Σε ένα «κεραυνοβόλο» χτύπημα για την παγκόσμια οικονομία, οι ανταποδοτικοί δασμοί του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ τέθηκαν από σήμερα σε ισχύ, συμπεριλαμβανομένων και των δασμών 104% στην Κίνα. Πρόκειται για μία εξέλιξη που επανασχεδιάζει τους κανόνες του παγκόσμιου εμπορίου, βάζοντας τις ΗΠΑ και την Κίνα σε μία «τινάνεια» σύγκρουση, με απρόβλεπτο φινάλε και απρόσμενες συνέπειες.
Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη αναμετρούν τις αντοχές τους, σε μία «μάχη» για το ποιος θα αντέξει το μεγαλύτερο πόνο. Ο Ντόναλντ Τραμπ, σε ένα μήνυμα πολλαπλών συμβολισμών, είπε ότι το Πεκίνο θα ήθελε να προσεγγίσει τις ΗΠΑ, αλλά δεν ξέρει πως να το κάνει, ενώ η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, υπογράμμισε ότι εάν η Κίνα έκανε κίνηση προς την Ουάσιγκτον ο Τραμπ θα ήταν εξαιρετικά ευγενικός.
Η πραγματικότητα πάντως μέχρι στιγμής είναι ότι ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δεν έχει κάνει καμία τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τραμπ, οπότε δεν αναμένεται κάποια εκτόνωση στο άμεσο μέλλον. Το μήνυμα του Πεκίνου είναι «μάχη μέχρι εσχάτων» και ότι δεν δέχεται απειλές και εκβιασμούς από τις ΗΠΑ.
Η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή προμηθειών για τις ΗΠΑ, έχοντας εισάγει πέρυσι αγαθά αξίας 439 δισ. δολαρίων πέρυσι, ενώ εξήγαγε προς την Κίνα αγαθά αξίας μόλις 143 δισ. δολαρίων. Ως εκ τούτου, το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας με τις ΗΠΑ έφθασε πέρυσι τα 300 δισ. δολάρια.
Μεγαλώνει το ρήγμα
Οι ανταποδοτικοί δασμοί που τέθηκαν σε ισχύ από σήμερα το πρωί στις 7 ώρα, συμπεριλαμβανομένου του δασμού 104% στην Κίνα είναι οι υψηλότεροι σε διάστημα μεγαλύτερο του ενός αιώνα, ανοίγοντας τις «πύλες της κόλασης», σε περίπτωση που και άλλες χώρες προχωρήσουν σε αντίποινα στις εισαγωγές αμερικανικών αγαθών.
Η μετωπική αυτή σύγκρουση λαμβάνει χώρα μετά από χρόνιες προσπάθειες των ΗΠΑ να τερματίσουν τις εμπορικές καταχρήσεις από την Κίνα. Επίσης, έρχεται μετά από μία δεκαετία σταδιακής επιδείνωσης των διμερών σχέσεων μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων.
Αναφανδόν πρόκειται για μία στιγμή ορόσημο που θα στιγματίσει τις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών τον 21ο αιώνα, καθώς η διελκυστίνδα αντιποίνων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μία άνευ προηγουμένου κλιμάκωση που εν τέλει δεν θα ωφελήσει καμία πλευρά και θα επιδεινώσει και τις ευρύτερες εμπορικές σχέσεις.
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να διαχειριστούν την εμφάνιση της Κίνας για περισσότερα από 50 χρόνια - από την πρωτοποριακή επίσκεψη του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον στον πρόεδρο Μάο Τσε Τουνγκ σε μία προσπάθεια να «ανοίξει» ένα απομονωμένο και φτωχό έθνος. Επίσης, έχει περάσει σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα από ένα ακόμη ορόσημο: όταν οι ΗΠΑ εισήγαγαν την Κίνα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) με την ελπίδα να προωθήσουν τη δημοκρατική αλλαγή και να την κλειδώσουν σε ένα οικονομικό σύστημα βασισμένο σε κανόνες, με δυτικό προσανατολισμό.
Η τελική αποτυχία αυτών των καλοπροαίρετων προσπαθειών φαίνεται να κορυφώνεται στη δεύτερη θητεία του Τραμπ. Ο πρόεδρος ανήλθε στην εξουσία με ένα λαϊκιστικό κύμα που ήταν εν μέρει μια αντίδραση στην παγκοσμιοποίηση που εξήγαγε βιομηχανικές θέσεις εργασίας από τις ΗΠΑ στην Κίνα, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στην αμερικανική μεταποίηση.
Η Κίνα δείχνει να πιστεύει πως μπορεί να ξεπεράσει τον Τραμπ στη σύγκρουσή τους, για την οποία προετοιμάζεται εδώ και χρόνια. Και δεν είναι σαφές ότι ο Τραμπ και οι ανώτατοι αξιωματούχοι του είναι πλήρως προετοιμασμένοι για το βαθμό ή την έκταση της ανθεκτικότητας της Κίνας ή τον πόνο που μπορεί να προκαλέσει στους Αμερικανούς καταναλωτές.
