Έχοντας προεξοφλήσει τη μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης στη σημερινή συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι αγορές και όχι μόνο έχουν στραμμένο το βλέμμα τους σε αυτά που θα πει η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ, σε ένα οικονομικό, χρηματοοικονομικό και γεωπολιτικό τοπίο πολύ διαφορετικό από αυτό του Μαρτίου.
Η συνέντευξη της Κριστίν Λαγκάρντ προσελκύει μεγάλο ενδιαφέρον προκειμένου να διαπιστωθούν οι προθέσεις και οι επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ, καθώς είναι πλέον θέμα χρόνου να γίνει αισθητός ο αντίκτυπος από τις δασμολογικές πολιτικές Τραμπ στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Οι δασμοί που επέβαλαν οι ΗΠΑ στην ΕΕ και σε πολλές άλλες χώρες έχουν επαναφέρει ανησυχίες για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Επιπλέον, το άλμα του ευρώ σε συνδυασμό με την πτώση των τιμών της ενέργειας αποκλιμακώνουν τις πληθωριστικές πιέσεις, λειτουργώντας ως ανάχωμα στις αυξήσεις των τιμών ως απόρροια των δασμών. Και όλα αυτά, την ώρα που μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, η ΕΚΤ έδειχνε διστακτική ανάμεσα σε μια παύση ή μια νέα μείωση των επιτοκίων της, σύμφωνα με αναλυτές της ING.
Οι επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ
Ενώ η νέα μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης από την ΕΚΤ είναι πλήρως προεξοφλημένη, υπήρξαν και κάποιοι κεντρικοί τραπεζίτες που «έκλεισαν το μάτι» και σε μεγαλύτερη μείωση των 50 μονάδων βάσης, σύμφωνα με πληροφορίες. Εν συνεχεία, θα υπάρξουν συνεχείς επιτοκιακές μειώσεις έως τον Ιούλιο, σύμφωνα με τις πληροφορίες, έτσι ώστε η ΕΚΤ να πιάσει το βασικό στόχο του 2% για το επιτόκιο καταθέσεων.
Στην περίπτωση που οι τότε συνθήκες εξακολουθήσουν να είναι αντίστοιχες με τις σημερινές - πέραν των δασμών, σφιχτές χρηματοπιστωτικές συνθήκες, δημιουργία πολεμικής οικονομίας και έκρυθμο γεωπολιτικό περιβάλλον μαζί με τις τάσεις που προυπήρχαν, όπως το δημογραφικό με τη γήρανση του πληθυσμού, τότε είναι πιθανόν η ΕΚΤ να μειώσει το βασικό επιτόκιο καταθέσεων ακόμη και στο 1,5%.
Όπως εξήγησαν οι πηγές, ο καθοριστικός παράγοντας για τις περαιτέρω κινήσεις της κεντρικής τράπεζας για να φθάσει το 1,5% είναι η διαμόρφωση των οικονομικών, χρηματοοικονομικών, εμπορικών και γεωπολιτικών συνθηκών καθώς και ο τρόπος που επιδρούν στην οικονομία της Ευρωζώνης. Εάν παραμένουν οι πιέσεις, τότε η ΕΚΤ θα κάνει επιπλέον κινήσεις για να στηρίξει την οικονομία και να ενισχύσει τη ρευστότητα.
Το ισχυρό ευρώ
Ήδη, ο αντίκτυπος στις χρηματοπιστωτικές αγορές είναι δραματικός. Το πιο σημαντικό είναι ότι το ευρώ έχει εκτιναχθεί σε υψηλό τριών ετών με άνοδο περίπου 10% από τις αρχές του έτους, που σημαίνει ότι οι εισαγωγές στην Ευρωζώνη θα καταστούν λιγότερο δαπανηρές και θα συμπιέσουν τις τιμές, ενώ και το ενεργειακό κόστος έχει επίσης μειωθεί. Υπενθυμίζεται ότι μετά την ορκωμοσία Τραμπ, το ευρωπαϊκό ενιαίο νόμισμα δέχτηκε ισχυρή πίεση με το ένα ευρώ να κοστίζει γύρω στο 1,04 δολάρια έναντι του δολαρίου και οικονομολόγοι να κρούουν τότε τον κώδωνα του κινδύνου ότι το ενιαίο νόμισμα θα άξιζε, για πρώτη φορά μετά από 10 χρόνια, όσο ένα δολάριο.
«Η ΕΚΤ βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν κόσμο που διαφέρει σημαντικά από την τελευταία φορά που συνεδρίασε, καθώς οι αμερικανικοί δασμοί γίνονται πραγματικότητα, και η νομισματική πολιτική για τη ζώνη του ευρώ θα πρέπει να προσαρμοστεί. Αναμένουμε ότι το δ.σ. θα μειώσει εκ νέου τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης στη σημερινή συνεδρίασή και να συνεχίσει την χαλάρωση μέσα στο έτος», δήλωσε στο Reuters o Ντέιβιντ Πάουελ, επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωζώνης.
