Στο ρόλο που έχει η ψηφιοποίηση του πολιτισμικού έργου για την συντήρηση και προβολή, παγκοσμίως, του ελληνικού πολιτισμού αναφέρθηκε ο Προκόπης Παυλόπουλος, σε ομιλία του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας στην έναρξη του 4ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Ψηφιοποίησης Πολιτιστικής Κληρονομιάς-EuroMed 2021.
Σύμφωνα με του συνεργάτες του κ. Παυλόπουλου, ο τέως ΠτΔ επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«Για 4η φορά διεξάγεται το «Πανελλήνιο Συνέδριο Ψηφιοποίησης Πολιτιστικής Κληρονομιάς – EuroMed», το οποίο θεσμοθετήθηκε το 2015 και διοργανώνεται ανά διετία, με φορείς οργάνωσης το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και τον Πολιτιστικό Οργανισμό «Δίκτυο ΠΕΡΡΑΙΒΙΑ». Το εγχείρημα αυτό έχει αποκτήσει εθνικές, από πλευράς σημασίας, διαστάσεις, με δεδομένο το γεγονός ότι στοχεύει στην, μέσω της ανάδειξης της διαχρονικής ακτινοβολίας, παγκοσμίως, της Ελληνικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς, υπηρέτηση του Πολιτισμού, της Παιδείας, της Έρευνας και της Καινοτομίας. Προς την κατεύθυνση αυτή καίριο ρόλο διαδραματίζει η Τεχνολογία εν γένει, ιδίως δε οι Ψηφιακές Τεχνολογίες. Η δική μου, εναρκτήρια, ομιλία επικεντρώνεται στην ανάδειξη του πώς και γιατί η Ψηφιοποίηση της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς ανταποκρίνεται στην ανάγκη συντήρησης και προβολής του Ελληνικού Πολιτισμού, ως «κοιτίδας» και «λίκνου» ιδίως του Πνεύματος και της Ελευθερίας, δια των οποίων επηρέασε, καθοριστικώς, τον Ευρωπαϊκό αλλά και τον Παγκόσμιο, γενικότερα, Πολιτισμό.
Α. Μέσω της νίκης τους στους Μηδικούς Πολέμους, οι Έλληνες υπερασπίσθηκαν και τον Πολιτισμό που δημιούργησαν -και ο οποίος ορθώνει, και σήμερα, τον πρώτο πυλώνα του κοινού μας Ευρωπαϊκού Πολιτισμού - θέτοντας, ταυτοχρόνως, για πρώτη φορά στην Παγκόσμια Ιστορία, το έκτοτε σταθερό όριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Αυτή η «αντίστιξη» μεταξύ Ανατολής και Δύσης αφορά κάθε πτυχή της πνευματικής δημιουργίας. Για παράδειγμα, και μένοντας καταρχάς στον χώρο της Τέχνης, πριν το «big-bang» Ελευθερίας του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος σε αυτόν τον χώρο κυριαρχούσε το «μεγαλιθικό», με βασικό χαρακτηριστικό του την ακινησία. Αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής οι κούροι, που γεννούν ακόμη και σήμερα το δέος για το μέγεθός τους αλλά και για την αταραξία, μέσω της οποίας δίνουν την αίσθηση ότι επικοινωνούν αενάως με την αιωνιότητα. Και ύστερα, μετά το κατά τ’ ανωτέρω «big-bang» Ελευθερίας, τ’ αγάλματα του Έλληνα γλύπτη, πέρ’ από την απαράμιλλη σημασία στην λεπτομέρεια, πήραν το μέγεθος του Ανθρώπου και, κατ’ εξοχήν, πήραν κίνηση. Μια κίνηση, η οποία ισοδυναμεί με «πλαστική» έκφραση Ελευθερίας, που απορρίπτει τον συμβιβασμό με την «νιρβάνα» της αιωνιότητας και δείχνει -ακόμη και όταν το άγαλμα δεν αναπαριστά π.χ. πολεμιστή ή δρομέα αλλά τον «σκεπτόμενο»- την αγωνία για το αύριο και την προσπάθεια αντιμετώπισης του άγνωστου και δυσοίωνου πεπρωμένου. Στον αντίποδα της Δύσης, η Τέχνη στην Ανατολή έμεινε ίδια και απαράλλαχτη στους αιώνες. Αιγυπτιακός, Κινεζικός, Ινδικός και άλλοι Πολιτισμοί μας κληροδότησαν γιγαντιαία, συνήθως, αγάλματα, με την γαλήνη ζωγραφισμένη στην όψη τους και μιάν αίσθηση διαρκούς αναφοράς στην αιωνιότητα. Η αγωνία είναι απούσα και, μαζί με αυτή, κάθε κίνηση που συμβολίζει την Ελευθερία.