Κορυφώνονται οι εντάσεις
Αν ο πρόεδρος των ΗΠΑ υπέθεσε ότι αυτό που σχεδόν καθημερινά χαιρετίζει ως «μεγάλη σχέση» με τον Σι θα οδηγούσε σε μια γρήγορη κινεζική οπισθοχώρηση, κάνει λάθος. Η προοπτική μιας εμπορικής συμφωνίας με το Πεκίνο παρόμοια με αυτή της πρώτης θητείας Τραμπ, η οποία σε μεγάλο βαθμό κατέρρευσε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, φαίνεται αυτή τη στιγμή μακρινή.
Οι ισχυρισμοί του Τραμπ ότι οι ΗΠΑ έχουν «βιαστεί» και «λεηλατηθεί» από εμπορικούς εταίρους είναι υπερβολικοί. Ωστόσο, τα παράπονά του για τη συμπεριφορά του Πεκίνου τα έχουν συμμεριστεί και άλλοι Αμερικανοί πρόεδροι. Οι εντάσεις συχνά φουντώνουν λόγω του ντάμπινγκ εισαγωγών, της περιορισμένης πρόσβασης των αμερικανικών επιχειρήσεων στην κινεζική αγορά, της κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας, της χειραγώγησης νομισμάτων και της βιομηχανικής κατασκοπείας. Οι προηγούμενοι Αμερικανοί πρόεδροι επιδίωξαν στοχευμένα μέτρα επιβολής και άλλες κυρώσεις για να προσπαθήσουν να αναδιαμορφώσουν τη συμπεριφορά της Κίνας. Χρόνια σκληρότητας στη σχέση έχουν τροφοδοτήσει το κοινό δικομματικό δόγμα στην Ουάσιγκτον ότι το Πεκίνο είναι η βασική στρατιωτική και οικονομική απειλή για την ισχύ των ΗΠΑ.
Αλλά η επιθετικότητα του Τραμπ είναι απαράμιλλη. Πιστεύει ότι έχει μια μοναδική και ίσως τελευταία ευκαιρία να μεταμορφώσει τη δυναμική των ΗΠΑ με αυτό που το γραφείο του Εμπορικού Εκπροσώπου των ΗΠΑ περιγράφει ως τη μεγαλύτερη εμπορική χώρα στον κόσμο. «Έχουμε μια ευκαιρία σε αυτό», είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους στο Οβάλ Γραφείο τη Δευτέρα.
Όμως, η μέθοδός του στερείται ξεκάθαρης στρατηγικής, σύμφωνα με το CNN.
Για παράδειγμα, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς χλεύασε την Κίνα την προηγούμενη εβδομάδα, επικρίνοντας την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ. «Δανειζόμαστε χρήματα από Κινέζους αγρότες για να αγοράσουμε τα πράγματα που κατασκευάζουν αυτοί οι Κινέζοι αγρότες. Αυτή δεν είναι συνταγή οικονομικής ευημερίας. Δεν είναι συνταγή για χαμηλές τιμές και δεν είναι συνταγή για καλές δουλειές στις ΗΠΑ», είπε ο Βανς στο «Fox & Friends».
Οι περιφρονητικές δηλώσεις του αντιπροέδρου αγνόησαν τον μετασχηματισμό στην οικονομία της Κίνας. Είναι πλέον παγκόσμιος ηγέτης στην καινοτομία στην τεχνητή νοημοσύνη, τα ηλεκτρικά οχήματα, την παραγωγή ενέργειας και σε πολλούς άλλους τομείς. Το Πεκίνο καταδίκασε τα λόγια του Βανς ως «ασεβή.
Τα επιχειρήματα του Πεκίνου
Υπάρχουν μεγάλοι πολιτικοί, παγκόσμιοι, οικονομικοί λόγοι για τους οποίους ο Σι δεν μπορεί να κάνει πίσω. Η επίδειξη αδυναμίας στις ΗΠΑ θα υπονόμευε την ισχύ της ίδιας της Κίνας όχι μόνο εντός της ίδιας της χώρας αλλά και σε ολόκληρη την Ασία.
Στο μεταξύ, η ρητορική της Κίνας ενισχύεται με υποθέσεις ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να καταστρέψουν την οικονομία και το πολιτικό τους σύστημα. Για παράδειγμα, ο Λιου Πένγκουι, εκπρόσωπος της πρεσβείας της Κίνας στην Ουάσιγκτον, καταδίκασε τους δασμούς των ΗΠΑ, χαρακτηρίζοντάς τους καταχρηστικούς που παραβιάζουν τα νόμιμα δικαιώματα της Κίνας.
Την ίδια στιγμή, τα επίσημα μέσα ενημέρωσης της Κίνας προσπαθούν να περάσουν την αντίληψη ότι η Αμερική είναι μια αυτοκρατορία σε παρακμή. Η επίδειξη δύναμης του Τραμπ και το πολιτικό χάος που υποκινεί θεωρούνται συμπτώματα αδυναμίας.
