Δύο σχεδόν ταυτόχρονες καταγεγραμμένες τάσεις στη Γαλλία και τη Γερμανία, δείχνουν ότι η επόμενη περίοδος εκλογών στην Ευρώπη θα σφραγιστεί από παράδοξες επιλογές που θα καθοριστούν από πολλούς παράγοντες και κυρίως από την οικονομία. Πιθανά να βρισκόμαστε σε ένα πολιτικό deja-vu και ξαναζούμε την ασταθή περίοδο της αρχής της οικονομικής κρίσης, που κάποιοι πίστευαν ότι η Ευρώπη.. στρίβει Αριστερά. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε ακόμα μια φορά ενδείξεις ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες στις μεγάλες οικονομίες θα περιμένουν πριν αποφασίσουν ποιον θα… σταυρώσουν.
Πολιτικό “χαστούκι” για Μακρόν – Λεπέν
Στις περιφερειακές εκλογικές αναμετρήσεις, που θεωρούνται σαν δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές του 2022, τόσο οι υποψήφιοι του κόμματος Η Δημοκρατία Μπροστά (Μακρόν) όσο και αυτοί της Εθνικής Συσπείρωσης (πρώην Εθνικό Μέτωπο) της Μαρίν Λεπέν, είδαν συντριπτικές ήττες καάπου αλλά και μείωση των ποσοστών τους αλλού. Η πιο εμφατική ήταν στην περιοχή Hauts-de-France, όπου νικητής αναδείχθηκε με 41,39% ο Ξαβιέ Μπερτράν, ενώ οι υποψήφιοι των Λεπέν και Μακρόν δεν ξεπέρασαν ο καθένας το 10%, που θεωρείται όριο για να περάσει κανείς στον β’ γύρο. Ο Μπερτάν έχει διατελέσει Υπουργός Υγείας στην κυβέρνηση ντε Βιλπέν (2005-2007) και Υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση Φιγιόν (2007-2009) ενώ θεωρείται σημαντικό στέλεχος που βοήθησε στην άνοδο του Νικολά Σαρκοζί στη γαλλική πολιτική σκηνή.
Στην εκλογική περιφέρεια Provence-Alpes-Côte d’Azur, που θεωρείται παραδοσιακό «κάστρο» της Εθνικής Συσπείρωσης, η νίκη στον πρώτο γύρο ήταν οριακή για τον υποψήφιο της Λεπέν, απέναντι στον υποψήφιο του Μακρόν. Πάντως νικητής και στις δύο αναμετρήσεις ήταν η αποχή, η οποία κυμάνθηκε από το 66.1% ως το 68.6% και κάτι τέτοιο έχει να παρατηρηθεί από το 1958.
«Ξεφουσκώνουν» οι Πράσινοι στη Γερμανία – δεν ανεβαίνει αρκετά το CDU
Οι Πράσινοι, οι οποίοι είχαν κάνει ένα εντυπωσιακό δημοσκοπικό άλμα, με αφορμή την υποψηφιότητα της Αναλένα Μπέρμποκ, στα τέλη Απριλίου καταλαμβάνοντας το 28% των προτιμήσεων, έναντι 23% της συμμαχίας CDU / CSU, πλέον ξεφουσκώνουν αρκετά γρήγορα. Η Αναλένα Μπέρμποκ, όπως και το πρόγραμμα των Πρασίνων διαφαίνεται ότι δεν θα μπορέσουν να αποτελέσουν κυβερνητική επιλογή για την Καγκελαρία, καθώς, όπως είχε επισημάνει το insider.gr είχαν πολλές ασυμβατότητες με αυτά που «τρέχουν» στη γερμανική πολιτική.
Παρόλο που σήμερα οι Πράσινοι έχουν βουτήξει από το 28% στο 21%, με πτωτικές τάσεις και η συμμαχία CDU / CSU έχει φτάσει στο δημοσκοπικό 28%, όπου βρίσκεται σταθερά τον περισσότερο καιρό της πανδημίας, εντούτοις η τάση ανόδου τους είναι σημαντικά πιο αργή από την πτωτική τάση των Πρασίνων. Αυτό δείχνει ότι ο ρόλος του ρυθμιστή περνάει στο FDP πρώτα και στο SPD μετά, οι οποίοι διατηρούν ένα συμπαγές, δημοσκοπικό 14%.
Οι πολίτες ψηφίζουν με γνώμονα τη διαχείριση του μέλλοντος
Τα παραδείγματα αυτά είναι επαρκή για να καταλάβουμε ότι στις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες η ως τώρα διαχείριση της πανδημίας δεν είναι το βασικό θέμα στο οποίο θα κριθούν οι πολιτικές επιλογές των ψηφοφόρων. Το αντίθετο μάλιστα. Η Γερμανία, που θεωρείται ότι τα κατάφερε εξαιρετικά στην Ευρώπη, δεν τροφοδοτεί με την επιτυχία της αυτή τη συμμαχία CDU / CSU. Αντίθετα, η δημοσκοπική άνοδος και τπώση των Πράσινων δείχνει ότι περισσότερη σημασία έχει για τις εκλογές που θα έρθουν, η διαχείριση του μέλλοντος μετά την πανδημία.
Τόσο ο Μακρόν και η Λεπέν στη Γαλλία (που ηγούνται της κούρσας για την Προεδρία), όσο και η συμμαχία CDU / CSU στη Γερμανία πρέπει να πείσουν τους πολίτες ότι το δικό τους σχέδιο διαχείρισης «της επόμενης ημέρας» είναι και αυτό που θα κλείσει τις οικονομικές πληγές του κορονοϊού. Για την ώρα, όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι αυτό δεν συμβαίνει και νικητής αναδεικνύεται η αποχή, η περίσκεψη και η αναποφασιστικότητα.
Η αλλαγή στρατηγικής από την ΕΚΤ, η οποία αναμένεται να γίνει τον Σεπτέμβριο και αφορά το έκτακτο πρόγραμμα PEPP και γενικότερα η νέα προσέγγιση που θα σημάνει λιγότερη ρευστότητα και μάχη για μείωση του πληθωρισμού, αναμένεται να αποδώσει και εκλογικά. Αν δεν καταφέρει η ΕΚΤ να πείσει με τη στρατηγική της τους Ευρωπαίους, τότε θα ξαναζήσουμε αναταραχές στις κεντρικές πολιτικές των μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών, καθώς θα επιταχύνεται η κρίση εκπροσώπησης των πολιτών απέναντι στις σημερινές κυβερνήσεις.