Β. Ταυτοχρόνως, μέσω της νίκης τους στους Μηδικούς Πολέμους, οι Έλληνες κατέδειξαν την συντριπτική υπεροχή και, κατά λογική ακολουθία, κατηγορηματική αντίθεση του ελεύθερου και δημιουργικού Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος απέναντι στο πνεύμα κάθε ανελεύθερης μορφής πολιτειακής οργάνωσης με βασικά στοιχεία δεσποτισμού, ατομικού ή συλλογικού. Ειδικότερα δε δεσποτισμού υπό τον μανδύα π.χ. της βασιλείας, της τυραννίας ή και της ολιγαρχίας. Η προαναφερόμενη Ελευθερία του Πνεύματος έφερε και την «μεγάλη ανατροπή» ως προς την μέθοδο έρευνας, η οποία οδήγησε από την Γνώση στη «Σοφία», δηλαδή στην Επιστήμη. Αυτή την «μεγάλη ανατροπή» ως προς την μέθοδο έρευνας επιχείρησαν και πέτυχαν πρώτοι οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι. Και υπό τα δεδομένα που προεκτέθηκαν, δεν είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς το γιατί εκείνοι δημιούργησαν μια βεβαίως πρώιμη, πλην όμως όχι αμελητέα επιστημολογικώς, μορφή Επιστήμης. Ενώ άλλοι λαοί της Αρχαιότητας, που κατείχαν ένα εντυπωσιακό μέρος αντίστοιχης πληροφόρησης και, κυρίως, εμπειρίας, δεν κατάφεραν να φθάσουν σε μιαν ανάλογη επιστημονική δημιουργία, παρά το γεγονός μάλιστα ότι ορισμένοι από αυτούς –π.χ. οι Βαβυλώνιοι αστρονόμοι- δεν απείχαν πολύ από αυτήν. Και μόνον η περίπτωση των Αιγυπτίων, που βίωσαν την άνοδο και την πτώση ενός μεγάλου Πολιτισμού, παρέχει -φυσικά μεταξύ ορισμένων άλλων- ένα άκρως αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής προς αυτή την κατεύθυνση: Στην Αίγυπτο, το παντοδύναμο ιερατείο κατείχε την «Γνώση» που, όμως, ήταν «στατική» -ιδίως με την έννοια ότι της έλειπε μια επαρκής αποδεικτική διαδικασία, κατ’ εξοχήν στα Μαθηματικά- καθότι αμετακίνητη και απαραβίαστη, ανεπίδεκτη οιασδήποτε αμφισβήτησης. Η εμμονή του «κλειστού» ιερατείου στην συντήρησή της και η, συνειδητή ή ασυνείδητη, παρεμπόδιση κάθε μορφής «επιλαθευτικής» προσέγγισης είχαν ως, μοιραίο, αποτέλεσμα την αδυναμία γέννησης μιας, έστω και πρωτόλειας, Επιστήμης στην χώρα του Νείλου, όπως τεκμηριωμένα απέδειξε π.χ. ο B.L. van der Waerden, στο κλασικό βιβλίο του «Η αφύπνιση της Επιστήμης» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2010).
