Η αγορά πράσινων τροφίμων αναμένεται να γνωρίσει σημαντική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια λαμβάνοντας ώθηση από τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν πλέον οι πιο υγιεινές επιλογές, οι τάσεις βιωσιμότητας και οι τεχνολογικές εξελίξεις.
Οι καταναλωτές θα δίνουν όλο και μεγαλύτερη προτεραιότητα σε βιολογικές, φυτικές και φιλικές προς το περιβάλλον επιλογές, ενώ η επέκταση του ηλεκτρονικού εμπορίου και η ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων θα βελτιώσουν περαιτέρω την προσβασιμότητα και την ποικιλία, διαμορφώνοντας ένα πιο βιώσιμο τοπίο τροφίμων.
Σύμφωνα με την Dimension Market Research, το μέγεθος της αγοράς «πράσινων τροφίμων» αναμένεται να φτάσει τα 558,1 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2024 και κατόπιν τα 1,164 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2033 καταγράφοντας σύνθετο ρυθμό ανάπτυξης 8,5% από το 2024 έως το 2033.
Τα πράσινα τρόφιμα άρχισαν να χρησιμοποιούνται ευρέως σε όλο τον κόσμο από τη δεκαετία του 1990. Πλέον, υπάρχει μεγάλη ζήτηση για προϊόντα φυτικής προέλευσης, όπως το κρέας και τα υποκατάστατα γαλακτοκομικών, καθώς οι καταναλωτές αναζητούν πιο υγιεινές και πιο βιώσιμες διατροφικές επιλογές.
Στο επίκεντρο φυσικά μπαίνει και η διαφάνεια (και ό,τι μπορεί να οδηγήσει σε αποτροπή του greenwashing). Οι καταναλωτές προτιμούν προϊόντα με σαφείς, διαφανείς λίστες συστατικών, κάτι που ωθεί τις επιχειρήσεις παραγωγής τροφίμων να υιοθετήσουν καλύτερες πρακτικές σήμανσης.
Ομοίως, η μετάβαση προς τις φιλικές προς το περιβάλλον λύσεις συσκευασίας κερδίζει δυναμική, με τις επωνυμίες να αναζητούν βιοαποδομήσιμα, ανακυκλώσιμα ή επαναχρησιμοποιήσιμα υλικά για να ελαχιστοποιήσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Στο ίδιο πλαίσιο, η ανάπτυξη προϊόντων λειτουργικών τροφίμων που έχουν οφέλη για την υγεία όπως προβιοτικά, βιταμίνες ή υπερτροφές αντανακλά το ενδιαφέρον των καταναλωτών για τρόφιμα που υποστηρίζουν τη συνολική ευεξία και συγκεκριμένους στόχους υγείας.
Μια ανταγωνιστική αγορά
Η αγορά «πράσινων» τροφίμων περιλαμβάνει ένα μείγμα από καθιερωμένες μάρκες και αναδυόμενους παίκτες που δραστηριοποιούνται σε έναν ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα. Οι εταιρείες αναζητούν την καινοτομία και τη βιωσιμότητα για να διαφοροποιήσουν τα προϊόντα τους, χρησιμοποιώντας τα υπάρχοντα δίκτυα διανομής για να προσφέρουν μια σειρά από βιολογικά, φυσικά και φυτικά τρόφιμα.
Οι νεοεισερχόμενοι στοχεύουν σε εξειδικευμένες αγορές με μοναδικές προτάσεις αξίας, ενώ οι αποτελεσματικές στρατηγικές τιμολόγησης και το μάρκετινγκ που επικεντρώνονται στα οφέλη για την υγεία και τη διαφάνεια είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία σε αυτό το ανταγωνιστικό τοπίο.
Μερικοί από τους σημαντικότερους παίκτες στην αγορά περιλαμβάνουν τις Danone, Organic Valley, Whole Food Market Inc, Nature’s Path Food, General Mills Inc, Eden Food και άλλα.