Συν τοις άλλοις, η ΕΕ απέφυγε να προχωρήσει σε αντίποινα στις ΗΠΑ, τα οποία θα μπορούσαν να αναζωπυρώσουν τον πληθωρισμό. Για την οικονομολόγο της Bank of America Evelyn Herrmann, η εξέλιξη ανοίγει την πόρτα για περισσότερες μειώσεις επιτοκίων ακόμη και μετά από αυτή την εβδομάδα.
«Αν οι τιμές της ενέργειας και οι συναλλαγματικές ισοτιμίες δεν αλλάξουν σημαντικά, θα είναι πολύ δύσκολο για την ΕΚΤ να μην αναθεωρήσει πτωτικά την πρόβλεψή της για τον πληθωρισμό τον Ιούνιο. Σε αυτή την περίπτωση, θα είναι δύσκολο να μην μειωθούν περαιτέρω τα επιτόκια της ΕΚΤ», αναφέρει στο Reuters η οικονομολόγος της Bank of America, Έβελιν Χέρμαν.
Άλλη μία κίνηση κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούνιο θα διαμόρφωνε το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 2% από 2,5% που είναι τώρα, στο επίπεδο δηλαδή που υπολογίζεται το ουδέτερο επιτόκιο, το οποίο εκτιμάται ότι ούτε περιορίζει ούτε τονώνει την ανάπτυξη. Η μείωση κάτω από αυτό το επίπεδο θα ήταν αναγκαία σε περίπτωση αυξημένης ανησυχίας για την οικονομία, η οποία προς το παρόν δεν δείχνει ορατή μετά την υπόσχεση για πολύ μεγαλύτερες δημοσιονομικές δαπάνες στη Γερμανία.
Η ταχύτερη μείωση των επιτοκίων πιθανόν θα αποτελεί μία από τις λίγες θετικές συνέπειες από την επιθετική και αλλοπρόσαλλη δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ.
Αν πριν από τις ανακοινώσεις-σοκ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις 2 Απριλίου για τους «ανταποδοτικούς» δασμούς, η απόφαση για μία νέα μείωση επιτοκίων της τάξης των 25 μονάδων βάσης από την ΕΚΤ στη σημερινή συνεδρίαση της Μεγάλης Πέμπτης, δεν φαινόταν αρχικά καθόλου εύκολη υπόθεση, η ζυγαριά πλέον γέρνει προς αυτή την κατεύθυνση, σύμφωνα με τους αναλυτές και τις αγορές. Θα είναι η έβδομη μετά τον Ιούνιο του 2024, με το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ να μειώνεται στο 2,25%.
Η νέα τάξη πραγμάτων στο παγκόσμιο εμπόριο που προωθεί η Αμερική έχει μεταβάλει τις μακροοικονομικές προοπτικές, με βάση τις οποίες λαμβάνονται οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής, κυρίως οι προοπτικές για την ανάπτυξη. H EKT προέβλεπε στις αρχές του Μαρτίου, λαμβάνοντας υπόψη μόνο τον αντίκτυπο από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας, μία αναιμική ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρωζώνης, της τάξης του 0,9%.
Μετά την ανακοίνωση των ανταποδοτικών δασμών, ύψους 20% για τις περισσότερες εισαγωγές από χώρες της ΕΕ, οι προοπτικές για την ανάπτυξη επιδεινώθηκαν, παρά τη μείωσή τους στη συνέχεια στο 10% για ένα διάστημα 90 ημερών. Και αυτό, γιατί μπορεί ο σκοπός να είναι η επίτευξη μίας συμφωνίας μέσα από διαπραγματεύσεις των εμπορικών αξιωματούχων της ΕΕ με τους Αμερικανούς ομολόγους τους, αλλά το ποιο θα είναι το αποτέλεσμά τους δεν μπορεί να προεξοφληθεί.
Επιπλέον, η αβεβαιότητα για την εμπορική πολιτική κλονίζει το επιχειρηματικό κλίμα και οδηγεί σε αναστολή επενδύσεων, έως ότου ξεκαθαρίσει το τοπίο με τους δασμούς.
Κατά συνέπεια είναι παραπάνω από ορατός ο κίνδυνος επιδείνωσης των ήδη χαμηλών προοπτικών ανάκαμψης στην Ευρώπη. Σύμφωνα με αναλυτές, που ρωτήθηκαν από το Reuters, οι αρνητικές συνέπειες των δασμών θα είναι μεγαλύτερες από τις θετικές που θα έχει η στροφή της Γερμανίας στην αύξηση των δημόσιων δαπανών, με επενδύσεις 500 δισ. ευρώ για υποδομές σε βάθος 10ετίας και μεγάλη αύξηση των αμυντικών δαπανών της.
Η ταχύτερη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ θα δώσει, με τα δεδομένα αυτά, τη δυνατότητα ενός στηρίγματος στην ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς μάλιστα ο πληθωρισμός ήδη κινείται σύμφωνα με τους στόχους που είχαν τεθεί. Σύμφωνα με την Eurostat, Να σημειωθεί ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη μειώθηκε τον Mάρτιο στο 2,2% και κινείται τώρα κοντά στον στόχο του 2%, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Σημαντικό είναι ότι μειώθηκε και ο πληθωρισμός στον τομέα των υπηρεσιών.