Εφαλτήριο για τη στροφή ολοένα περισσότερων καταναλωτών σε σταθερά τιμολόγια ρεύματος αποτέλεσε το 2024, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr, πενταπλασιάστηκαν οι πελάτες σε «μπλε» προϊόντα, φτάνοντας τους 800.000 στο τέλος του έτους. Την ίδια στιγμή, μειώθηκε σταδιακά η καταναλωτική βάση των «πράσινων» τιμολογίων, με συνέπεια να τα εγκαταλείψουν μέσα στο προηγούμενο έτος περίπου 970.000 καταναλωτές.
Ωστόσο, τα «πράσινα» προϊόντα εξακολουθούν να παραμένουν κυρίαρχα στη λιανική αγορά, με το μερίδιό τους στο τέλος του 2024 να διαμορφώνεται περίπου στο 72% και να αριθμούν περίπου 4,3 εκατομμύρια. Όπως προαναφέρθηκε, από τις απώλειες των «πράσινων» τιμολογίων, μεγάλος ωφελημένος ήταν τα σταθερά τιμολόγια, τα οποία κέρδισαν περίπου 640.000 πελάτες. Παρ΄ όλα αυτά, μία σημαντική μερίδα -στα επίπεδα των 340.000 καταναλωτών- στράφηκαν στα «κίτρινα» τιμολόγια.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ανάλογες τάσεις επικρατούν στη λιανική αγορά και το 2025. Επομένως, και το τρέχον έτος συνεχίζεται η ενίσχυση της διείσδυσης των σταθερών τιμολογίων, «εις βάρος» των «πράσινων» προϊόντων.
Οι «σύμμαχοι» των σταθερών τιμών
Όπως έχει γράψει το insider.gr, βασικό κίνητρο για τη στροφή των καταναλωτών στα σταθερά προϊόντα αποτελούν τα σκαμπανεβάσματα των χρεώσεων των κυμαινόμενων τιμολογίων – τα οποία με τη σειρά τους οφείλονται στην υψηλή μεταβλητότητα των χονδρεμπορικών τιμών. Επομένως, μήνα με τον μήνα πληθαίνουν τα νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις που επιλέγουν ένα «μπλε» τιμολόγιο, ώστε να «κλειδώσουν» την τιμή με την οποία θα χρεώνονται για 12 μήνες για κάθε κιλοβατώρα που θα καταναλώσουν.
Σημαντικός επίσης «σύμμαχος» είναι οι ανταγωνιστικές τιμές που προσφέρουν αρκετοί προμηθευτές στα «μπλε» προϊόντα τους. Είναι ενδεικτικό ότι αυτή τη στιγμή κυκλοφορούν 10 προϊόντα με χρέωση κάτω από 12 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα, από τα οποία τέσσερα έχουν τιμή κάτω από 10 λεπτά. Επομένως, οι επιβαρύνσεις τους κινούνται σε τέτοια επίπεδα που, για μία μέση κατανάλωση, αντισταθμίζουν το γεγονός ότι έχουν υψηλότερο πάγιο από τα «πράσινα» προϊόντα.
Σύμφωνα μάλιστα με στελέχη της αγοράς, η στροφή στα «μπλε» τιμολόγια θα ήταν μεγαλύτερη αν η πολιτεία δεν είχε δημιουργήσει ένα άτυπο πλαφόν στα 15 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα για τις κυμαινόμενες τιμές, προχωρώντας σε επιδοτήσεις μέσα στο 2024 και το 2025, όποτε οι ανατιμήσεις στη χονδρεμπορική οδηγούσαν τις χρεώσεις των παρόχων σε υψηλότερα επίπεδα.
«Πράσινα» και «κίτρινα» τιμολόγια
Υπενθυμίζεται ότι ο Ιανουάριος του 2024 σηματοδότησε τη λήξη των έκτακτων μέτρων στη λιανική ρεύματος, με το ΥΠΕΝ να προχωρά στη θέσπιση των «πράσινων» τιμολογίων όπως και του χρωματικού κώδικα για τα προϊόντα προμήθειας ρεύματος. Παράλληλα, το υπουργείο προέβλεψε πως όσοι καταναλωτές δεν επέλεγαν σύμβαση προμήθειας, θα μετέπιπταν αυτόματα στο «πράσινο» προϊόν του παρόχου που τους παρείχε ρεύμα.