Γ. Τα όσα διευκρινίσθηκαν, ως προς την αντίστιξη ανάμεσα στην «ανοιχτή κοινωνία», που επικρατούσε στην Δύση, ιδίως μετά την νίκη των Ελλήνων στον Μαραθώνα και στην Σαλαμίνα, και στον «κλειστό κύκλο» των κοινωνικών δομών των Βασιλείων της Ανατολής, οι οποίες αναπτύχθηκαν ως θεσμικώς και πολιτικώς «υποτελείς» στους εκάστοτε «κρατούντες» μοναρχικώς, αναδεικνύουν και αιτιολογούν, μεταξύ άλλων, και την εξής διαφορά μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Μια διαφορά, την οποία «επικαιροποίησε», το 1926, ο André Malraux στο δοκίμιό του «La tentation de l’ Occident» (εκδ. Grasset, Les Cahiers Rouges, 2006, ελλ. εκδ., «Ο πειρασμός της Δύσης», μετ. Δημήτρης Δημητριάδης, Εξάντας, Αθήνα, 1987), επισημαίνοντας ότι ο Άνθρωπος της Ανατολής βασίζεται στην «υπακοή στον Κόσμο», ενώ ο Άνθρωπος της Δύσης στην «φιλοδοξία του Πνεύματος»: Στην Δύση -πάντοτε όπως τότε την οριοθέτησαν οι Μηδικοί Πόλεμοι- ο «αέρας» Ελευθερίας στο πεδίο της σκέψης και της επιστημονικής δημιουργίας, σε συνδυασμό με τους θεσμούς της Άμεσης Δημοκρατίας, οδήγησαν, οιονεί νομοτελειακώς, στην διαμόρφωση «ανοιχτής κοινωνίας» και, επέκεινα, «ανοιχτών κοινωνικών συνόλων», που είναι άκρως ευδιάκριτα στις αναλύσεις των Φιλοσόφων της Κλασικής Αρχαιότητας, όπως π.χ. ιδίως στο έργο του Αριστοτέλους. Όλως αντιθέτως, ο Δεσποτισμός της Ανατολής, με τα χαρακτηριστικά που προεκτέθηκαν και ιδίως λόγω έλλειψης Ελευθερίας, οδήγησε όχι στην δημιουργία «κοινωνίας» αλλά στην οργάνωση «κοινότητας», δομημένης ουσιαστικώς πάνω σε κλειστές «κάστες», προορισμένες όχι τόσο να διευκολύνουν την οργάνωση της κοινωνικής συμβίωσης, όσο να επιτρέπουν στην κάθε μορφής εξουσία να επιβάλλεται ως «αρχή» έναντι «αρχομένων».
Αυτόν τον Πολιτισμό, που γεννήθηκε στην Ελλάδα και έχει πάντα σε αυτήν τις ρίζες του, τον Πολιτισμό, ο οποίος άφησε ως παγκόσμιας σημασίας «Κληρονομιά» το Πνεύμα και την Ελευθερία – άρα την Παιδεία και την Δημοκρατία - «υπερασπίζεται» το Συνέδριό σας για την ψηφιοποίηση των πολιτιστικών μας «θησαυρών». Για το πόσο η αποστολή σας αυτή καταξιώνεται από την ίδια την φύση και την ανεκτίμητη αξία του Ελληνικού Πολιτισμού μιλούν, διαχρονικώς, οι εξής μεγαλειώδεις αναφορές του André Malraux, αποσπάσματα από την μνημειώδη ομιλία του στην Αθήνα, κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης, την 28η Μαΐου 1959: «Δεν θα πάψουμε ποτέ να διακηρύσσουμε: Ό,τι σημαίνει για μας η τόσο συγκεχυμένη λέξη παιδεία – το σύνολο των έργων της τέχνης και του πνεύματος – η Ελλάδα το μετέτρεψε, προς δόξαν της, σε μείζον μέσον διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου. Είναι ο πρώτος πολιτισμός χωρίς ιερό βιβλίο, όπου η λέξη ευφυΐα σήμαινε να θέτεις ερωτήματα. Ερωτήματα που έμελλε να γεννήσουν την κατάκτηση του κόσμου από το πνεύμα, της μοίρας από την τραγωδία, του θείου από την τέχνη και τον άνθρωπο.»