Στην πρώτη γραμμή τα σούπερ μάρκετ
Ο τομέας των σουπερμάρκετ και των υπεραγορών αναμένεται να κυριαρχήσει στην αγορά των πράσινων τροφίμων το 2024, παρέχοντας μια ποικιλία από οικολογικά προϊόντα, όπως φυσικά, βιολογικά και βιώσιμα προϊόντα. Πολλά καταστήματα αναπτύσσουν ειδικά τμήματα για πράσινα τρόφιμα, απλοποιώντας την εμπειρία αγορών για τους καταναλωτές με επίκεντρο την υγεία και τις περιβαλλοντικές αξίες.
Επιπλέον, η λιανική πώληση στο διαδίκτυο προβλέπεται να αναπτυχθεί ταχύτερα. Οι μάρκες πράσινων τροφίμων χρησιμοποιούν ψηφιακές πλατφόρμες για να επεκτείνουν την εμβέλειά τους, να προωθήσουν τη διαφάνεια και να προσφέρουν συνδρομητικές υπηρεσίες, προωθώντας περαιτέρω την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Οι παράγοντες που καθοδηγούν την αγορά είναι η μεγάλη ευαισθητοποίηση σχετικά με τα οφέλη για την υγεία που συνδέονται με τις βιολογικές και φυτικές δίαιτες οδηγεί στη ζήτηση των καταναλωτών για πιο υγιεινές επιλογές τροφίμων. Οι περιβαλλοντικές ανησυχίες ενθαρρύνουν τους καταναλωτές να επιλέγουν προϊόντα διατροφής φιλικά προς το περιβάλλον ενώ η ανάπτυξη των διαδικτυακών αγορών επιτρέπει στις επωνυμίες να προσεγγίσουν ευρύτερο κοινό και παρέχει στους καταναλωτές εύκολη πρόσβαση σε μια ποικιλία πράσινων προϊόντων διατροφής.
Φυσικά, η παγκόσμια αγορά πράσινων τροφίμων βρίσκεται αντιμέτωπη και με σημαντικές προκλήσεις όπως είναι το υψηλότερο κόστος παραγωγής, το greenwashing και η περιορισμένη διάρκεια ζωής κάποιων προϊόντων. Συγκεκριμένα, το κόστος που συνδέεται με τη βιολογική γεωργία και τις βιώσιμες μεθόδους παραγωγής μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές για τα πράσινα προϊόντα διατροφής, περιορίζοντας την προσβασιμότητα για ορισμένους καταναλωτές.
Ακόμη, οι παραλλαγές στην επισήμανση και τα πρότυπα πιστοποίησης μπορεί να δημιουργήσουν σύγχυση μεταξύ των καταναλωτών, καθιστώντας δύσκολο για αυτούς να αναγνωρίσουν πραγματικά φιλικά προς το περιβάλλον προϊόντα. Ομοίως, πολλά βιολογικά και φυσικά προϊόντα έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής σε σύγκριση με τα συμβατικά τρόφιμα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη σπατάλη και απώλεια για τους λιανοπωλητές.
Σε ποιες περιοχές αναπτύσσεται ταχύτερα η αγορά των πράσινων τροφίμων
Η Βόρεια Αμερική αναμένεται να κυριαρχήσει στην παγκόσμια αγορά πράσινων τροφίμων, η οποία αντιπροσώπευε το 38,1% των εσόδων της αγοράς το 2024, γεγονός που οφείλεται στην υψηλότερη προτίμηση των καταναλωτών για βιώσιμα, βιολογικά, φυτικής προέλευσης και τοπικά προϊόντα.
Οι υποστηρικτικοί κανονισμοί και οι πιστοποιήσεις βελτιώνουν περαιτέρω την επέκταση της αγοράς. Επιπλέον, η περιοχή Ασίας - Ειρηνικού αναμένεται να αναπτυχθεί ταχύτερα, με χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα να χρησιμοποιούν φυτικές δίαιτες λόγω της προόδου στους τομείς της φαρμακευτικής και της βιοτεχνολογίας, προωθώντας την οικολογική κατανάλωση και βιώσιμες πρακτικές.
Στην Ευρώπη, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ρωσία, η Ισπανία και οι Κάτω χώρες δείχνουν να ηγούνται της προσπάθειας για την ανάπτυξη της αγοράς πράσινων τροφίμων.