Η αυτόματη μετάπτωση είχε ως συνέπεια να βρεθεί στα ειδικά τιμολόγια η συντριπτική πλειονότητα των καταναλωτών στις αρχές του προηγούμενου έτους – με το μερίδιό τους να φτάνει το 89% και να αθροίζουν περίπου 5,3 εκατομμύρια πελάτες. Την ίδια περίοδο, τα μπλε τιμολόγια ήταν σχεδόν αμελητέα (περίπου 160.000 και κάτω από 3%). Παράλληλα, μία μερίδα καταναλωτών (περίπου 500.000) επέλεξαν να υπογράψουν σύμβαση σε κάποιο «κίτρινο» τιμολόγιο, με συνέπεια το συγκεκριμένο «χρώμα» να έχει τότε μερίδιο περίπου 8%.
Στους 12 μήνες που ακολούθησαν, εκτός από τα σταθερά προϊόντα, αρκετοί προμηθευτές χρησιμοποίησαν και τα «κίτρινα» τιμολόγιά τους για να προσελκύσουν νέους καταναλωτές ή να διατηρήσουν υφιστάμενους πελάτες τους. Κύριο «όχημα» ήταν τα ex-post «κίτρινα» τιμολόγια, τα οποία είναι πιο ανταγωνιστικά από τα «πράσινα», αφού η τιμή «κλειδώνει» εκ των υστέρων με συνέπεια να μην υπάρχει το ρίσκο της πρόβλεψης για τον προμηθευτή. Ως συνέπεια, το μερίδιο των «κίτρινων» προϊόντων είχε αυξηθεί περίπου στο 14% περίπου τον περασμένο Δεκέμβριο, αριθμώντας 840.000 πελάτες.
Οι εκτιμήσεις του ΥΠΕΝ
Η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου εκτιμά ότι τα «πράσινα» τιμολόγια έχουν εν πολλοίς ολοκληρώσει την αποστολή για την οποία θεσπίσθηκαν – και η οποία ήταν να γνωρίζουν οι καταναλωτές εκ των προτέρων με ποια τιμή θα χρεώνονται ανά μήνα. Πλέον, «βαραίνουν» τα μειονεκτήματα των συγκεκριμένων προϊόντων, δηλαδή το ότι είναι κυμαινόμενα και μάλιστα όχι τα πιο ανταγωνιστικά, λόγω του ρίσκου του προμηθευτή να προβλέπει εκ των προτέρων την τιμή κάθε μήνα.
Το υπουργείο θεωρεί ότι, για όσους καταναλωτές δεν θέλουν να παρακολουθούν τις χονδρεμπορικές τιμές, η καλύτερη λύση είναι ένα σταθερό προϊόν. Επίσης, για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που θέλουν να αναλάβουν το ρίσκο των αυξομειώσεων των χονδρεμπορικών τιμών, τα «κίτρινα» προϊόντα προσφέρουν πιο ανταγωνιστικές χρεώσεις.
Ωστόσο, προς ώρας τουλάχιστον δεν υπάρχουν σκέψεις για παρεμβάσεις στη λιανική – με μέτρα όπως η πριμοδότηση για μετακίνηση σε «μπλε» τιμολόγια, όπως σχεδίαζε η προηγούμενη πολιτική ηγεσία. Όπως επισημαίνουν στελέχη του ΥΠΕΝ, τα σταθερά προϊόντα είναι ήδη ανταγωνιστικά, επομένως ένα πριμ λίγο θα άλλαζε τα δεδομένα. Παράλληλα, με την υψηλή μεταβλητότητα της χονδρικής, δεν είναι απίθανο κάποια στιγμή τα κυμαινόμενα τιμολόγια να διαμορφωθούν σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, μερίδα των καταναλωτών ενδεχομένως θα θεωρούσε ότι η πολιτεία τούς «εγκλώβισε» σε σταθερές χρεώσεις και, κατά συνέπεια, η προώθηση των σταθερών τιμολογίων θα κατέληγε μπούμερανγκ.