μειώνονται οι «πράσινες» συμμαχίες
Αξίζει να σημειωθεί πως, ήδη ενόψει της ανάρρησης Τραμπ στην αμερικανική ηγεσία, οι εξαγγελίες του για το τέλος της «πράσινης» ατζέντας στις ΗΠΑ είχαν ήδη δυσχεράνει τη διεθνή διπλωματία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Στελέχη που συμμετείχαν στην πρόσφατη COP στο Αζερμπαϊτζάν αναφέρουν στο Politico ότι η επιστροφή Τραμπ (ο οποίος είχε επανεκλεγεί δύο εβδομάδες νωρίτερα) ενίσχυσε τις χώρες που τάσσονται υπέρ των ορυκτών καυσίμων (όπως η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και η Κίνα), υπονόμευσε όπως είναι φυσικό την εμπιστοσύνη στις δεσμεύσεις των ΗΠΑ και απέτρεψε μία καλύτερη συμφωνία για τις χώρες που είναι ευάλωτες στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Βορειοευρωπαίος διπλωμάτης σημειώνει ενδεικτικά στο Politico πως γίνεται ολοένα πιο δύσκολη η λήψη κοινών δεσμεύσεων για το κλίμα. Μάλιστα, όπως συμπληρώνει, οι χώρες που εναντιώνονται πληθαίνουν και προστίθενται στα κράτη που παραδοσιακά αισθάνονταν να πλήττονται από τις κλιματικές πολιτικές και δεν ενδιαφέρονταν να έχουν έξωθεν καλή μαρτυρία στο «μέτωπο» συγκράτησης της κλιματικής κρίσης.
Σε κλοιό πιέσεων η Ευρώπη
Όσο η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής χάνει συμμάχους παγκοσμίως -με τελευταίο και βαρύγδουπο παράδειγμα τις ΗΠΑ- τόσο περισσότερο εντείνονται οι πιέσεις που δέχεται η Ε.Ε. και οι εθνικές κυβερνήσεις των κρατών-μελών για την αποτελεσματικότητα της «πράσινης» ατζέντας. Είναι ενδεικτικό ότι οι ρύποι της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιστοιχούσαν το 2023 στο 6% των παγκόσμιων εκπομπών, επομένως το αυτονόητο ερώτημα είναι τι θα σήμαινε για τον πλανήτη η περαιτέρω μείωσή τους, με την επιτάχυνση απανθρακοποίησης της οικονομίας της Γηραιάς Ηπείρου.
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο ίδιος διπλωμάτης στο Politico, η απόσυρση των ΗΠΑ εντείνει την ήδη αυξανόμενη απροθυμία σε κυβερνήσεις που εντάσσονταν παραδοσιακά στην εμπροσθοφυλακή για το κλίμα, να περιορίσουν τη χρήση ορυκτών καυσίμων και τα κέρδη των εταιρειών και των χωρών που τα παράγουν. Την ίδια στιγμή, οι δεσμεύσεις για το κλίμα ατονούν από ορισμένες δυτικές κυβερνήσεις που υιοθέτησαν «πράσινες» πολιτικές, για να δουν στην πορεία τους ψηφοφόρους τους να στρέφονται προς αντισυστηματικά πολιτικά μορφώματα, στα δεξιά του πολιτικού «χάρτη».
Σύμφωνα με τον Τζορτζ Ντέιβιντ Μπανκς, ο οποίος ηγήθηκε της διεθνούς διπλωματίας για το κλίμα κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, η Ευρώπη βρίσκεται παγκοσμίως στην πρωτοπορία των προσπαθειών ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, «και η Ευρώπη έχει όρια στο πόσο παραπάνω μπορεί να προωθήσει τις κλιματικές πολιτικές — νομίζω ότι αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε αυτά τα όρια», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Μεγαλύτερη ευελιξία
Σε επίσημο επίπεδο, οι έως τώρα αντιδράσεις από τα συστημικά ευρωπαϊκά κόμματα εστιάζονται στην ανάγκη για περισσότερη ευελιξία στην επίτευξη των κλιματικών στόχων, καθώς και για μεγαλύτερη ισορροπία ανάμεσα στην προάσπιση του ανταγωνισμού και την υλοποίηση της «πράσινης» ατζέντας.
Ενδεικτική είναι η κοινή δήλωση των ηγετών των Ευρωπαϊκών Λαϊκών Κομμάτων, μετά τι διήμερη σύνοδό τους στο Βερολίνο στις 17-18 Ιανουαρίου, όπου αναφέρουν ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί πως η επίτευξη των κλιματικών στόχων δεν οδηγεί στην αποβιομηχάνιση, προσθέτοντας ότι αυτή τη στιγμή οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις πληρώνουν 2-3 φορές υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας από τις αμερικανικές και 4-5 φορές υψηλότερες τιμές αερίου.
Στη δήλωση αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι κάθε κράτος-μέλος θα πρέπει να αποφασίσει το ίδιο πώς θα επιτύχει τους εθνικούς κλιματικούς στόχους, χωρίς να είναι απαραίτητος για αυτό τον σκοπό ένας διακριτός στόχος για το μερίδιο των ΑΠΕ. Παράλληλα, επισημαίνεται πως το Χρηματιστήριο Ρύπων αποτελεί ένα ήδη αποτελεσματικό εργαλείο, το οποίο δεν χρειάζεται επιπλέον υπερρύθμιση, όπως με την υποχρέωση των ιδιοκτητών κατοικιών για ενεργειακή αναβάθμισή τους.
Σχέδιο Δράσης για την Προσιτή Ενέργεια
Οι παραπάνω θέσεις κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος της πρόσφατης επιστολής του Έλληνα Πρωθυπουργού στην Πρόεδρο της Κομισιόν, με θέμα τις υψηλές ενεργειακές τιμές, όπου ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να περιοριστεί το κόστος που προκύπτει από την υπερρύθμιση των εκπομπών ρύπων, περνώντας από μια υπερβολικά κανονιστική προσέγγιση σε κάτι πολύ πιο απλό. «Ας συμφωνήσουμε σε έναν κεντρικό αριθμό για τη μείωση των εκπομπών και στη συνέχεια ας αφήσουμε τα κράτη μέλη να επιλέξουν τη δική τους πορεία», σημειώνεται στην επιστολή.
Ο Πρωθυπουργός επισήμανε επίσης την ανάγκη για ακόμη εμβάθυνση της ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης, όπως για παράδειγμα για την επαναχάραξη του σχεδιασμού ανάπτυξης των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας. «Σήμερα, βασιζόμαστε υπερβολικά στα συμφέροντα κάθε χώρας και στις προτεραιότητες των διαχειριστών δικτύων. Αντίθετα, πρέπει να σκεφτούμε με ευρωπαϊκούς όρους», αναφέρει ενδεικτικά.
«Ήρθε η ώρα να ολοκληρωθεί η Ενεργειακή Ένωση , ώστε η καθαρή ενέργεια να κυκλοφορεί ελεύθερα σε όλη την ήπειρό μας», σημείωσε η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν από το Νταβός, στην πρώτη ομιλία της μετά την ορκωμοσία Τραμπ, όπου μεταξύ άλλων υπεραμύνθηκε της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα.
«Η ανταγωνιστικότητά μας εξαρτάται από την επαναφορά των ενεργειακών τιμών σε χαμηλά και σταθερά επίπεδα», πρόσθεσε, παραπέμποντας στην ανακοίνωση τον Φεβρουάριο του Σχεδίου Δράσης για την Προσιτή Ενέργεια, το οποίο μαζί με την Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία θα «απαντά» στα θέματα ενεργειακού κόστους.