Οι ιστορίες και οι επιθέσεις του Τραμπ κατά των συμμάχων των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της Νοτιοανατολικής Ασίας, επαυξάνουν επίσης το επιχείρημα της Κίνας ότι οι ΗΠΑ δεν είναι αξιόπιστος εταίρος και ότι το στίγμα του καπιταλισμού της Κίνας σε συνδυασμό με τον πολιτικό έλεγχο είναι καλύτερο μοντέλο.
Η εμπιστοσύνη της Κίνας ενόψει αυτού που θα μπορούσε να είναι μια παρατεταμένη εμπορική μάχη με τις ΗΠΑ έχει επίσης τις ρίζες της στον επαναπροσανατολισμό και τον εκσυγχρονισμό της κινεζικής οικονομίας από τον Σι Τζινπίνγκ.
«Νομίζω ότι αν είσαι ο Σι Τζινπίνγκ αυτή τη στιγμή, σκέφτεσαι: «Στην τεχνολογική ανθεκτικότητα και την αυτοδυναμία τα πάμε καλά, οι δασμοί μπορεί να μην μας επηρεάσουν αμέσως», δήλωσε στο CNN η Λίλι Μακέλβι, βοηθός συνεργάτης στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών.
Επιπλέον, ο Σι, σε αντίθεση με τον Τραμπ, δεν ανησυχεί για τον αντίκτυπο ενός εμπορικού πολέμου στις επικείμενες εκλογές - όπως οι ενδιάμεσες εκλογές του Κογκρέσου του επόμενου έτους, τις οποίες εάν χάσει ο Τραμπ θα δυσκολευθεί να επιβάλει την εμπορική ατζέντα του. Και ενώ η κοινή γνώμη εξακολουθεί να είναι σημαντική στην Κίνα, ο Σι μπορεί να πιστεύει ότι μπορεί να αντέξει οικονομικά και να μην προκαλέσει περισσότερο πόνο στους Κινέζους από ό,τι ο Τραμπ στους Αμερικανούς.
Μέτρα από το Πεκίνο
Εάν ληφθούν υπόψη και οι δασμοί της κυβέρνησης Μπάιντεν στην Κίνα από την πρώτη θητεία Τραμπ, η Κίνα αντιμετωπίζει τώρα έναν πραγματικό μέσο δασμολογικό συντελεστή της τάξης του 125%.
Το Πεκίνο ωστόσο μπορεί να επιβάλει και άλλες κυρώσεις στις ΗΠΑ, όπως η διακοπή των αδειών εξαγωγής για ορυκτά σπάνιων γαιών που είναι ζωτικής σημασίας για την αμερικανική βιομηχανία τεχνολογίας - ένας ακόμη λόγος για τον οποίο ο Τραμπ μπορεί να είχε τόση εμμονή στην εύρεση εναλλακτικών πηγών προμήθειας σε μέρη όπως η Ουκρανία και η Γροιλανδία.
Αφού είδαν τον σοβαρό πληθωριστικό αντίκτυπο στις ΗΠΑ από την κρίση της εφοδιαστικής αλυσίδας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι Κινέζοι ηγέτες θα μπορούσαν να επιβάλουν νέους περιορισμούς στη ροή αγαθών προς τις ΗΠΑ. Οι αμερικανικές δικηγορικές και εμπορικές εταιρείες ενδέχεται να περιοριστούν να λειτουργούν στην Κίνα. Και το Πεκίνο θα μπορούσε να ταρακουνήσει την αμερικανική αγορά αγροτικών αγαθών περιορίζοντας την εισαγωγή κόκκων σόγιας. Κάθε ένα από αυτά τα βήματα θα έπληττε τους Κινέζους καθώς και τους Αμερικανούς και ταυτόχρονα θα έδειχναν τη δύναμη των αντιποίνων του Σι Τζινπίνγκ.
Οι μικρές επιχειρήσεις είναι επίσης ευάλωτες. Ενώ κολοσσοί, όπως η Apple μπορούν να αναζητήσουν εναλλακτικές βάσεις παραγωγής, σε άλλες χώρες, όπως στην Ινδία, οι αμερικανικές εταιρείες που βασίζονται σε προϊόντα και εξαρτήματα από την Κίνα θα μείνουν εξαιρετικά εκτεθειμένες.
«Αν είστε μικρή επιχείρηση, ιδιαίτερα από την πλευρά των εισαγωγών ή από την πλευρά των εισροών, θα υπάρξει πόνος», είπε στο CNN ο Άλεξ Ζακέζ, πρώην ειδικός βοηθός Οικονομικής Ανάπτυξης και Βιομηχανικής Στρατηγικής του πρώην Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν. «Θα ακολουθήσουν ευρύτερες οικονομικές συνέπειες, όπως επιβράδυνση του ΑΕΠ που θα επιβαρύνει την αγορά εργασίας και ανοδική πίεση του πληθωρισμού. Μία από τις ανησυχίες εδώ είναι ότι δεν υπάρχει ορθολογική σκέψη ή κατεύθυνση στη στρατηγική», εξήγησε.